Καθοριστική για τον ΔΣΕ η παροχή όπλων και εφοδίων από το ανατολικό μπλοκ
Του Νικου Mαραντζιδη*
Από τα τέλη του 1945, ο Ζαχαριάδης αναζητούσε τους νέους όρους μιας κομμουνιστικής επανάστασης, εκκινώντας αυτή τη φορά από την αναζήτηση της υλικής υποστήριξης του διεθνούς κομμουνιστικού συστήματος, προκειμένου να οργανωθεί σε συστηματικότερη βάση η επικείμενη εξέγερση. Στις αρχές του 1946, μια αποστολή του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Μήτσο Παρτσαλίδη έφτασε στη Μόσχα, προκειμένου να ζητήσει υλική και πολιτική συμπαράσταση. Οι Σοβιετικοί, τη χρονική εκείνη στιγμή, εξακολουθούσαν να μην έχουν ξεκαθαρίσει ποια στρατηγική θα ακολουθούσαν. Σταδιακά τα πράγματα απέκτησαν μεγαλύτερη ταχύτητα και άλλη τροπή. Οπως περιγράφει ο ιστορικός Φ. Ηλιού, το ταξίδι του Ζαχαριάδη στην Τσεχοσλοβακία τον Μάρτιο του 1946, οι συναντήσεις του με τον Τίτο και η μυστική επαφή του με τον Στάλιν στην Κριμαία αργότερα, είχαν ως βασικό στόχο τη διερεύνηση της δυνατότητας της ενίσχυσης του ένοπλου αγώνα από το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα. Οι απαντήσεις που έλαβε ήταν θετικές. Τον Απρίλιο του 1946, στη συνάντησή του με τον Βούλγαρο ηγέτη Δημητρόφ στη Σόφια, ο Ζαχαριάδης διατυπώνει συγκεκριμένα αιτήματα που διαβιβάζονται στη Μόσχα την επόμενη κιόλας μέρα. Ο Ζαχαριάδης ζητάει να εγκρίνουν οι Σοβιετικοί τη δημιουργία στη Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία και τη Βουλγαρία κέντρων εκπαίδευσης ανταρτών. Ζητάει επίσης πολεμικά εφόδια, εκδοτικούς μηχανισμούς, χαρτί και μικροφωνικές εγκαταστάσεις.
Από τα μέσα του 1946, η ΕΣΣΔ, λοιπόν, άρχισε να δείχνει μεγαλύτερη κινητικότητα στο ελληνικό ζήτημα. Επρόκειτο αναμφισβήτητα για μεταβολή της πολιτικής των Σοβιετικών που περνούσαν από την αδράνεια στην προσεκτική υποστήριξη των επιδιώξεων του ΚΚΕ. Η σταδιακή αυτή μεταβολή της ΕΣΣΔ αντικατοπτρίζεται και στο γεγονός της ανάληψης ιδιαίτερου ρόλου από άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ. Το φθινόπωρο του 1945, το βουλγαρικό ενδιαφέρον γύρω από τη δράση του ΚΚΕ αυξάνεται. Ο ίδιος ο γενικός γραμματέας του ΚΚΒ, Γκεόργκι Δημητρόφ εισηγείται προς τον Μολότοφ στη Μόσχα την αποστολή υλικής βοήθειας στους Ελληνες συντρόφους που «δουλεύουν καλά». Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο Μολότοφ δίνει εντολή στον Δημητρόφ να αποσταλούν 100.000 δολάρια στο ΚΚΕ, που στη συνέχεια θα τα καταβάλουν οι Σοβιετικοί.
Οι Βούλγαροι δραστηριοποιήθηκαν έντονα στην αποστολή υλικού και κάθε άλλου είδους αρωγής προς τους Ελληνες. Από τα μέσα του 1947, η βοήθεια αυξήθηκε σημαντικά. Μάλιστα, για την καλύτερη μεταφορά του υλικού, από το φθινόπωρο του 1947, οι Βούλγαροι διέθεσαν στον ΔΣΕ, 15 φορτηγά οχήματα. Το υλικό περιλάμβανε πολεμοφόδια, τρόφιμα, χαρτί, υγειονομικό υλικό κ.ά. και έμπαινε στην Ελλάδα από εννέα διαφορετικά σημεία των ελληνοβουλγαρικών συνόρων.
Από τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο στις πολωνικές αποστολές
Την ίδια ακριβώς περίοδο, στη γειτονική Γιουγκοσλαβία, ο Τίτο αποσαφηνίζει τα σχέδιά του για ενίσχυση των Ελλήνων κομμουνιστών. Στη Γιουγκοσλαβία, οργανώθηκε ένα κέντρο διαχείρισης του ελληνικού ζητήματος στο οποίο συμμετείχαν το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Γ. Ιωαννίδης και οι Μπαράνοφ και Μόσετοφ που εκπροσωπούσαν το ΚΚΣΕ. Στη συνέχεια προστέθηκε και ο Νίκος Ζαχαριάδης. Από τη Γιουγκοσλαβία άρχισε, σε πρώτη φάση να κατευθύνεται προς την Ελλάδα ο κύριος όγκος των προμηθειών σε όπλα, πυρομαχικά και τρόφιμα. Ο οπλισμός αρχικά ήταν γερμανικής προέλευσης, ώστε να μην ενοχοποιηθεί η χώρα. Η βοήθεια έφτανε επίσης μέσω Αλβανίας και Βουλγαρίας που παραλάμβαναν από τη Γιουγκοσλαβία.
Πέρα από τον οπλισμό, η Γιουγκοσλαβία παρείχε στο ΚΚΕ άφθονη υποστήριξη για τις ανάγκες της προπαγάνδας του, καθώς εκτός από το γεγονός πως ο Ραδιοφωνικός Σταθμός της Ελεύθερης Ελλάδας εξέπεμπε από το έδαφος της χώρας, η Γιουγκοσλαβία παρείχε οικονομική βοήθεια για ταξίδια, διαμονή στο εξωτερικό, επαφές, και άλλες υπηρεσίες.
Η Αλβανία δεν θα μπορούσε να λείψει από το καθήκον της διεθνιστικής αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους Ελληνες συντρόφους. Υστερα από συμφωνία του ΚΚΕ με τον ηγέτη της γειτονικής χώρας Ενβέρ Χότζα, τον Απρίλιο του 1945, περίπου 400 καταδιωκόμενα στελέχη του ΚΚΕ βρήκαν καταφύγιο στο στρατόπεδο Ρουμπίγκ της Αλβανίας, μέχρι τον Οκτώβριο του 1945 που έφυγαν για το Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία. Τα στελέχη αυτά, εγκαταστάθηκαν, αλλά και εκπαιδεύτηκαν στρατιωτικά από τον, λίγο αργότερα, επιτελικό αξιωματικό του ΔΣΕ, Μαλτέζο.
Εκπαίδευση
Γενικότερα, στρατόπεδα εκπαίδευσης ανταρτών του ΔΣΕ δημιουργήθηκαν στην Αλβανία, στη Γιουγκοσλαβία και στη Βουλγαρία. Εκτός από τη δημιουργία εμπέδων για την εκπαίδευση των εφεδρειών, το έδαφος των γειτόνων αξιοποιήθηκε για την εγκατάσταση και την οργάνωση της επιμελητείας. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ στον Εβρο, για παράδειγμα, είχαν σε βουλγαρικό έδαφος όχι μόνο αποθήκες τροφίμων και άλλα υλικά, αλλά ακόμη και μαντριά με πρόβατα και στάβλους που ήταν γνωστοί στον ελληνικό Στρατό, καθώς οι μονάδες του είχαν εντοπίσει τέτοιες κατασκευές.
Η κομμουνιστική βαλκανική εμπλοκή στον ελληνικό Εμφύλιο, επικυρώθηκε θεσμικά τον Αύγουστο του 1947, στο Μπλεντ της Σλοβενίας, όταν η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Αλβανία κατέληξαν σε κοινή στάση και ανάληψη βοήθειας προς τον Δημοκρατικό Στρατό.
