Όπως επισημαίνει και ο Προκόπης Παπαστράτης στον πρόλογό του, η σφαιρική αυτή μελέτη, με τη μεθοδική αποκατάσταση των γεγονότων, φωτίζει μια συναρπαστική διαδρομή: πώς η καθημαγμένη από τον Εμφύλιο Αριστερά κατορθώνει, παρά τον ανηλεή διωγμό της, να αναδειχθεί σε παράγοντα με καθοριστικό ρόλο στην πολιτική ζωή. Μια ιστορική γνώση εξαιρετικά χρήσιμη και για την πολιτική του σήμερα. Προδημοσιεύουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την εισαγωγή.
Η ραγδαία μετεμφυλιακή ανασύνταξη της ελληνικής Αριστεράς συνιστά αναμφισβήτητα ένα ιστορικό παράδοξο: είναι ίσως δυσκατάληπτο το πώς μια ηττημένη πολιτική δύναμη σε έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, ιδεολογικά κατασυκοφαντημένη και αντιμέτωπη με ένα κράτος που παρέτεινε εις βάρος της τις πρακτικές του εμφυλίου για δεκαετίες, κατορθώνει να ανασυνταχθεί σε τέτοιο βαθμό μέσα σε μόνο μια πενταετία, ώστε να αποτελέσει μια εν δυνάμει πλειοψηφική δύναμη και ακόμα και εκλογικά να διεκδικήσει την πολιτική εξουσία. Αυτό, σε πείσμα της εκτεταμένης προσπάθειας που καταβλήθηκε με τη συνδρομή του κρατικού μηχανισμού να ανασυγκροτηθούν οι κοινωνικές συμμαχίες των νικητών του εμφυλίου πολέμου, μέσω των επιλεκτικών διανομών της βοήθειας του σχεδίου Μάρσαλ αλλά και μιας κρατικής πολιτικής που αναδιένειμε κεφάλαια και παρείχε εργασιακή και κοινωνική αποκατάσταση με σαφή πολιτικά κριτήρια προς όφελος των υποστηρικτών των νέων δομών εξουσίας…
Και όμως όλα αυτά φαίνεται ότι δεν αρκούν για την πολιτική καθήλωση της Αριστεράς, όπως ευελπιστούσαν οι μηχανισμοί επιβολής της αστικής εξουσίας. Ακόμα και όταν το κράτος επιστρατεύει ωμές μορφές μαζικής τρομοκρατίας και προβαίνει ακόμα και σε εκτελέσεις παραδειγματισμού, όπως του Ν. Μπελογιάννη και των συντρόφων του, προσπαθεί τελικά να σταματήσει το απευκταίο: την επικείμενη ανασυγκρότησή της, μια δυναμική με πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Έτσι, όλη η μετεμφυλιακή ιστορία της χώρας κατατρύχεται από το φάντασμά της, που πλανιέται ως απειλή, πολύ πιο σοβαρή από ότι από την επίσημη εξουσία γίνεται παραδεκτό. Και μάλιστα παρά την συμπαράσταση των Αμερικανών, που εκτός από τις στρατιωτικές ενισχύσεις και την ανάλογη «τεχνογνωσία», βοηθούν το κράτος να καλλιεργήσει την υστερία της «έθωξεν» απειλής, να στρατιωτικοποιήσει την κοινωνία, κατασκευάζοντας έναν υπέρογκο, για τα πληθυσμιακά δεδομένα της χώρας, στρατό και να αναζητήσει τους «προδότες» υποβάλοντας τους σε ανηλεή καταδίωξη, αφού που υποτίθεται διευκόλυναν τους βαλκάνιους γείτονες να εξυπηρετήσουν τα επεκτατικά τους σχέδια.
Το βιβλίο αυτό το «παράδοξο» επιχειρεί να εξηγήσει. Να αναζητήσει και να καταδείξει τους λόγους, στην αρχική, και από πολλές απόψεις πιο καθοριστική φάση, εξαιτίας των οποίων κατέστη δυνατό η ηττημένη ελληνική Αριστερά να επανακάμψει στην πολιτική σκηνή και να υπερκεράσει όλα τα προσκόμματα του κράτους έκτακτης ανάγκης που συντηρήθηκε επίμονα αλλά δεν απέτρεψε ώστε αυτή η Αριστερά να αναδειχθεί στα 1958 σε αξιωματική αντιπολίτευση. Στο μέτρο που θεωρεί ότι η εξήγηση στην ανασύνταξη αυτή βρίσκεται σε κυρίαρχο βαθμό στο είδος των πολιτικών σχέσεων που συγκροτήθηκαν στο εσωτερικό της Αριστεράς αλλά και στη σχέση εκπροσώπησης που δημιούργησε με τα καθημαγμένα στρώματα του πληθυσμού, το βιβλίο αναζητά τον τρόπο που συγκροτήθηκαν αυτές οι σχέσεις με άξονα τις πολιτικές συμμαχίες στις οποίες προέβη, οι οποίες και αντανακλούσαν διεργασίες στην βάση της κοινωνίας.
Με την πρόθεση αυτή διατρέχει το βιβλίο τα γεγονότα της κρίσιμης για την ανασύνταξη αυτή περιόδου αμέσως μετά τον εμφύλιο, κορωνίδα των διεργασιών της οποίας ήταν η αποτυχία της προσπάθειας ανασύνθεσης των παραδοσιακών σχέσεων πολιτικής εκπροσώπησης που επιχειρήθηκε μέσω της συγκρότησης μιας μαζικής κεντρώας πολιτικής δύναμης, την οποία, και αυτήν, η Αριστερά υποσκέλισε. Δεν είναι τυχαίο ότι, μετά τις εκλογές του 1952, αυτή είναι η δύναμη που αναλαμβάνει την κύρια πρωτοβουλία για την ανασύνθεση της πολιτικής σκηνής. Μια προσέγγιση σε αυτές τις διαδικασίες καθίσταται απαραίτητη για να καταδείξει ότι η «ακατανόητη» επιμονή των μαζών στην εαμική εμπειρία δεν οφειλόταν μόνο σε υποκειμενικούς παράγοντες --μια «έξυπνη» στρατηγική της Αριστεράς-- αλλά πρωτίστως ήταν αποτέλεσμα ιστορικών συνθηκών και αναγκαιοτήτων, στις οποίες, έμμεσα ή άμεσα, ανταποκρίθηκε, ακόμα και σε πείσμα των εσωτερικών προβλημάτων της, τα οποία ήταν κυρίως συνέπεια της ήττας στον Εμφύλιο Πόλεμο
Συν τοις άλλοις, επιχειρείται να εξηγηθεί η συμβολή που είχε και ο ρόλος που έπαιξε η προσπάθεια να ανασυγκροτηθεί οργανωτικά και να αναπαραχθεί πολιτικά η εμπειρία του ΕΑΜ, εν συγκρίσει με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα που αδυνατούσε να υπερβεί την παρατεταμένη του κρίση. Μια κρίση, συνάρτηση της σιωπηλής παρέμβασης των μαζών στη διαδικασία απόδοσης ευθυνών για τα δεινά που επισώρευσε ο εμφύλιος πόλεμος, που προσέλαβε το χαρακτήρα μιας αναπάντητης πολιτικής κριτικής μέσω της ΕΔΑ για τους λόγους αναπαραγωγής των συνθηκών πολιτικής και οικονομικής πόλωσης που διαιωνίστηκαν σχεδόν αλώβητες, παρά το τέλος του Εμφυλίου. Αυτός ο συνδυασμός οργανωμένου πολιτικού λόγου και κοινωνικής διαθεσιμότητας καθόρισε τις εξελίξεις.
Γιατί είναι και σήμερα επιτακτικό ως πολιτικό παράδειγμα να αναλυθεί το πως η ΕΔΑ ανταποκρίθηκε σε ιστορικές εκκλήσεις, πως αναπαρήχθη το πολιτικό μόρφωμα που συγκρότησε, ποια χαρακτηριστικά απέκτησε, πώς διαμόρφωσε και διεύρυνε τις κοινωνικές της αναφορές, ποιοι παράγοντες επιτάχυναν τη συγκρότησή της και ποιοι την παρεμπόδισαν, όσο και ποια ήταν τα πραγματικά όρια και οι ορίζουσες των προσκομμάτων αυτών, συνεπεία των αντιφάσεων της πολιτικής της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ, του φόβου για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου από τη Μόσχα κομμουνιστικού κόμματος (υπόθεση Πλουμπίδη) αλλά και της αδυναμίας του παράνομου μηχανισμού του στην Ελλάδα να εξασφαλίσει ενιαία στάση απέναντι στα πολιτικά τεκταινόμενα της εποχής. Αλλά και πώς η φιλοδοξία στελεχών προερχόμενων από το σοσιαλιστικό χώρο να εκτρέψουν το νέο μόρφωμα που εκκολάπτονταν στην κατεύθυνση συγκρότησης μιας στενής μικροαστικής πολιτικής αναφοράς απέτυχε. Διαδικασίες που αποτέλεσαν το μακρινό προοίμιο διαιρέσεων στους κόλπους της Αριστεράς που θα ενταθούν μια δεκαπενταετία αργότερα.
Το γεγονός ότι η ΕΔΑ ήταν η μόνη δύναμη που όρθωσε ανάστημα στην οικονομική λογική του σχεδίου Μάρσαλ, ανέδειξε διαφορετικές παραγωγικές προτεραιότητες αλλά και συγκρότησε ένα πλαίσιο συγκροτημένων προτάσεων αποτέλεσε μια ανυπέρβλητη πολιτική δυναμική που δεν είχαν προβλέψει οι υμνολόγοι-θιασώτες της «βοήθειας». Ιδίως, όταν τα πέντε χρόνια εφαρμογής του σχεδίου Μάρσαλ ενδυνάμωσαν τις νοοτροπίες εξάρτησης από την κάθε είδους «βοήθεια», η αποτίναξη μιας λογικής που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ήταν ο παράγοντας που έδωσε την πραγματική ώθηση στην οικονομική τους ανάπτυξη…
Μάλιστα, στην προσπάθεια πολιτικής καταστολής της Αριστεράς θα εγγραφούν πολιτικοί εκβιασμοί εις βάρος του αριστερού φάσματος των κεντρώων δυνάμεων στο εσωτερικό της ΕΠΕΚ, θα διαλυθούν οι μαζικές οργανώσεις της ΕΔΑ και θα κλείσουν οι εφημερίδες της με αποφάσεις των αρχών Ασφαλείας, θα επανακάμψει με ιδιαίτερη ένταση το κλίμα των πολιτικών διώξεων --με κορυφαία εκδοχή την άρνηση του κράτους να προσφέρει περίθαλψη στον ημιθανή δεσμώτη Κ. Γαβριηλίδη-- αλλά και θα επιστρατευθεί ένας πρωτοφανής, για τα πολιτικά δεδομένα της εποχής εκλογικός νόμος, το πλειοψηφικό. Σε αυτό το πλαίσιο εγγράφονται και τα κίνητρα του Ν. Πλαστήρα, ο οποίος αντιμετωπίζοντας το φάσμα της κρίσης του σχηματισμού του, επιχείρησε, αντί να συμμαχήσει με την Αριστερά, όπως η ίδια διακαώς ζητούσε --ποτέ η ΕΔΑ, ούτε καν το ΚΚΕ, δεν αντιμετώπισε τις εξελίξεις με την ισοπεδωτική λογική του «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος» που βολικά εκ των υστέρων της αποδόθηκε--, να επιδιώξει τη διάλυση της ώστε να καρπωθεί εκλογικά το πολιτικό της κοινό και να αναδιατάξει τις σχέσεις στο εσωτερικό του κεντρώου χώρου.
Επιστέγασμα των προθέσεων του βιβλίου είναι να καταδειχθεί ότι οι διαδικασίες σύγκλισης του χώρου της Αριστεράς, υπό την προϋπόθεση της έδρασης πάνω σε πραγματικές ανάγκες της συγκυρίας, και εφικτές είναι και διανοίγουν προοπτικές υπέρτερες των δυνατοτήτων του κάθε μορφώματος της Αριστεράς που εμπλέκεται σε αυτήν.
Αναδημοσίευση από http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=657276
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου