Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

Πώς φτάσαμε στη σύγκρουση

Γιώργος Πετρόπουλος

Ο Δεκέμβρης του ‘44 είναι μήνας-ορόσημο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Οσα οδήγησαν στην
Βρετανική περίπολος προσπερνά πτώματα κρατουμένων που
είχαν προσπαθήσει να δραπετεύσουν από τις φυλακές Αβέρωφ
αιματηρή σύγκρουση εκείνον τον εμβληματικό μήνα και όσα ακολούθησαν καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την πορεία αυτού του τόπου για τις επόμενες δεκαετίες. Πολλά έχουν γραφτεί από τότε, πολλά όμως έμειναν στην αφάνεια. Αλλωστε οι περισσότεροι πρωταγωνιστές εκείνων των γεγονότων δεν ζουν πια.

Πριν από λίγους μήνες αφιερώσαμε πολλές σελίδες στο 1944, φιλοξενώντας μια σειρά άρθρων από νέους ιστορικούς, που επιχείρησαν να καλύψουν σε πλάτος και βάθος τα ίχνη αυτής της σημαδιακής χρονιάς. Τώρα, με την ευκαιρία των 70 χρόνων από τον Δεκέμβρη του ’44, ξεκινάμε μια νέα σειρά άρθρων που φωτίζουν σκοτεινές πλευρές ή αποκαλύπτουν νέα στοιχεία. Σήμερα το πρώτο άρθρο για τις αιτίες της σύγκρουσης. Θα συνεχίσουμε αύριο και μεθαύριο, ενώ στο φύλλο του Σαββατοκύριακου θα του αφιερώσουμε ένα οκτασέλιδο. Με άλλα άρθρα, κάθε Τετάρτη, ώς το τέλος του μήνα θα ολοκληρωθεί η αναφορά στον Δεκέμβρη του ’44.

Τα τυπικά-φανερά στοιχεία που συνθέτουν την έναρξη της ένοπλης σύγκρουσης τον Δεκέμβρη του ’44 είναι λίγο πολύ γνωστά. Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944 χτυπήθηκε ένοπλα στην πλατεία Συντάγματος η ειρηνική διαδήλωση του λαού της Αθήνας που είχε οργανώσει το ΕΑΜικό κίνημα. Ο απολογισμός ήταν 21 νεκροί και 140 τραυματίες (1). Την επομένη, 4 Δεκεμβρίου, ολόκληρη η Ελλάδα νεκρώθηκε από τη γενική απεργία που είχε κηρύξει το ΕΑΜ. Στην πρωτεύουσα ο λαός οδήγησε τα θύματά του στην τελευταία τους κατοικία. Στην κεφαλή της νεκρώσιμης πομπής ένα τεράστιο πανό, που το κρατούσαν μαυροφορεμένες κοπέλες, έγραφε: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».

Επιστρέφοντας από το νεκροταφείο τα πλήθη, δέχτηκαν ένοπλη επίθεση από τους χίτες με τραγικό απολογισμό άλλους 100 νεκρούς και τραυματίες. Η συνέχεια ήταν πραγματική χιονοστιβάδα. Ο Σκόμπι κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Οι βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της II μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Κι ο ΕΛΑΣ άρχισε τις επιχειρήσεις κατά των χιτών και των αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας και του Πειραιά. Την επομένη ο Σκόμπι θα πάρει διαταγή από τον Τσόρτσιλ να συμπεριφέρεται στην Αθήνα σαν να βρίσκεται σε κατεχόμενη πόλη. Η ένοπλη αναμέτρηση ανάμεσα στην εγχώρια αντίδραση και στους Εγγλέζους από τη μία πλευρά και στο ΕΑΜικό κίνημα από την άλλη ήδη είχε αρχίσει. Ποιος όμως ήθελε αυτή την αναμέτρηση; Τα ιστορικά στοιχεία δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών περί αυτού. Επρόκειτο για μια σχεδιασμένη και προαποφασισμένη εξέλιξη από μέρους των Εγγλέζων και των εγχώριων συνεργατών τους.

Τον Αύγουστο του 1943 ο στρατάρχης Σματς (πρωθυπουργός της Νοτίου Αφρικής από το 1939 έως το 1948) προειδοποιούσε τον Τσόρτσιλ ότι «υπό τας συνθήκας αναβρασμού της κοινής γνώμης, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες βαλκανικές χώρες, θα επακολουθήσει χάος μετά από τη συμμαχική κατοχή, εκτός εάν μια δυνατή πυγμή συγκρατήση επί τόπου τα πράγματα. Εάν αφεθή απεριόριστος ελευθερία στους λαούς αυτούς- έγραφε ο Σματς-, ενδέχεται να έχουμε ένα κύμα ταραχών και ευρείας κλίμακος επιβολήν του κομμουνισμού, επί όλων των περιοχών αυτών της Ευρώπης» (2). Τις προειδοποιήσεις αυτές η αγγλική εξωτερική πολιτική τις πήρε πολύ σοβαρά υπόψη της και προετοιμάστηκε κατάλληλα τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε την Ελλάδα.

Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ, με τηλεγράφημά του στον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Α. Ιντεν, στις 29/8/1944, περιέγραφε ως εξής τον χαρακτήρα της απόβασης βρετανικών στρατευμάτων στη χώρα μας (3): «...Είναι εξαιρετικά σημαντικό να χτυπήσουμε απροειδοποίητα, χωρίς να προηγηθεί καμιά φανερή κρίση. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να προκαταλάβουμε το ΕΑΜ...». Επίσης με άλλο τηλεγράφημά του στον Ιντεν, στις 7/11/1944, ο Βρετανός πρωθυπουργός ανάμεσα στα άλλα σημείωνε (4): «Περιμένω ανοικτή σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να τη φοβόμαστε, υπό την προϋπόθεση ότι έχουμε διαλέξει με προσοχή το έδαφος».

Στο ίδιο μήκος κύματος με τους Εγγλέζους κινούνταν και η εγχώρια ολιγαρχία που στο ΕΑΜ- ΕΛΑΣ έβλεπε τον άμεσο κίνδυνο για την οικονομική και πολιτική της εξουσία. Ετσι, ένας από τους κορυφαίους σ’ εκείνη την πολιτική συγκυρία, αστούς πολιτικούς, ο Γ. Παπανδρέου, από τον Ιούλη του 1943 σε μια έκθεση του προς το στρατηγείο της Μ. Ανατολής, την ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου και τη βρετανική κυβέρνηση έλεγε ότι «η ταυτότης των συμφερόντων της Αγγλίας και της Ελλάδος διά πρώτην φοράν εις την ιστορίαν των είναι απόλυτος» (5). Ο Γ. Παπανδρέου θα φτάσει στην αποθέωση των πολιτικών σχεδιασμών του κατά του ΕΑΜικού κινήματος όταν λίγες μέρες πριν από την απελευθέρωση και συγκεκριμένα στις 22/9/1944, τηλεγράφησε στον Τσόρτσιλ: «...Ενώπιον της διαμορφωθείσης κρισίμου καταστάσεως τα πολιτικά μέσα προς αντιμετώπισίν της δεν είναι πλέον επαρκή. Μόνον η άμεσος παρουσία επιβλητικών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδα και μέχρι των τουρκικών ακτών ημπορεί να μεταβάλει την κατάστασιν» (6).

Ολοκλήρωση των σχεδίων των Βρετανών και των Ελλήνων συνεργατών τους δεν μπορούσε να υπάρξει όσο το λαϊκό κίνημα ήταν εξοπλισμένο, όσο, δηλαδή, ήταν υπαρκτός ο ΕΛΑΣ. Γι’ αυτό κι επιχειρήθηκε η διάλυσή του με κάθε τρόπο - στην αρχή ειρηνικά και στο τέλος με την ένοπλη βία μέσα από την ανοικτή αγγλική στρατιωτική επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ έχει δώσει στα απομνημονεύματά του μια άκρως αποκαλυπτική ομολογία για τον ταξικό χαρακτήρα εκείνης της σύγκρουσης. Γράφει χαρακτηριστικά (7): «Η μάχη που διήρκεσε έξη εβδομάδες… έγινε για να καταλάβωμε την Αθήνα και, όπως θα δείξει η συνέχεια των γεγονότων, να απαλλάξωμε την Ελλάδα από τον κομμουνιστικό ζυγό. Την εποχή αυτήν που τρία εκατομμύρια άνδρες πολεμούσαν σε κάθε στρατόπεδο στο Δυτικό Μέτωπο και που τεράστιες αμερικανικές δυνάμεις ηγωνίζοντο εναντίον της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό, οι ελληνικές αυτές παραφορές μπορούσαν να φαίνονται ότι είχαν ελάχιστη σημασία, αλλά δεν ευρίσκοντο λιγώτερο στο νευρικό κέντρο της ισχύος, της τάξεως και της ελευθερίας του Δυτικού κόσμου».

Αλλά και ο Γ. Παπανδρέου σ’ ένα άρθρο του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ τον Μάρτιο του 1948 δεν είναι λιγότερο αποκαλυπτικός. Γράφει συγκεκριμένα (8): «Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος ημπορεί να θεωρηθή ‘‘δώρον του Υψίστου’’. Αλλά διά να υπάρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να είχομεν έλθει εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνον με την συμμετοχήν του ΚΚΕ εις την Κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και διά να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι διά την Νίκην, έπρεπε προηγούμενως να είχεν υπογραφή το σύμφωνο της Καζέρτας. Και διά να γίνη Στάσις –το ‘‘δώρον του Υψίστου’’– έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμό του, ή να επιχειρήση την Στάσιν υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι οδήγουν εις την συντριβήν του… Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια».

1. «Ρ» της 4/12/1944. Αντίθετα η αντιΕΑΜική πλευρά προσπάθησε να μειώσει τον απολογισμό του αίματος. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, για παράδειγμα, μίλησε για 10 νεκρούς και 26 τραυματίες (Γ. Ιατρίδη: «Εξέγερση στην Αθήνα», εκδόσεις Νέα Σύνορα, σελ. 184)
2. Κ. Πυρομάγλου: «Ο Δούρειος Ιππος», εκδόσεις «Δωδώνη» σελ. 143-144
3. Γ. Ανδρικόπουλου, στο ίδιο, τόμος Β΄, σελ. 68
4. Γ. Ανδρικόπουλου, στο ίδιο, τόμος Β΄, σελ. 201
5. Γ. Παπανδρέου: «Κείμενα- Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδόσεις «Μπίρης», 1964, τόμος Β΄, σελ. 11
6. Γ. Παπανδρέου, στο ίδιο, σελ. 147.
7. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος πόλεμος», Εκδόσεις Ελληνική Μορφωτική Εστία, τόμος ΣΤ’ σελ. 352
8. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 2/3/1948

■ Αποσπάσματα από το βιβλίο «Ντοκουμέντα του ΕΑΜ για τα Δεκεμβριανά». Εκδόσεις Προσκήνιο, 2005, σε επιμέλεια Γ. Πετρόπουλου

Αναδημοσίευση από http://www.efsyn.gr/arthro/pos-ftasame-sti-sygkroysi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου