Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΑΡΤΖΙΩΤΑΣ : Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΟ ΔΣΕ

Β. ΜΠΑΡΤΖΙΩΤΑ συνταγματάρχη Πολιτικού επιτρόπου του Γεν. Αρχηγείου

(περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός», Φλεβάρης 1948, No 2, σελ. 33-36)

Ο Βασίλης Μπαρτζιώτας
Η πολιτική μας δουλειά είναι ακόμα πολύ αδύνατη στο Δημ. στρατό της Ελλάδας. Γύρω απ' το χαραχτήρα και το περιεχόμενο της δουλειάς αυτής υπάρχουν ένα σωρό συγχύσεις ανάμεσα στα στελέχη μας, ανώτερα και κατώτερα. Πολλοί αντιπαραθέτουν την πολιτική δουλειά στην πολεμική προσπάθεια, στο καθήκον να αναπτύξουμε πιο πολύ την πολεμική μας απόδοση. Ενώ ίσα-ίσα η πολιτική μας δουλειά πρέπει ναχει σαν κεντρικό στόχο την ανάπτυξη της πολεμικής δραστηριότητας, την κατάχτηση της στρατιωτικής τέχνης, την πιο αποφασιστική διεξαγωγή του πατριωτικού πολέμου που κάνει ο ελληνικός λαός με ένοπλη πρωτοπορεία του το Δ.Σ.Ε. Άλλοι νομίζουν ότι η πολιτική δουλειά δεν έχει άμεση σχέση με τα καθημερινά προβλήματα του στρατού μας, μα σημαίνει «θεωρητικά» μαθήματα, διαφώτιση, όπως τη λένε, που δεν τα καταλαβαίνουν οι μαχητές μας και αντί να διαφωτίζονται γεμίζουν το κεφάλι τους με άχρηστα και ακατανόητα πράγματα. Οι συσκέψεις των πολιτικών επιτρόπων, που έγιναν σε πολλά αρχηγεία και ταξιαρχίες απόδειξαν ότι δεν κατανοήθηκε ακόμα σωστά ο ρόλος και τα καθήκοντα του αξιωματικού πολιτικού επιτρόπου. Αυτό μας επιβάλλει να σταθούμε ιδιαίτερα πάνω στην πολιτική μας δουλειά μέσα στο Δ.Σ.Ε. και να πάρουμε όλα τα μέτρα που χρειάζονται για να δυναμώσουμε και να ολοκληρώσουμε τη δουλιά αυτή.

Η πολιτική δουλειά είναι απαραίτητη μέσα στο Δ.Σ.Ε. Όποιος δεν καταλαβαίνει την ανάγκη αυτή και υποτιμά την πολιτική δουλειά, αυτός δε νιώθει το βαθύτερο νόημα του αγώνα μας, τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε (αντικειμενικές και υποκειμενικές) και το επιταχτικό καθήκον να ξεπεράσουμε έγκαιρα και αποφασιστικά τις δυσκολίες αυτές. Ο μαχητής, που κρατά γερά το όπλο του, μαθαίνει με την πολιτική δουλιά πώς να το χρησιμοποιεί καλύτερα προς όφελος του λαού, είναι ένας συνειδητός μαχητής, που ξέρει τις επιδιώξεις του Δ.Σ.Ε., την άμεση σύνδεσή του με το λαό και είναι έτοιμος κάθε ώρα και στιγμή να πολεμήσει ως το τέλος  για την υπόθεση του ελληνικού
λαού.

Ο κύριος υπεύθυνος για την πολιτική δουλειά στο Δ.Σ.Ε. είναι ο πολιτικός επίτροπος και η κύρια αποστολή του είναι να βοηθά έτσι με την όλη δουλιά του το έργο του διοικητή ώστε αυτός να μπορεί να 'χει στη διάθεσή του ένα καθόλα αξιόλογο τμήμα για να το οδηγά στη νίκη. Γι' αυτό ο στρατός μας καθόρισε το θεσμό του πολιτικού επιτρόπου σε όλη την ιεραρχία, απ' το Γενικό Αρχηγείο ως τη διμοιρία. Ο πολιτικός επίτροπος οργανώνει την πολιτική δουλιά μέσα στο στρατό, πρωτοστατεί στη γρήγορη και πιστή εκτέλεση των διαταγών, δίνει πάντα το παράδειγμα στη μάχη και την όλη ζωή του Δ.Σ.Ε., ενδιαφέρεται για τον παράγοντα άνθρωπο και αναπτύσσει το ενδιαφέρον και τη στοργή για τους μαχητές, ενδιαφέρεται επίσης για τη διατροφή και τον ανεφοδιασμό του στρατού, προσέχει και μελετά τα στελέχη μας και τα βοηθά να εξελίσσονται σύμφωνα με τις πολεμικές μας ανάγκες. Ένα από τα κύρια καθήκοντα του πολιτικού επιτρόπου είναι η επαγρύπνηση και περιφρούρηση του στρατού μας απ' τα χτυπήματα του εχθρού, απ' τους πράχτορες που στέλνει μέσα στο ΔΣΕ, για να τον αποσυνθέσει εσωτερικά και να τον διαλύσει.

Ο θεσμός του πολιτικού επιτρόπου υπάρχει σ' όλους τους λαϊκούς επαναστατικούς στρατούς, όπως είναι ο ΔΣΕ, ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια της ανάπτυξής τους και συντελεί στη μαχητικοποίησή τους, στο ανέβασμα του ηθικού και της πολεμικής τους δραστηριότητας. Απ' την καλή λειτουργία του θεσμού αυτού εξαρτάται ως ένα μεγάλο βαθμό, η ζωή και το μέλλον του Δ.Σ.Ε. Ο πολιτικός επίτροπος, όπως είπε κάποτε ο μεγάλος Στάλιν, είναι η ψυχή του λαϊκού απελευθερωτικού στρατού. Είναι ο άνθρωπος που δεν επαναπαύεται στις επιτυχίες και διώχνει από πάνω του κάθε αίσθημα αυτοϊκανοποίησης. Είναι ο λαϊκός ηγέτης, που διαπαιδαγωγεί άλλους με το δικό του ζωντανό παράδειγμα, προσέχει το ήθος και το χαρακτήρα των μαχητών, ιδιαίτερα των στελεχών και σφυρηλατεί δεσμούς αίματος ανάμεσα στο λαό και το Δ.Σ.Ε. Ο πολιτικός επίτροπος είναι το δεξί χέρι του στρατιωτικού διοικητή, τον βοηθά σε όλα τα καθήκοντά του και φροντίζει να αναπτύσσει το κύρος του στρατιωτικού διοικητή, να τον απαλλάσσει από μια σειρά άλλα καθήκοντα για να συγκεντρώνει (ο διοικητής) όλη του την προσπάθεια και την ενεργητικότητά του στα ζητήματα της διοίκησης του στρατού και της πολεμικής επιχείρησης. Ο πολιτικός επίτροπος προσέχει ιδιαίτερα να είναι άτεγκτος στα ζητήματα της πειθαρχίας. Αναπτύσσει με τη δουλιά του και το ζωντανό του παράδειγμα τη σιδερένια στρατιωτική πειθαρχία, κάνει αμείλιχτη πάλη ενάντια σε κείνους που δεν τηρούν, παραβιάζουν ή και υποσκάπτουν την πειθαρχία του Δ.Σ.Ε. και διαπαιδωγωγεί τους μαχητές στο πνεύμα της δυνατής στρατιωτικής πειθαρχίας που είναι ο πιο απαραίτητος όρος για να νικήσει ο Δημοκρατικός μας στρατός.

Στη μάχη ο πολιτικός επίτροπος εφαρμόζει πιστά τις διαταγές του διοικητή του, ενθουσιάζει και εμψυχώνει τους μαχητές, δίνει το παράδειγμα της προσωπικής παλικαριάς, πραγματοποιεί έπειτα από εντολή του διοικητή τους πιο τολμηρούς ελιγμούς και παράλληλα φροντίζει με όλα τα μέσα (τηλεβόες, προκηρύξεις κ.λ.π) να διοχετεύει και να εκλαϊκεύει τη γραμμή και τα συνθήματά μας στους στρατιώτες του λεγόμενου κυβερνητικού στρατού.

Η κυβέρνηση, το Γενικό Αρχηγείο και προσωπικά ο στρατηγός Μάρκος, δίνουν εξαιρετική προσοχή στο θεσμό των πολιτικών επιτρόπων. Απ' τη δουλιά του ίδιου του πολιτικού επιτρόπου θα εξαρτηθεί κατά πρώτο λόγο, αν ο θεσμός αυτός θα αποδόσει ό,τι περιμένει ο στρατός μας απ' αυτόν. Εκείνο που δε θα πρέπει να ξεχάσουν ούτε για μια στιγμή οι πολιτικοί μας επίτροποι, ανώτεροι και κατώτεροι, είναι ότι ο ΔΣΕ τους ανάθεσε μια σοβαρή αποστολή και πρέπει να τα βγάλουν πέρα με το παράδειγμά τους, τη συστηματική δουλιά, την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία τους.

Η κύρια δουλειά του πολιτικού επιτρόπου είναι η πολιτική δουλειά μέσα στο Δ.Σ.Ε. Με τι όμως πρέπει ν' απασχολείται η πολιτική μας δουλειά; Ποιο είναι το περιεχόμενο, η ουσία της; Πώς πρέπει να οργανωθεί; Αυτά πρέπει να τα λύσει ο πολιτικός επίτροπος με την ίδια του την πείρα και ανάλογα με τις ανάγκες του τμήματος, όπου δουλεύει. Στο άρθρο μας αυτό θα δόσουμε μόνο γενικές κατευθύνσεις. Η πολιτική μας δουλειά δε σημαίνει μόνο να «κάνουμε διαφώτιση», όπως λέμε συχνά. Κι εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα τι εννοούμε με την «περίφημη» διαφώτιση. Αυτή δε σημαίνει να κάνουμε μαθήματα «θεωρητικά» και άλλα πράγματα που δεν καταλαβαίνει ο μαχητής. Τέτοια διαφώτιση δε μας χρειάζεται. Για μας διαφώτιση σημαίνει να διαβάζονται και να συζητιώνται καθημερινά το «Δελτίο ειδήσεων», οι εφημερίδες που βγάζει ο Δ.Σ.Ε. και πρώτ' απ' όλα η «Εξόρμηση», ορισμένες σελίδες απ' τα θαυμάσια βιβλία μας, όπως είναι «Η δημοσιά του Βολοκολάμσκ», «Πώς δενότανε τ' ατσάλι» κλπ. και από καιρό σε καιρό να γίνονται ορισμένες διαλέξεις και συζητήσεις πάνω σε τρέχοντα ζητήματα, όπως η σημασία της δημιουργίας της Προσωρινής Δημοκρατικής κυβέρνησης, πώς πρέπει να 'ναι ο μαχητής του Δημοκρατικού στρατού κλπ. Η διαφώτιση που περιλαβαίνει τα πιο πάνω είναι αρκετή. Εμείς πόλεμο κάνουμε σήμερα και δεν έχουμε τον καιρό και τις δυνατότητες για να κάνουμε μεγαλύτερη διαφώτιση. Και δεν είναι σωστό να 'χουμε ξεχωριστούς διαφωτιστές, όπως κάνουν ορισμένα τμήματά μας. Η πολιτική μας όμως δουλειά αγκαλιάζει όλες τις εκδηλώσεις του στρατού μας και δε σημαίνει απλώς διαφώτιση. Είπαμε πιο πάνω ότι η πολιτική δουλειά εξυπηρετεί τον πόλεμο. Αυτό θα πει ότι το κύριο περιεχόμενο της πολιτικής δουλειάς είναι ο πόλεμος, η προετοιμασία και η διεξαγωγή των μαχών, η ζωή του στρατού για να γίνει πιο μαχητικός και να διεξάγει καλύτερα τον πόλεμο.

Στις συνεδριάσεις μας, στις δημοκρατικές συνελεύσεις μας, θα πρέπει να σταματήσουν οι χαιρετούρες και οι πανηγυρισμοί με τα στερεότυπα «χαιρετίζω κι εγώ με τη σειρά μου τη συνέλευση» και οι συνηθισμένες γενικολογίες, όπως «είχαμε μεγάλες επιτυχίες πλην όμως είχαμε και μεγάλες αδυναμίες» (ποιες είναι αυτές οι αδυναμίες δεν τις λέμε). Και να απασχολούμαστε με μερικά απλά πράγματα, όπως π.χ., πως πάει η εκπαίδευσή μας, αν μάθαμε τη λειτουργία των όπλων και την ταχτική τους χρησιμοποίηση, να μελετάμε την πείρα απ' τις μάχες που δίνουμε, τη συμπεριφορά προς τους αξιωματικούς και αναμεταξύ μας, πώς πάει η πειθαρχία, αν υπάρχει η ψυχική ενότητα και πώς θ' αναπτυχτεί, τα καλά και τα κακά παραδείγματα απ' την καθημερινή μας ζωή, πώς φυλάγουμε τα μυστικά του στρατού μας και άλλα παρόμοια πράγματα που θα μας κάνουν καλύτερους μαχητές. Οι συνεδριάσεις μας και όλες οι άλλες δουλιές μας θα πρέπει να κρατάνε λίγο. Να 'μαστε λιγόλογοι και συγκεκριμένοι. Με θέματα, ένα δυο το πολύ, που θα τα δουλεύουμε πριν πάμε στη συνέλευση. Ο πόλεμος, η πολεμική τέχνη, ζητήματα ταχτικής, η σωστή χρησιμοποίηση του σαμποτάζ, των ελεύθερων σκοπευτών, των ανιχνευτών κλπ. είναι τα προβλήματα που πρέπει να απασχολούν τις συνελεύσεις μας και όλη μας την πολιτική δουλειά.

Ιδιαίτερα σταματάμε στην προσοχή που πρέπει να δίνουμε στον παράγοντα άνθρωπο, στο μαχητή μας. Ο πολιτικός επίτροπος που δεν προσέχει τον παράγοντα άνθρωπο θα αποτύχει στη δουλειά του. Ο πολιτικός επίτροπος που δεν παλεύει για να σταματήσουν οι διακρίσεις και οι εκδηλώσεις αριστοκρατισμού στο Δ.Σ. αυτός κάνει πολύ κακά τη δουλιά του. Ο πολιτικός επίτροπος προσέχει τι τρώνε οι μαχητές και διαρκώς σκέφτεται και λύνει οργανωμένα με την καθοδήγηση του διοικητή του το επιμελητειακό πρόβλημα που 'ναι τόσο σοβαρό για το Δ.Σ. Ο πολιτικός επίτροπος ενδιαφέρεται αν είναι και πώς είναι ντυμένοι οι μαχητές και δεν ανέχεται να 'ναι οι αντάρτισσες ντυμένες με ένα σακάκι και να κρυώνουν, ενώ τα στελέχη μας είναι συνήθως καλοντυμένα και με ζεστά ρούχα. Ο πολιτικός επίτροπος ενδιαφέρεται για όλες τις ανάγκες των μαχητών, ποιος είναι άρρωστος κλπ. και παίρνει ιδιαίτερα μέτρα για να τον βοηθήσει. Βλέπει τους τραυματίες σαν ιερά πρόσωπα και δεν επιτρέπει την αηδία και το αίσχος να πάνε οι τραυματίες πεζοί, και μερικοί κακομαθημένοι και καλοθρεμμένοι επιμελητές να γυρνάνε άσκοπα πάνω στ' άλογα. Ο πολιτικός επίτροπος δίνει εξαιρετική σημασία στην ανάπτυξη καλών σχέσεων μαχητών και στελεχών και προπαντός προσέχει τη συμπεριφορά των αξιωματικών προς τους άντρες να είναι άψογη, συναγωνιστική, πατρική, χωρίς να γίνεται φυσικά καμιά υποχώρηση στο ζήτημα της στρατιωτικής πειθαρχίας. Ο πολιτικός επίτροπος δεν επιτρέπει καμιά χειροδικία, τραμπουκισμό και χυδαιότητες των στελεχών προς τους στρατιώτες του Δ.Σ.Ε. Ο πολιτικός επίτροπος φροντίζει για να μην κάνει έκτροπα ο Δ.Σ. (πλιάτσικο, αντιλαϊκές πράξεις) και όταν εκδηλώνονται αγωνίζεται για να διορθωθούν και να ξεπεραστούν. Ο πολιτικός επίτροπος παλεύει για να διορθώσει όλες τις αδυναμίες, τις παρεκτροπές, όλα τα στραβά, που είναι ακόμα αρκετά στο Δ.Σ.Ε., και τη δουλιά του αυτή την κάνει ψύχραιμα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, μεθοδικά και προπαντός με το προσωπικό του παράδειγμα. Μ' αυτά τα ζητήματα πρέπει ν' απασχολείται ο πολιτικός επίτροπος και η πολιτική μας δουλειά μέσα στο Δ.Σ.Ε. Αυτές οι αδυναμίες και οι ελλείψεις μας, που 'χουν σχέση με τον παράγοντα άνθρωπο, με τη ζωή των μαχητών μας, πρέπει να μπαίνουν στις δημοκρατικές μας συνελεύσεις και σε κάθε μας συνεδρίαση. Ακόμα αντί να γίνονται κουτσομπολιά γύρω από τέτοια ζητήματα, όπως π.χ. ότι το φαγητό μας είναι λίγο, θα πεθάνουμε αν θα συνεχιστεί αυτός ο υποσιτισμός, γιατί το ψωμί μας είναι άσχημο, θα πρέπει να τα συζητάμε οργανωμένα, πολιτισμένα και να παίρνουμε όλα τα μέτρα για να διορθώνουμε όσα μέσα στις σημερινές συνθήκες μπορούν να διορθωθούν.

Είναι αλήθεια, πως έχουμε ορισμένα καλά παραδείγματα πολιτικής δουλειάς μέσα στο ΔΣΕ. Σε ορισμένες συσκέψεις αποδείχτηκε ότι μερικοί πολιτικοί επίτροποι ταγμάτων έδωσαν κιόλας το σωστό προσανατολισμό στην πολιτική μας δουλειά και κατάλαβαν ότι πρέπει να εξυπηρετεί τον πόλεμο και μόνο τον πόλεμο. Π.χ. ένα πολιτικός επίτροπος τάγματος όταν είδε ορισμένες αδυναμίες που παρουσίαζε το τάγμα σε μια μεγάλη πορεία, έβαλε ανοιχτά τις αδυναμίες αυτές μπροστά στη συνέλευση - στη διάρκεια της πορείας - και έπαιρναν οι ίδιοι οι μαχητές τα μέτρα που χρειάζονταν για να ξεπεραστούν. Και οι πολιτικοί επίτροποι λόχων και διμοιριών που 'ναι πιο κοντά στους μαχητές αισθάνονται τις ανάγκες τους και ασχολούνται λιγότερο με «θεωρίες» και «διαφωτίσεις» και περισσότερο με τα πραχτικά ζητήματα του πολέμου και της ζωής των μαχητών.

Τα περισσότερα όμως παραδείγματα δεν είναι καλά. Έχουμε πολιτικούς επιτρόπους, ιδιαίτερα στις ανώτερες μονάδες, πουναι εντελώς ξεκομμένοι απ' τους μαχητές, πουναι κλεισμένοι στα καλύβια τους και κάνουν χαρτοπόλεμο με τις διαταγές. Αυτοί σπάνια πάνε στους μαχητές, κάνουν μακροσκελείς εισηγήσεις πουναι όλο γενικολογία και ηχηρές φράσεις χωρίς περιεχόμενο και παλμό, ρίχνουν όλες τις στραβομάρες στους μαχητές μας. Δεν καταδέχονται να ζήσουν τη ζωή, τα προβλήματα των μαχητών και να πάρουν μαθήματα απ' αυτά τα θαυμάσια παιδιά, που 'ναι τα πραγματικά διαμάντια του κινήματός μας. Ας αναφέρουμε μερικά χαραχτηριστικά παραδείγματα. Σε μια ταξιαρχία ο πολιτικός επίτροπος έκανε μια εισήγηση γύρω απ' την πολιτική κατάσταση, απ' την οποία δεν έβγαινε κανένα νόημα, χαραχτήριζε σαν «ατομικό παραγοντισμό»(!!) το παράδειγμα των στελεχών μας που σκοτώνονται στις μάχες, μιλούσε μια ώρα για την πολεμική μας δουλειά γενικά και αφηρημένα και ύστερα έλεγε «τώρα θα μιλήσω για την πολιτική μας δουλειά» σαν νατανε αυτή κάτι ανεξάρτητο απ' τον πόλεμο. Σε άλλη ταξιαρχία ο πολιτικός επίτροπος έλεγε στην εισήγησή του ότι η απόσπαση της καθοδήγησης απ' τη βάση «είναι απ' το τάγμα και κάτω», ενώ απ' τη συζήτηση διαπιστώθηκε και η απόσπαση της καθοδήγησης της ταξιαρχίας. Ο πολιτικός επίτροπος ενός τάγματος είχε να δει ένα λόχο πέντε ολόκληρους μήνες. Και ένας αξιωματικός πληροφοριών είχε να βγει απ' το γραφείο του ενάμισι χρόνο. Δε μιλώ για τα ζητήματα της επαγρύπνησης και της περιφρούρησης του στρατού μας, όπου γίνονται πραγματικά εγκλήματα, γιατί θα απασχοληθούμε σε άλλο άρθρο.

Μιλήσαμε πιο πάνω για τα ζητήματα και το περιεχόμενο της πολιτικής μας δουλειάς στο Δ.Σ.Ε. Είναι καιρός να βάλουμε τέρμα στην υποτίμηση της πολιτικής δουλειάς και να ξεκαθαρίσουμε όλες τις συγχύσεις γύρω απ' αυτήν. Και προπαντός να οργανώσουμε καλά την πολιτική μας δουλειά για ναχουμε τ' αποτελέσματα που περιμένουμε. Οι πολιτικοί επίτροποι πρέπει να συναισθανθούν τις μεγάλες ευθύνες τους. Και οι ανώτερες διοικήσεις να μη διστάσουν ν' αλλάξουν σύμφωνα με τον τρόπο που καθορίζει η σχετική διαταγή του Γενικού μας Αρχηγείου τους πολιτικούς επιτρόπους που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Σήμερα πόλεμο κάνουμε και στον πόλεμο δοκιμές δεν επιτρέπονται. Θα βοηθήσουμε και πρέπει να βοηθήσουμε μ' όλα τα μέσα τους πολιτικούς επιτρόπους που χρειάζονται βοήθεια και μπορεί να διορθωθούν, μα και τολμηρά θα αλλάξουμε και θα αντικαταστήσουμε εκείνους που μπαίνουν εμπόδιο στη δουλειά μας.


Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

«Λαοκρατία και όχι βασιλιά»

Παρέλαση Ελασιτών μετά την Απελευθέρωση
Του ΦΟΙΒΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ

Στα τέλη Οκτωβρίου 1944, ο πρωτεργάτης της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και βασικός
εκφραστής της συμμαχίας της Ελλάδας με την Αγγλία, ο βασιλιάς Γεώργιος Β' είναι ο επίσημος που δεν έχει επιστρέψει ακόμα στην Ελλάδα. Δημοκρατικές και αριστερές δυνάμεις έχουν εκφραστεί κατά της επιστροφής του Γεωργίου πριν από τη διενέργεια ενός γνήσιου δημοψηφίσματος.

Αλλά, στις 8 Οκτωβρίου, ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσόρτσιλ σε συνάντησή του με τον Γ. Παπανδρέου στη Νάπολη της Ιταλίας θα επιμένει να επιστρέψει ο βασιλιάς στην Ελλάδα μαζί με την κυβέρνηση εθνικής ενότητας και τον πρωθυπουργό.

Ο Παπανδρέου εξήγησε στον Τσόρτσιλ ότι μια ξαφνική επιστροφή του βασιλιά θα ήταν καταστροφική για την ομαλότητα. Τελικά ο Τσόρτσιλ συμφώνησε και υπογράφτηκε μεταξύ των δύο πλευρών το ακόλουθο κείμενο, που σήμαινε ότι ο Γεώργιος θ' ασκούσε από το εξωτερικό τα βασιλικά του καθήκοντα:

«Ο Βασιλεύς θέλει ασκή την βασιλικήν εξουσίαν εκ Λονδίνου. Οι Νόμοι και τα Διατάγματα θα εγκρίνονται κατόπιν τηλεγραφικής εντολής...».

Νέα κυβέρνηση

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα (18 Οκτωβρίου) ο Γ. Παπανδρέου υπέβαλε την παραίτησή του στο βασιλιά «σύμφωνα με τα συνταγματικά έθιμα και την καθιερωμένη κοινοβουλευτική πρακτική». Ο Γεώργιος του ανέθεσε και πάλι το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, που ορκίστηκε στις 23 Οκτωβρίου και συμπεριελάμβανε τους ίδιους εκπροσώπους της Αριστεράς.

Η σύνθεσή της ήταν η ακόλουθη: Γ. Παπανδρέου: πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών και προσωρινά Στρατιωτικών. Φ. Μανουηλίδης, Εσωτερικών. Π. Κανελλόπουλος, Ναυτικών. Π. Φικιώρης, Αεροπορίας. Ν. Αβραάμ, Δικαιοσύνης. Θ. Τσάτσος, Εφοδιασμού. Κ. Μαρούλης, Υγιεινής. Π. Ράλλης, Εμπορικής Ναυτιλίας. Στ. Στεφανόπουλος, Μεταφορών. Δ. Λόντος, Κοινωνικής Πρόνοιας. Α. Θεολογίτης, Τ.Τ.Τ. Π. Χατζηπάνος, Παιδείας. Αλ. Σβώλος, Οικονομικών. Ηλ. Τσιριμώκος, Εθνικής Οικονομίας. Ν. Ασκούτσης, Δημοσίων Εργων. Μ. Πορφυρογένης, Εργασίας. Ι. Ζέβγος, Γεωργίας. Γ. Καρτάλης, άνευ χαρτοφυλακίου.

Ορκίστηκε επίσης και ένας ορισμένος αριθμός υφυπουργών. Ο Βρετανός πρεσβευτής Λίπερ ενημέρωσε το Φόρεϊν Οφις ότι ο Παπανδρέου «θεώρησε ασύνετο να μειώσει τη συμμετοχή του ΕΑΜ» στην κυβέρνηση, γιατί μέχρι να μπορέσει να σχηματίσει τακτικό στρατό, «το ΕΑΜ κατέχει τη μόνη ένοπλη δύναμη».

Οι επίσημοι Βρετανοί στο Λονδίνο ενδιαφέρονταν όμως και γι' άλλα ζητήματα. Το Φόρεϊν Οφις ρώτησε τον Λίπερ να μάθει «επειγόντως σε ποιον έδωσαν όρκο οι νέοι Ελληνες υπουργοί» στις 23 Οκτωβρίου. Ο Λίπερ απάντησε καθησυχαστικά ότι «ο όρκος δόθηκε στον βασιλέα», που δεν είχε φτάσει στην Αθήνα, αλλά προσπαθούσε να κινήσει τα νήματα από τα παρασκήνια.

Ο Τσόρτσιλ ήταν αποφασισμένος να επαναφέρει τον Γεώργιο στην Ελλάδα. Αφού άφηνε στους Ρώσους ελεύθερο το πεδίο σε άλλες βαλκανικές χώρες, απαιτούσε να επαναφέρει στην Ελλάδα ένα φιλοβρετανικό καθεστώς.

Αντονι Ιντεν

Στις 25 Οκτωβρίου ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Αντονι Ιντεν, έφτασε στην απελευθερωμένη Αθήνα και μετά την ενημέρωσή του από τον Παπανδρέου τηλεγράφησε στον Τσόρτσιλ: «Το ΕΑΜ είναι δραστήριο και θα ήταν επιπόλαιο κατά την κρίση μου να υποτιμήσουμε τη δύναμή του».

Ο Βρετανός επίσημος δέχτηκε στην Αθήνα και ένα χαιρετιστήριο μήνυμα από την ηγεσία του ΚΚΕ, το οποίο έγραφε μεταξύ άλλων: «Εκ μέρους του ΚΚΕ απευθύνουμε προς την υμετέρα εξοχότητα και προς τους λαούς της συμμάχου μας Μεγάλης Βρετανίας θερμότατο χαιρετισμό και σας ευχόμαστε το "καλώς ορίσατε" στην ελεύθερη πρωτεύουσα της χώρας μας. Ο Ελληνικός λαός στάθηκε ειλικρινής Φίλος του μεγάλου φιλελεύθερου αγγλικού λαού και κατά την κρίσιμη στιγμή του αγώνα εναντίον του χιτλερικού φασισμού θα συνεχίσει τον αγώνα στο πλευρό των Συμμάχων μας και θα συνεργαστεί στενά στο έργο της δημοκρατικής και οικονομικής ανασύνταξης...».

Αλλά εκείνες τις τελευταίες μέρες του Οκτώβρη δεν λείπουν και τα επεισόδια και οι αψιμαxίες, που αποκαλύπτουν κάτω από την ήρεμη επιφάνεια την ένταση των εσωτερικών αντιθέσεων.

Η οργάνωση Χ είναι οχυρωμένη στην περιοχή του Θησείου και ενισχύεται σε οπλισμό από δυνάμεις του κρατικού μηχανισμού.

Θανάσιμος αντίπαλος

Οπως ανέφερε σε τηλεοπτική εκπομπή των τελευταίων χρόνων, το παλιό μέλος της Χ, Ν. Φαρμάκης, δεν επρόκειτο για αντιστασιακή οργάνωση, αλλά για καθαρά αντικομμουνιστική οργάνωση, θανάσιμο αντίπαλο του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, που ενισχυόταν και μετά την απελευθέρωση από εκείνους που ήθελαν την εξουδετέρωση της δύναμης της Αριστεράς.

Τη Δευτέρα 30 Οκτώβρη ένας αξιωματικός της Χ, που αναγνωρίστηκε στο κέντρο της Αθήνας ως «βασανιστής», πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν ΕΛΑΣίτη. Συνελήφθη από τους περαστικούς και παραδόθηκε στον ΕΛΑΣ, που έπρεπε να τον παραδώσει στη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής.

Στη διάρκεια της κράτησής του εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ συνομίλησε μαζί του:

- «Ασημακόπουλε, από τον τρόπο που φέρνεσαι φαίνεται ότι δεν έχεις συναίσθηση των πράξεων της προδοσίας σου, της θέσης σου».

- «Μη με βρίζετε, κύριε λοχαγέ».

- «Μα, είσαι αποδειγμένος δωσίλογος συνεργάτης των Γερμανών. Εχεις βασανίσει με τη συμμορία τής Χ τόσους αγωνιστές».

- «Μη με βρίζετε, κύριε λοχαγέ! Εγώ είμαι στρατιώτης και διά παν ό,τι έπραξα εξετέλουν διαταγάς»...

Σε αντίποινα οι Χίτες συνέλαβαν αρκετούς ομήρους στην περιοχή Θησείου - Γέφυρας Καμπά - Πετραλώνων και τους έκλεισαν στο 9ο Σχολείο.

Μέσα στον Οκτώβριο δεν έλειψαν μεμονωμένα επεισόδια, αλλά είχε αποφευχθεί μια γενικευμένη σύγκρουση. Επικρατούσε μέχρι στιγμής η συνεννόηση.

Παρέλαση

Η 28η Οκτωβρίου 1944 γιορτάστηκε έντονα με στρατιωτική παρέλαση, στην οποία συμμετείχε ο ΕΛΑΣ με δύο Ταξιαρχίες και τα «δύο πρότυπα τάγματά του που έχει συγκροτήσει ύστερα από διαταγή του Στρατιωτικού Διοικητή Αττικής» στρατηγού Σπηλιωτόπουλου.

Η παρουσία της στρατιωτικής αντιπροσωπείας του ΕΛΑΣ στη μητρόπολη, όπου συμμετέχει και ο αρχηγός του Στ. Σαράφης, που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στην Αθήνα, είναι επιβλητική. Η παρέλαση άρχισε από την 3ης Σεπτεμβρίου. Με τον ίδιο τρόπο είχε γίνει και η υποδοχή του Ιντεν στην Αθήνα, λίγες μέρες νωρίτερα.

Πλάι στα συνθήματα υπέρ των Συμμάχων και της Εθνικής Κυβέρνησης ακούγονταν κι εκείνα υπέρ της τιμωρίας των δωσιλόγων. Οπως και εκείνο που είχε ακουστεί στις 18 Οκτώβρη, στη διάρκεια του λόγου του Γ. Παπανδρέου στο Σύνταγμα: «Λαοκρατία και όχι βασιλιά».

Αλλά παράλληλα με τις υποβόσκουσες εσωτερικές αντιθέσεις θα μπορούσαν να υπάρξουν και διεθνείς αντιθέσεις που να επηρεάσουν την ελληνική πραγματικότητα.

Αναδημοσίευση από http://www.enet.gr/?i=news.el.ellada&id=394439

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Η ρήξη της Κατοχής: ΕΑΜ και Τάγματα Ασφαλείας

ΤΟΥ ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ *

Ο πόλεμος και ιδιαίτερα η στρατιωτική κατοχή της χώρας βρήκαν εντελώς απροετοίμαστο και αποδιοργανωμένο το προπολεμικό πολιτικό σύστημα
Η αποσάθρωση του πολιτικού κόσμου, απότοκο τόσο των εσωτερικών εξελίξεων όσο και των ευρύτερων αλλαγών που συντελέστηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη λόγω της οικονομικής κρίσης και του εκφασισμού των ευρωπαϊκών κοινωνιών, έφτασε στην κορύφωσή της κατά την περίοδο της Κατοχής.

Ο πόλεμος και ιδιαίτερα η στρατιωτική κατοχή της χώρας βρήκαν εντελώς απροετοίμαστο και αποδιοργανωμένο το προπολεμικό πολιτικό σύστημα. Η αδυναμία των μεγάλων αστικών κομμάτων να συνδράμουν τον σκληρά δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό ανέτρεψε πλήρως τους πολιτικούς συσχετισμούς στη χώρα. Είναι ενδεικτικό ότι όλες οι σημαντικές αντιστασιακές οργανώσεις που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα προήλθαν από πολιτικούς σχηματισμούς που είτε δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της Κατοχής είτε προέκυψαν από το μετασχηματισμό κομμάτων που είχαν μικρή εκλογική επιρροή κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου.

Το «κόκκινο» σύνορο

Η ανατροπή των προπολεμικών πολιτικών δεδομένων αντανακλάται στη μετατόπιση της κύριας διαχωριστικής γραμμής από το εσωτερικό του αστικού πολιτικού κόσμου, στο σύνορο που τον χώριζε από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ετσι, ενώ προπολεμικά ο κύριος πολιτικός ανταγωνισμός εκδηλωνόταν στο εσωτερικό του αστικού πολιτικού κόσμου ανάμεσα σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς, κατά τη διάρκεια της Κατοχής μετατοπίστηκε προς τα αριστερά και εκφράστηκε από τη διαμάχη ανάμεσα στις ΕΑΜικές και τις αντιΕΑΜικές δυνάμεις. Αυτός ο μετασχηματισμός δεν είχε συγκυριακό χαρακτήρα, καθώς ήταν αποτέλεσμα των ριζικών αλλαγών που συντελέστηκαν σε επίπεδο αντιλήψεων και νοοτροπιών. Με άλλα λόγια, η αλλαγή της πολιτικής συμπεριφοράς στην κατοχική Αθήνα δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο των μετασχηματισμών που συντελέστηκαν σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής σκηνής, αλλά και των σημαντικών ανατροπών που υλοποιήθηκαν στη βάση της ελληνικής κοινωνίας.

Το ΕΑΜ

Το γεγονός που μετέβαλε την πολιτική συνείδηση και άρα την πολιτική συμπεριφορά των κατοίκων της πρωτεύουσας κατά τη διάρκεια της Κατοχής ήταν η εμφάνιση των αντιστασιακών οργανώσεων και ιδιαίτερα του ΕΑΜ. Κάτω από τις σκληρές συνθήκες της στρατιωτικής κατοχής, η πολιτική έκφραση πέρασε από τα πολιτικά κόμματα στις αντιστασιακές οργανώσεις, λαμβάνοντας τη μορφή της αντιστασιακής δράσης. Ανάμεσα σε αυτές, το ΕΑΜ, λόγω του κινηματικού χαρακτήρα του και της τεχνογνωσίας των προπολεμικών κομμουνιστών στην οργάνωση της πολιτικής δράσης σε συνθήκες παρανομίας, μετατράπηκε στο μαζικότερο και δυναμικότερο κομμάτι της ελληνικής Αντίστασης.

Οι πρόσφυγες

Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά του ΕΑΜικού αντιστασιακού κινήματος στην πρωτεύουσα. Οι πρόσφυγες ήταν το πλέον πολυπληθές και παράλληλα συμπαγές κομμάτι των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων στην Αθήνα. Εχοντας απολέσει σχεδόν το σύνολο των περιουσιών τους, δεν είχαν προλάβει, στα 18 χρόνια που είχαν μεσολαβήσει από τη Μικρασιατική Καταστροφή, ν' ανασυγκροτηθούν οικονομικά. Επιπρόσθετα, ένα μεγάλο ποσοστό τους δεν είχε ακόμη ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία, εξακολουθώντας να ζει κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά περιθωριοποιημένο. Οι πρόσφυγες αποτελούσαν συνεπώς ίσως το πιο ευάλωτο τμήμα τής σκληρά δοκιμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας κατά τη διάρκεια της Κατοχής.

Ο λιμός

Οταν λίγους μήνες μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πόλη ξέσπασε ο εφιαλτικός κατοχικός λιμός, οι πρόσφυγες βρέθηκαν απόλυτα εκτεθειμένοι στις καταστροφικές του συνέπειες. Σε αντίθεση με τους παλαιούς κατοίκους της πόλης, η αδυναμία πώλησης ακίνητης περιουσίας και αναζήτησης τροφίμων στην επαρχία, στους τόπους καταγωγής τους, τους έστρεψε μαζικά στη μοναδική στρατηγική επιβίωσης που μπορούσαν να υλοποιήσουν: τη συμμετοχή στο ΕΑΜικό, κυρίως, αντιστασιακό κίνημα, που με τις συνεχείς και δυναμικές κινητοποιήσεις του διεκδικούσε την επίλυση του επισιτιστικού προβλήματος. Παράλληλα, οι τρόποι πολιτικής δράσης, που είχαν εισαγάγει οι κομμουνιστικές οργανώσεις στις προσφυγικές συνοικίες τη δεκαετία του 1930, απέκτησαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής άλλο χαρακτήρα και περιεχόμενο. Η συλλογική δράση με στόχο την άμεση επίλυση προβλημάτων της καθημερινότητας, από περιθωριακή πρακτική πολιτικής δράσης, στο Μεσοπόλεμο, μετατράπηκε σε κυρίαρχη μορφή, κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Οι εκατοντάδες λαϊκές επιτροπές, οι επιτροπές διεκδίκησης συσσιτίων, διανομής ενδυμάτων, φαρμάκων, ειδών καθαριότητας, οι διαρκείς παραστάσεις σε υπουργεία και άλλες υπηρεσίες, κατέστησαν τη συλλογική δράση κεντρικό στοιχείο της Αντίστασης και παράλληλα αποτέλεσαν χώρους και τρόπους πολιτικών διεργασιών.

Τάγματα Ασφαλείας

Πέρα από τον αγώνα για την επιβίωση, ακόμη μια από τις βασικές αιτίες που οδήγησαν στη μαζική ένταξη των προσφύγων στο ΕΑΜ ήταν η στοχοποίηση των προσφυγικών συνοικιών από την τελευταία κυβέρνηση δωσιλόγων του Ιωάννη Ράλλη. Οι πρόσφυγες είδαν πίσω από τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας τη συμμαχία προσωπικοτήτων από τα δύο κύρια αντίπαλα προπολεμικά πολιτικά στρατόπεδα, όπως του σφόδρα αντιβασιλικού στρατηγού Θεοδώρου Παγκάλου, του βασιλόφρονα Ιωάννη Ράλλη και του βενιζελικού Στυλιανού Γονατά. Ετσι σε επίπεδο συμβολισμών αλλά και ουσίας, η συμμαχία προσωπικοτήτων του αστικού πολιτικού χώρου στη δημιουργία των προδοτικών Ταγμάτων Ασφαλείας καθιστούσε το ΕΑΜ ως τη μοναδική αξιόλογη πατριωτική επιλογή.

Τα μπλόκα

Οι φόβοι των προσφύγων για τη στοχοποίησή τους από την τριανδρία Παγκάλου-Ράλλη-Γονατά αποδείχτηκαν σωστοί και μάλιστα με τραγικό τρόπο: όλα τα μεγάλα μπλόκα που σχεδιάστηκαν από αξιωματούχους του υπουργείου Εσωτερικών και της Χωροφυλακής και υλοποιήθηκαν από τα Ευζωνικά Τάγματα Ασφαλείας υπό την εποπτεία Γερμανών αξιωματικών, πραγματοποιήθηκαν σε προσφυγικές συνοικίες το καλοκαίρι του 1944: σε Νέα Ιωνία, Γούβα, Περιστέρι, Βύρωνα, Κατσιπόδι, Δουργούτη, Νέα Σμύρνη, Κοκκινιά και Καλλιθέα, σε διάστημα μόλις δύο μηνών θα συλληφθούν περίπου 10.500 και θα εκτελεστούν επί τόπου περίπου 430 άτομα.

Η πολιτισμική γεωγραφία των μπλόκων, η οποία καταδεικνύει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι οι προσφυγικές συνοικίες βρίσκονταν στο επίκεντρο της αντιΕΑΜικής δράσης των Σωμάτων Ασφαλείας, ώθησε τους κατοίκους τους, είτε για λόγους προστασίας είτε για λόγους εκδίκησης, σε μαζική ένταξη στις ΕΑΜικές οργανώσεις.

* Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, οικονομολόγος, ιδρυτικό μέλος του Φόρουμ Κοινωνικής Ιστορίας. Εχει συγγράψει το βιβλίο «Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα», εκδ. Αλεξάνδρεια, 2012. Το παραπάνω κείμενο προέρχεται από την εισήγησή του στο Σεμινάριο Σύγχρονης Ιστορίας (Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Κηφισιάς, συντονισμός Βλ. Αγτζίδης) και είχε τίτλο «Η πολιτική συμπεριφορά των Μικρασιατών προσφύγων στην Αθήνα. Από τους βενιζελικούς του Μεσοπολέμου στη μεταπολεμική Αριστερά».

Αναδημοσίευση από http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=391352

Οι ναζί φεύγουν, οι ταγματασφαλίτες δολοφονούν

ΤΟΥ ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ*

Στις 12 Οκτωβρίου του 1944 -ήταν Πέμπτη- απελευθερώθηκε η Αθήνα. Τα ναζιστικά στρατεύματα αποχώρησαν από το κέντρο της πόλης νωρίς το πρωί, έχοντας υποστείλει πρώτα από την Ακρόπολη τη σημαία του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κράτους.

Η υποστολή της ναζιστικής σημαίας θα αναδειχθεί στο συμβολικό χρονικό σημείο της Απελευθέρωσης. Ομως η πραγματική αποχώρηση των Γερμανών από την πρωτεύουσα της Ελλάδας θα γίνει την επόμενη μέρα.

Οι τελευταίες ημέρες της Κατοχής δεν ήταν αναίμακτες. Πολιτική των κατακτητών ήταν η καταστροφή των υποδομών της χώρας. Την παραμονή της αναχώρησής τους και κατ' απαίτηση των δωσίλογων συνεργατών τους, είχαν επιτεθεί στην προσφυγική Καισαριανή, που αποτελούσε εστία της αντιφασιστικής αντίστασης, δολοφονώντας με απαγχονισμό τους αγωνιστές που συνέλαβαν. Το βράδυ της 12ης προς 13η Οκτωβρίου οι γερμανικές δυνάμεις αποχωρούν από την περίμετρο της πόλης καταστρέφοντας κάθε βασική υποδομή. Την ίδια στιγμή που οι δεκάδες χιλιάδες των κατοίκων βγαίνουν στους δρόμους για να γιορτάσουν την απελευθέρωση, τα γερμανικά στρατεύματα καταστρέφουν κάθε βιομηχανική υποδομή. Από τα εργοστάσια του Πειραιά έως το αεροδρόμιο Τατοΐου.

Γερμανικό σαμποτάζ

Η σημαντικότερη προσπάθεια των Γερμανών θα γίνει στον Πειραιά, το πρωί της 13ης Οκτωβρίου. Θα προσπαθήσουν να ανατινάξουν τις λιμενικές εγκαταστάσεις της Ηλεκτρικής Εταιρείας (Πάουερ). Η Ηλεκτρική Εταιρεία παρήγε την ηλεκτρική ενέργεια για όλον τον αστικό χώρο του Λεκανοπεδίου. Οι Γερμανοί είχαν παγιδεύσει με εκρηκτικές ύλες από πριν τα κυριότερα κτήρια του Πειραιά, ώστε να μπορούν να διαχειριστούν την καταστροφή τους κεντρικά. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ κατάφεραν να κόψουν τα καλώδια, σώζοντας πολλά από τα παγιδευμένα κτήρια. Το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρείας το προστάτευε το 10ο Τάγμα του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Μόλις οι Γερμανοί έφτασαν στην είσοδο του εργοστασίου δέχτηκαν τα πυρά των ΕΛΑΣιτών. Η μάχη κράτησε δυόμισι ώρες και ήταν σκληρή. Οι Γερμανοί έχασαν εννέα στρατιώτες ενώ άλλοι 45 συνελήφθησαν. Ο ΕΛΑΣ είχε 11 νεκρούς. Το εργοστάσιο σώθηκε.

«Η υπογραφή του κτήνους»

Ετσι επιγράφεται το πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας «Ελευθερία» που κυκλοφόρησε στις 14 Οκτωβρίου. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η περιγραφή της νύκτας από τη 12η έως τη 13η Οκτωβρίου: «Καθ' όλην τη νύκτα της Πέμπτης προς Παρασκευήν εμαίνοντο τα κακούργα ένστικτα των ούνων. Από του πολυπαθούς Πειραιώς μέχρι του Περάματος τίποτε δεν έμεινεν όρθιο. Τίποτε.

»Η καταστροφή είναι απερίγραπτος και είναι η μεγαλυτέρα απ' όσας επέφεραν οι Βάρβαροι εις τον τόπον αυτόν... Συντρίμματα μόχθου εκατό ετών ηπλώθησαν εις του Βασιλειάδου, εις τα "σιλό", εις τα κρηπιδώματα, εις τας αποθήκας "Σελλ" και της "Σοκοπελ" - παντού. Πόσον μεγάλη είναι η καταστροφή και πόσον δίκαια η λύσσα μας και πόσον κολοσσιαίον το αίτημά μας διά μία ολοκληρωτικήν εκδίκησιν μόνον αν αναλογισθή κανείς ότι ο Πειραιεύς ως λιμήν δεν υφίσταται, ότι η οικονομίαν της Χώρας, ο επισιτισμός μας, η ευημερία της Αύριον υπέστησαν τεράστιον πλήγμα υπολογιζόμενα εις εκατομμύρια χρυσών λιρών -αυτά τα οποία γενεαί και γενεαί Ελλήνων εμαζεύαμε δεκάραν δεκάραν- θα ημπορέσει να εννοήσει».

Η επόμενη μέρα

Με την πλήρη αποχώρηση των Γερμανών εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μια τριμελής επιτροπή για να προετοιμάσει το έδαφος για την άφιξη της εξόριστης αστικής κυβέρνησης, την οποία είχαν αναγνωρίσει το ΕΑΜ και το ΚΚΕ στο Συνέδριο του Λιβάνου ως τη μοναδική κυβέρνηση του τόπου. Η περίοδος μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης δεν ήταν ομαλή και σημαδεύτηκε από τις συγκρούσεις μεταξύ των δυνάμεων του ΕΛΑΣ και των οργανωμένων στα Τάγματα Ασφαλείας συνεργατών των κατακτητών. Η πιο έντονη δράση των ακροδεξιών συμμοριών συνέβη την 15η Οκτωβρίου, όταν άνοιξαν πυρ στην περιοχή της Ομόνοιας κατά του πλήθους που πανηγύριζε, σκοτώνοντας επτά άτομα.

Την επαύριο της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τους ναζί η μεγαλύτερη οργανωμένη -πολιτικά και στρατιωτικά- δύναμη που είχε υπό τον έλεγχό της σχεδόν το σύνολο της ελλαδικής επικράτειας ήταν η Αριστερά. Ενα ευρύ μέτωπο κομμουνιστών, σοσιαλιστών αλλά και αρκετών φιλελεύθερων είχε συγκροτήσει το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και είχε δημιουργήσει το στρατό του υπό την επωνυμία ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός), του οποίου οι δυνάμεις κυμαίνονταν μεταξύ 50.000-100.000. Παράλληλα είχε δημιουργήσει τη νεολαία της ΕΠΟΝ (Εθνική Πανελλήνια Οργάνωση Νέων) με 800.000 μέλη και την Αλληλεγγύη, που ήταν η κοινωνική οργάνωση υποστήριξης και επιμελητείας, της οποίας τα μέλη έφταναν το ένα εκατομμύριο.

Το ΕΑΜ του ΚΚΕ

Κύρια δύναμη του ΕΑΜ ήταν το ΚΚΕ, το οποίο, όπως φάνηκε από τις συμφωνίες που συνήψε στην Καζέρτα και στον Λίβανο, αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας αστικής δημοκρατίας, όπου θα υπήρχε ελευθερία πολιτικής δράσης. Το ΚΚΕ έχοντας απελευθερωθεί από την κυριαρχία της «Κομιντέρν» και αντιδρώντας στην παραδοσιακή πολιτική των βόρειων σλαβικών χωρών για δημιουργία μακεδονικού ζητήματος εντός των ελληνικών συνόρων απέρριψε τις προτάσεις του Τίτο και των Σλάβων κομμουνιστών για συμμαχία μαζί τους και είχε στραφεί προς την αναζήτηση συμμαχιών και νομιμοποίησης στους δυτικούς «συμμάχους».

Φαίνεται όμως ότι η παραδοσιακή βρετανική αποικιοκρατία από πολύ νωρίς είχε οργανώσει τον εγκλωβισμό της Αριστεράς στα γεωπολιτικά της σχέδια. Ο αδίστακτος Ουίνστον Τσόρτσιλ -που 25 χρόνια πριν είχε κρατήσει ανοιχτά ανθελληνική στάση υποστηρίζοντας το κεμαλικό κίνημα και υπονομεύοντας την ελληνική προσπάθεια για ενσωμάτωση του Σαντζακίου Σμύρνης και της Ανατολικής Θράκης- γράφει προς τον Αντονι Ιντεν λίγο πριν από τη διάσκεψη του Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944): «...Προφανώς οδηγούμαστε σε αναμέτρηση με τους Ρώσους, λόγω των κομμουνιστικών συνωμοσιών τους σε Ιταλία, Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα... Είμαστε στ' αλήθεια διατεθειμένοι να συναινέσουμε στην κομμουνιστικοποίηση των Βαλκανίων και της Ιταλίας;». Ορίζει παράλληλα τη βρετανική στρατηγική: «...Πρέπει να επιτύχουμε ρήξη με το ΕΑΜ, πριν αυτό συνδεθεί πολύ με τους Σοβιετικούς. Θα πρέπει αν είναι δυνατόν να δημιουργήσουμε ένα τέτοιο χάσμα που να δώσει στους Σοβιετικούς να καταλάβουν ότι θα πρέπει να το σκεφθούν πολύ σοβαρά πριν πάρουν οποιαδήποτε απόφαση».

Στην παγίδα των Βρετανών

Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ θα πέσουν στην παγίδα και θα συναινέσουν στη βρετανική μεθόδευση υποτάσσοντας (ακόμα και) τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι και ελπίζοντας στις αγαθές προθέσεις των Βρετανών και του Γεωργίου Παπανδρέου. Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε από τη Μέση Ανατολή η κυβέρνηση. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και μετασχηματίστηκε σε «κυβέρνηση εθνικής ενότητας».

Η επιλογή του Γ. Παπανδρέου

Ο Παπανδρέου υπήρξε ο άνθρωπος που επέλεξε να εφαρμόσει τις βρετανικές μεθοδεύσεις και να στηρίξει την πολιτική του κυριαρχία στις βρετανικές λόγχες. Ενα μήνα πριν (22 Σεπτεμβρίου 1944) θα στείλει στον Τσόρτσιλ το παρακάτω τηλεγράφημα ζητώντας την άμεση αποστολή βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων: «Δύναμαι να σας διαβεβαιώσω ότι η σταθερότης της ελληνικής κυβερνήσεως θα διατηρηθεί πλήρως κατά τας επικείμενους κρίσιμους στιγμάς. Δεν γνωρίζω τους λόγους διά την απουσία της Βρετανίας. Μόνον η άμεσος παρουσία εντυπωσιακών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδα και ώς τας τουρκικάς ακτάς θα ήτο δυνατό να μεταβάλει την κατάστασιν. Από την επικοινωνία μου μετά του αρχιστρατήγου των Συμμαχικών Δυνάμεων, γνωρίζω ότι υπάρχουν δυσκολίες επί του θέματος αυτού. Πάντως, αι επιτυχίες εις τον πόλεμον αυτόν εις τόσον πολλάς αποστολάς, τας οποίας άλλοι εθεώρουν απραγματοποιήτους, δικαιολογούν την ελπίδα της μαρτυρικής Ελλάδος πως η άμεσος και αποφασιστική επέμβασις θα διορθώσει την κατάστασιν». Ο δρόμος για τα Δεκεμβριανά και την εμφύλια σύγκρουση είχε ήδη ανοίξει.

* Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός, http://kars1918.wordpress.com/

Αναδημοσίευση από http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=391352

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Ο Ζαχαριάδης, ο «πράκτορας» Σιάντος και το σχέδιο δολοφονίας

Σταυρόπουλος Λάμπρος

Οι ανησυχίες του ηγέτη του ΚΚΕ, η διαφυγή στο εξωτερικό το 1947 και οι πληροφορίες για τον «χαφιέ»

Ο Ζαχαριάδης στο τέλος ομιλίας του σε στελέχη του ΔΣΕ στον Εμφύλιo.
 Ο ηγέτης του ΚΚΕ θεωρούσε τον Σιάντο πράκτορα των Αγγλων

Κρίσιμες πτυχές της πορείας προς την εμφύλια αναμέτρηση (μεταβαρκιζιανό καθεστώς, αποχή του ΚΚΕ από τις εκλογές του 1946, συγκρότηση των πρώτων αντάρτικων ομάδων και του ΔΣΕ, δολοφονία Ζέβγου κτλ.) μέσα από την παράθεση κειμένων και αλληλογραφίας της εποχής αναδεικνύονται από τις σελίδες του βιβλίου για τον Νίκο Ζαχαριάδη το οποίο μόλις κυκλοφόρησε («Νίκος Ζαχαριάδης - Υπέρ βωμών και εστιών», εκδόσεις Καστανιώτη). Μεταξύ αυτών η διαφυγή του Ζαχαριάδη στο εξωτερικό το 1947 υπό τις πιέσεις των διεθνών συμμάχων του ΚΚΕ λόγω των επίμονων φόβων που διατυπώνονταν για δολοφονία του, αλλά και οι αναστολές του αμφιλεγόμενου κομμουνιστή ηγέτη να φύγει πριν από τον Γιώργη Σιάντο, νούμερο 2 στην ιεραρχία και αντικαταστάτη του την περίοδο της Κατοχής όσο εκείνος βρισκόταν κρατούμενος στο Νταχάου, καθώς τον θεωρούσε πράκτορα των Αγγλων. Η δολοφονία του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ Γιάννη Ζέβγου στις 20 Μαρτίου 1947 στη Θεσσαλονίκη επέσπευσε τις κινήσεις του Ζαχαριάδη, ο οποίος πέρασε στην παρανομία και βγήκε στο εξωτερικό στις 6 Απριλίου 1947, ενώ ο Εμφύλιος είχε φουντώσει, για να επιστρέψει στα τέλη της ίδια χρονιάς αναλαμβάνοντας την καθοδήγηση του ένοπλου αγώνα.

Το θέμα της αποτροπής του κινδύνου δολοφονίας του Ζαχαριάδη απασχολούσε το ΚΚΕ και τους διεθνείς συμμάχους του από το καλοκαίρι του 1946. Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι επιμελητές της έκδοσης κκ. Γ. Πετρόπουλος και Ν. Χατζηδημητράκος, αρχικά η έξοδος του Ζαχαριάδη στην παρανομία και στο εξωτερικό δεν συνδεόταν άμεσα με το ζήτημα του ένοπλου αγώνα, αλλά κυρίως με την ανάγκη να προστατευθεί η ζωή του ηγέτη του ΚΚΕ, δεδομένου ότι, με την ένταση και την έκταση που ελάμβανε ο μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος από μέρους των αντιπάλων του εαμικού κινήματος, ο κίνδυνος δολοφονίας του ήταν κάτι περισσότερο από ορατός.

Ετσι στα τέλη Αυγούστου του 1946 κλιμάκιο της ηγεσίας του ΚΚΕ (Ι. Ιωαννίδης και Π. Ρούσος) είχε βγει στη Γιουγκοσλαβία και είχε αρχίσει να οργανώνει τη διεθνή υποστήριξη στο εαμικό, κομμουνιστικό και αντάρτικο κίνημα, που λίγο αργότερα πήρε ενιαία οργανωτική μορφή με την ίδρυση του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών (Οκτώβριος '46), το οποίο με τη διαταγή υπ' αρ. 19 της 27ης Δεκεμβρίου 1946 ονομάστηκε Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ).

Στις 4 Οκτωβρίου 1946 οι Σοβιετικοί έθεσαν ζήτημα εξόδου του Ν. Ζαχαριάδη από την Ελλάδα, δηλώνοντας ευθαρσώς ότι θεωρούν «σκόπιμο και απαραίτητο να ταξιδέψει ο σ. Ζαχαριάδης από την Ελλάδα στη Γιουγκοσλαβία με τη βοήθεια των φίλων του στη Γιουγκοσλαβία» σχετικά στοιχεία για την επίμαχη αλληλογραφία έχουν δημοσιεύσει ο αείμνηστος Φίλιππος Ηλιού («Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος - Η εμπλοκή του ΚΚΕ», Θεμέλιο/ΑΣΚΙ) και οι ερευνητές κκ. Β. Κόντης και Σπ. Σφέτας («Εμφύλιος πόλεμος. Εγγραφα από τα γιουγκοσλαβικά και βουλγαρικά αρχεία», Παρατηρητής). Η ενημέρωση που γίνεται στους Σοβιετικούς μέσω Ιωαννίδη στις 10 Οκτωβρίου 1946 σχετικά με την απάντηση του Ζαχαριάδη ήταν κατηγορηματική - συμφωνούσε αλλά με μία προϋπόθεση: ότι θα έφευγε από την Ελλάδα «μετά την έξοδο του Σιάντου». Ο Ζαχαριάδης λοιπόν ήθελε να βγει στο εξωτερικό πρώτα ο Σιάντος και μετά εκείνος, καθώς δεν τον εμπιστευόταν.

Οπως είχε πει σχετικά στην 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ το 1950, μετά την ήττα του Εμφυλίου (Αύγουστος 1949) και ενώ ακόμη ήταν κυρίαρχος του «παιχνιδιού» στο ΚΚΕ (υπενθυμίζεται ότι αποκαθηλώθηκε το 1956 στο πλαίσιο της χρουστσοφικής «αποσταλινοποίησης», για να αποκατασταθεί πλήρως, κομματικά και πολιτικά, από το κόμμα του το 2011), «είχαμε αποφασίσει να βγω στο βουνό στις αρχές του δεύτερου εξάμηνου του 1946». «Ετσι μπορούσα να βγω έγκαιρα έξω. Βασικό όμως ήταν το ζήτημα - το ξέρει ο σ. Ιωαννίδης - ότι σε καμιά περίπτωση εγώ δεν ήθελα ν' αφήσω τον Σιάντο πίσω μου. Και είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Σιάντος αρνήθηκε να βγει έξω. Είχαμε αποφασίσει στο ΠΓ πολλές φορές για να φύγει, μα αυτός έφερνε αντιρρήσεις. Τον στείλαμε στη Θεσσαλονίκη, δεν έφυγε όμως. Εγώ έκρινα ότι η ζημιά που μας έκανε ο Σιάντος μένοντας πίσω γινότανε μεγαλύτερη από τη ζημιά που θα γινόταν με την καθυστέρηση τη δική μου» σημείωνε ο Ζαχαριάδης.

Ο ίδιος θεωρούσε τον Σιάντο πράκτορα των Αγγλων στο ΚΚΕ, κάτι που είχε υποστηρίξει στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (10-14 Μαΐου 1950), και μάλιστα τις υποψίες του αυτές τις είχε εκμυστηρευθεί από το καλοκαίρι του 1945, λίγο μετά την επιστροφή του στην Αθήνα από το Νταχάου και την εκ νέου ανάληψη των καθηκόντων του στην ηγεσία του κόμματος, στα τότε μέλη της Γραμματείας της ΚΕ Μ. Παρτσαλίδη, Γ. Ιωαννίδη και Χρύσα Χατζηβασιλείου. Οπως επισημαίνουν οι επιμελητές του βιβλίου, οι υποψίες αυτές δεν είχαν προκύψει αυθαίρετα ή από ιδιοτροπία του Ζαχαριάδη, ο οποίος είχε πει στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1950 ότι είχε λάβει «μήνυμα» από τον Γκεόργκι Δημητρόφ, βούλγαρο κομμουνιστή ηγέτη και παράγοντα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος της εποχής, ότι στην καθοδήγηση του ΚΚΕ «υπάρχει χαφιές που συνεργάζεται με τον τάδε άγγλο αξιωματικό της ασφάλειας (αναφερόταν το όνομα) και ο χαφιές αυτός θα θελήσει να διασπάσει το Κόμμα».

Οι επιμελητές του βιβλίου αναφέρουν για λόγους ιστορικής ακρίβειας, όπως επισημαίνουν, ότι η ειδοποίηση του Δημητρόφ για άγγλο πράκτορα στην ΚΕ του ΚΚΕ δεν ανέφερε ονομαστικά τον Σιάντο. Ποιο ακριβώς όνομα ή ψευδώνυμο ανέφερε δεν είναι γνωστό. Οπως δεν είναι γνωστό πώς ο Ζαχαριάδης ταυτοποίησε το περιεχόμενο αυτής της ειδοποίησης με το πρόσωπο του Σιάντου. Το θέμα της κατηγορίας του πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις που βάραινε τον Σιάντο το έκλεισε το ίδιο το ΚΚΕ το 1958, στην 9η Ολομέλεια, όπου επανεξέτασε τις υποθέσεις τόσο του Σιάντου όσο και των Ν. Πλουμπίδη (Μπάρμπα) και Κ. Γυφτοδήμου (Καραγιώργη), διαπιστώνοντας ότι «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να στηρίζει την κατηγορία του προβοκάτορα» και αποκαθιστούσε τη μνήμη τους θεωρώντας πως η κατηγορία του πράκτορα που τους βάραινε ήταν «αστήριχτη και συκοφαντική».

Η συνέντευξη του Βασιλιά
Ο Παύλος, ο Ζέρβας και ο Ζέβγος

Μέσα στη φωτιά του Εμφυλίου και ενώ έχει μεσολαβήσει η δολοφονία Ζέβγου, ο βασιλιάς Παύλος δίνει επί τη αναλήψει των καθηκόντων του σειρά συνεντεύξεων σε ξένα ΜΜΕ προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις, με αποτέλεσμα το υφυπουργείο Τύπου και ο «Πολιτικός Οίκος του Βασιλέως» να προχωρήσουν σε ανεπίσημη δήλωση ότι οι συνεντεύξεις δεν αποδόθηκαν σωστά.

Η συνέντευξη της 10ης Απριλίου 1947 στους «New York Times» αναδημοσιεύθηκε ολόκληρη σε εφημερίδα των Αθηνών στις 18 Απριλίου και σε αυτήν, όπως αναφέρουν οι επιμελητές του βιβλίου, ο Παύλος φερόταν να δηλώνει: «Οι πλείστοι των συμμοριτών θα επέστρεφαν εις τα φιλειρηνικά των έργα εάν οι κομμουνισταί ηγέται εφονεύοντο ή συνελαμβάνοντο».

Ο Ζαχαριάδης σε άρθρο του στον «Ριζοσπάστη» θα αναφερθεί στο γεγονός: «Η ξενική κατοχή και ο μοναρχοφασισμός προσπαθούν να κάνουν και κάνουν αδύνατη τη λεύτερη, δημοκρατική πολιτική ζωή και δράση για το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα στη χώρα μας. Και το γεγονός αυτό βρήκε την πιο επίσημη εκδήλωσή του στις γνωστές δηλώσεις του Παύλου, που ανοιχτά και απροκάλυπτα κήρυξε τον διωγμό και την εξόντωση ενάντια στη λαϊκοδημοκρατική ηγεσία», θα γράψει. Στο ίδιο κείμενο (υπό τον τίτλο «Η ηθική στην πολιτική») ο Ζαχαριάδης κατηγορούσε ευθέως τον Ζέρβα ότι οργάνωσε προσωπικά τη δολοφονία του Ζέβγου, ενώ έβαλλε κατά του μοναρχοφασισμού, ο οποίος «απόβλεπε στη φυσική εξόντωση της ηγεσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ».

Αναδημοσίευση από http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=535692

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1944

ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1944

ΙΑΤΡΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 1944 συγκλόνισαν τόσο βαθειά την κιόλας κατερειπωμένη από τον πόλεμο χώρα, που τίποτα δεν μπορεί να συγκριθή μαζί τους. Σκοπός του βιβλίου είναι να μελετηθούν τα άμεσα αίτια αυτών και να αναλυθούν αι αντιδράσεις των συμμάχων απέναντι στην ελληνική κρίση κάτω από το φως ντοκουμενταρισμένων στοιχείων που ήρθαν στην δημοσιότητα.
Οι αναγνώστες θα εύρουν μια προσεκτική και αντικειμενική μελέτη ενός επεισοδίου της σύγχρονης ιστορίας, περιορισμένου αυτού καθ' εαυτού, χαρακτηριστικού, όμως, του τρόπου με τον οποίον αμοιβαίες παρανοήσεις και κακοί υπολογισμοί οδηγούν σε καταστάσεις που κανείς δεν ήθελε και κανείς δεν είχε προβλέψει. Η πολιτική, και η ζωή γενικώτερα, είναι κάπως έτσι.
Εδώ έχουμε ένα τέτοιο παράδειγμα γραμμένο προσεκτικά και με ανάλυση σε βάθος. Εκείνος που θα θελήση να πληροφορηθή τι συνέβη στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944 μπορεί να το εύρη στις σελίδες που ακολουθούν - τις πολιτικοδιπλωματικές ενέργειες και αντενέργειες, και τα κίνητρα, καθώς και τους υπολογισμούς των περισσοτέρων από τους κυρίους πρωταγωνιστές των γεγονότων, όπως μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε τα ντοκουμέντα που είναι στην διάθεσή μας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)



Περιεχόμενα

Πρόλογος
Εισαγωγή
Οι ελληνικές πολιτικές συνθήκες
Επιδιώκοντας την εθνική ενότητα
Μετά την απελευθέρωση
Ο αγώνας για την Αθήνα
Μεταξύ Γύρων
Μια αναδρομή στα γεγονότα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Α. Η Συμφωνία της Πλάκας
Β. Βασικά σημεία της Συμφωνίας του Λιβάνου. Μάιος 1944
Γ. Επιστολή προς τον πρωθυπουργόν Γ. Παπανδρέου
Δ. Έκθεση για την Ελλάδα και την Γιουγκοσλαβία, συνταχθείσα από τον πρεσβευτή Λίνκολν Μακβή
Ε. Η Συμφωνία της Καζέρτας
ΣΤ. Πολιτική και οικονομική ανασκόπησις του ΕΑΜ εις τας παραμονάς της ελληνικής κρίσεως (Δεκέμβριος 1944) συνταχθείσα υπό του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), του κλάδου ερευνών και αναλύσεως - υπ' αριθ. 2821
Ζ. Η Συμφωνία της Βαρκίζης
Η. Το Σύμφωνον του Λιβάνου

Αναδημοσίευση από http://www.politeianet.gr/books/exegersi-stin-athina-123750

Δεκέμβρης 1944 Εμφύλιο τραύμα

Γράφει ο ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ

Η μελέτη του καθηγητή Ιστορίας στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Γέιλ Ιωάννη Ο.Ιατρίδη (στη διεθνή βιβλιογραφία υπογράφει ως John Ο. Iatrides), αν και πρωτοεκδόθηκε ακριβώς πριν από σαράντα χρόνια (1973), δεν έχει χάσει σε τίποτα το ερευνητικό της λεπτό άρωμα, καθώς βασίζεται σε πρωτογενείς πηγές, που είναι τα ελληνικά και ξένα αρχεία. Ιδού πώς περιγράφει ο ίδιος ο πανεπιστημιακός το εγχείρημά του:

«Σαν μια κρίσιμη περίοδος της ελληνικής Ιστορίας, ο Δεύτερος Γύρος επιβάλλει μια ντοκουμενταρισμένη και πλήρη ανάλυση, εάν θέλουμε τα προβλήματα των πρώτων μεταπολεμικών ετών να ερμηνευθούν αντικειμενικά, αντί να χρησιμοποιούνται σαν πυρομαχικά στη διαιώνιση πολιτικών διενέξεων. Εν τούτοις, η σημασία των αιματηρών γεγονότων εκτείνεται πολύ πέραν των λίγων εβδομάδων του χειμώνα του 1944-45 που συνεκλόνισαν την Αθήνα».

Ο ερευνητής-ιστορικός, χωρίς να προσπαθεί να αποκρύψει ότι δεν ανήκει στην πλευρά της Αριστεράς, εν τούτοις καταβάλλει μία έντιμη προσπάθεια, η οποία συνίσταται στο να αντιμετωπίσει τα γεγονότα από απόσταση, ώστε να μην αποκτήσουν φορτισμένο ιδεολογικά ή πολιτικά πρόσημο. Ετσι το αποτέλεσμα δεν βαρύνεται στις κρίσεις του από συμπάθειες αναφορικά με τους δύο γεωπολιτικούς παίκτες, που καθόρισαν τα αιματηρά γεγονότα του Δεκεμβρίου, τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, και οι οποίοι καθόρισαν μεταπολεμικά τη μετάβαση του ελληνικού κράτους-έθνους από την αγκάλη της Μεγάλης Βρετανίας στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ.

«Οι τρομερές συγκρούσεις στην ελληνική πρωτεύουσα, η μοναδική περίπτωση κατά την οποίαν μία αντιστασιακή δύναμη ήρθε σε σύγκρουση με συμμαχικά στρατεύματα, κατέδειξαν την απόφαση των Βρετανών να κρατήσουν το νοτιώτατο, τουλάχιστον, άκρο της Ανατολικής Ευρώπης έξω από τον έλεγχο της μαχητικής αριστεράς και, κατ' επέκταση, εκτός της μεταπολεμικής σοβιετικής σφαίρας επικυριαρχίας. Την εποχή εκείνη η αμερικανική κυβέρνηση είχε την τάση να αντιμετωπίζη τις φιλοδοξίες τών δύο κυριωτέρων συμμάχων της με τον ίδιο, σχεδόν, βαθμό αποδοκιμασίας», εκτιμά ο Ιωάννης Ο. Ιατρίδης.

Επιρρίπτει τη μέγιστη ευθύνη για το αιματοκύλισμα του Δεκεμβρίου του 1944 στον Ουίνστον Τσόρτσιλ [«(...) Αρχισε να μάχεται όχι απλώς κατά του κομμουνισμού, αλλά εναντίον ολόκληρου του δημοκρατικού στρατοπέδου»] και αιτείται τα πραγματικά αίτια της σύγκρουσης να αναζητηθούν στην προπολεμική οικονομική, κοινωνική, πολιτική και ψυχολογική εξάντληση, η οποία «επιδεινώθηκε από τον πόλεμο, την ξενική κατοχή και τους εξωτερικούς χειρισμούς».

Τα κύρια ανακεφαλαιωτικά και συμπερασματικά σημεία του βιβλίου:

* Το Κομμουνιστικό Κόμμα, που από παράδοση κατηγορείται ότι προκάλεσε την εξέγερση του Δεκεμβρίου για να καταλάβει την εξουσία, παραπλανημένο και διακινδυνεύοντας τα ύψιστα, υπήρξε στην πραγματικότητα το θύμα μιας γενικής καχεξίας, αλλά που γι' αυτό καμία μεμονωμένη παράταξη δεν έφερε αποκλειστικά την ευθύνη.

* Οσο κι αν οι σπάνια διακηρυσσόμενες ιδεολογικές προτιμήσεις τους [σ.σ. των κομμουνιστών] ήταν ακατέργαστες μαρξιστικές, ενώ ταυτόχρονα προσελκύονταν έντονα από τον ανερχόμενο αστέρα της Μόσχας, οι Ελληνες κομμουνιστές ηγέτες αποδείχθηκαν ανίκανοι καιροσκόποι, χωρίς ένα σαφές πολιτικό πρόγραμμα. Η «μεθοδολογία» τους συνοψίζονταν στην εξαπόλυση αισχρών επιθέσεων εναντίον όλων των παρατάξεων, ενώ ταυτόχρονα ξεστόμιζαν τις συνηθισμένες τυποποιημένες φράσεις για το «φασιστικό εχθρό» στο εσωτερικό και για τη «λαϊκή δικαιοσύνη».

* [...] Εγκυρη βρετανική πηγή έχει παρατηρήσει πως «αν τα κόμματα της ελληνικής Αριστεράς είχαν αναδείξει έναν ηγέτη τόσο ικανό όσο ο Τίτο, τότε η βρεταννική πολιτική έναντι της Ελλάδος θα κατέληγε σε μια παρά τη θέλησή της αποδοχή ενός κομμουνιστικού καθεστώτος που θα επιβαλλόταν σε έναν πληθυσμό, ο οποίος στο μεγαλύτερό του μέρος, όπως και στη Γιουγκοσλαβία, δεν αποτελείτο από κομμουνιστές».

* Ο Παπανδρέου, ηγούμενος ενός άψυχου συνασπισμού και περπατώντας πάνω στο τεντωμένο σχοινί μεταξύ μιας ισχυράς αλλά άμορφης Αριστεράς και μιας αριθμητικά μικρής αλλά με αυξανόμενη την επιρροή της Δεξιάς, αποδείχθηκε ότι δεν έκανε για τη δουλειά αυτή. Συνδειδητά ή όχι, φαινόταν αποφασισμένος να εξαναγκάσει το ΕΑΜ να διαλέξει ανάμεσα στη συνθηκολόγηση ή στην αντίσταση στη νόμιμη εξουσία. Οποιαδήποτε κι αν ήταν η εκλογή του, με τον Τσόρτσιλ δίπλα του φρουρό του, η Αριστερά έπρεπε να χάσει.

* Μόνον μια ψύχραιμη λογική, μια κατ' εξοχήν διπλωματική δεξιοτεχνία και η βαθύτερη δυνατή αφοσίωση στην ευημερία ολόκληρου του έθνους θα μπορούσαν να είχαν αποτρέψει την καταστροφική αυτή πορεία. Η τραγωδία όμως της Ελλάδος βρισκόταν στο γεγονός ότι το χειμώνα του 1944 οι αρετές αυτές έλειπαν σε απελπιστικό βαθμό.

Αναδημοσίευση από http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes--politismos&id=394307