Αν και η βοήθεια των Γιουγκοσλάβων συντρόφων παρέμεινε αξιόλογη μέσα σε όλο το 1948, λόγω της σύγκρουσης Τίτο-Στάλιν και της κλιμάκωσης της έντασης στις σχέσεις ανάμεσα στο ΚΚΕ και το ΚΚΓ, σταδιακά, γινόταν όλο και λιγότερη, και προς το τέλος του Εμφυλίου διακόπηκε τελείως. Προοδευτικά, το μεγάλο βάρος της βοήθειας προς το ΚΚΕ αναλήφθηκε από τις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες. Επρόκειτο για ένα εξαιρετικά πολύπλοκο, σχεδόν τιτάνιο έργο, τις διαστάσεις του οποίου (οικονομικές, οργανωτικές, πολιτικές, ακόμη και κατασκοπευτικές) ανακαλύπτουμε τα τελευταία χρόνια. Προκειμένου, λοιπόν, να οργανώσουν την αποστολή της βοήθειας προς τους Ελληνες αντάρτες πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις μεταξύ των εκπροσώπων των χωρών της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Ουγγαρίας και της Ρουμανίας με τους εκπροσώπους του ΚΚΕ Πέτρο Ρούσο και Γιάννη Ιωαννίδη. Οι συσκέψεις αυτές πήραν κρίσιμες αποφάσεις, τόσο για το είδος και την ποσότητα της βοήθειας όσο και τον τρόπο της αποστολής της. Στη συνάντηση της 10ης Μαρτίου 1948, το κόστος της όλης βοήθειας προσδιορίστηκε στα 11 εκατομμύρια δολάρια. Αποφασίστηκε η δημιουργία ενός ταμείου για την αγορά όπλων και πυρομαχικών και άλλων υλικών από εμπόρους όπλων. Το ταμείο αυτό είχε αρχικά 2,5 εκατομμύρια δολάρια τα οποία προέρχονταν από τους Πολωνούς (2 εκατ.) και τους Ούγγρους (500.000). Με τα χρήματα αυτά συμφωνήθηκε να αγοραστούν κυρίως πυρομαχικά. Για τις υπόλοιπες ανάγκες δέχθηκαν να συγκεντρωθεί το υλικό από τις τέσσερις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Στο μέτρο των δυνατοτήτων των Λαϊκών Δημοκρατιών και των κινδύνων που εγκυμονούσαν, «η διεθνιστική αλληλεγγύη» που επέδειξαν τα κράτη της Βαλκανικής και της Ανατολικής Ευρώπης υπήρξε κρίσιμη για την εξέλιξη του πολέμου. Εκταμιεύθηκε σημαντικό ποσό χρημάτων, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ένα μεγάλο φάσμα δραστηριοτήτων. Ενας τεράστιος όγκος από όπλα, πυρομαχικά, επικοινωνιακό υλικό, ρουχισμό, ιατροφαρμακευτικό υλικό, τροφή, είδη προσωπικής υγιεινής και χρήματα στάλθηκαν στους Ελληνες κομμουνιστές. Η συνολική βοήθεια μπορεί να ταξινομηθεί σε τέσσερις κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα: α) αποστολή όπλων, πυρομαχικών, ιατροφαρμακευτικού υλικού, τροφίμων, μηχανημάτων, οχημάτων, άλλων υλικών, β) εκπαίδευση αξιωματικών και μαχητών σε στρατόπεδα στο έδαφος των Λαϊκών Δημοκρατιών, γ) περίθαλψη τραυματιών του ΔΣΕ σε νοσοκομεία της Ανατολικής Ευρώπης, δ) μεταφορά και περίθαλψη των παιδιών και άλλων μετακινούμενων από τον ΔΣΕ ατόμων στις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Ενήμεροι οι Σοβιετικοί
Οπως δείχνουν τα πολωνικά αρχεία, μέσα σε περίπου ένα χρόνο, από τον Οκτώβριο του 1948 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1949 αναχώρησαν από την Πολωνία 12 αποστολές πλοίων μεταφέροντας 14 χιλιάδες τόνους πολεμικού υλικού και καυσίμων και 30 χιλιάδες τόνους τροφίμων και άλλων υλικών. Αλλες 12 αεροπορικές αποστολές έφυγαν από αεροδρόμια της Πολωνίας μεταφέροντας εκρηκτικά και φαρμακευτικό υλικό. Για την αποστολή αυτή ήταν αναλυτικώς ενήμεροι οι Σοβιετικοί.
Συμπερασματικά, λοιπόν, σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου, το ΚΚΕ έδρασε σε στενή συνεργασία με τις Λαϊκές Δημοκρατίες, διατηρώντας στο έδαφός τους μόνιμες αντιπροσωπείες στελεχών με στόχο τον συντονισμό του αγώνα με τα αδελφά κόμματα, την πολιτική και υλική μεγέθυνση της παρεχόμενης προς αυτό αρωγής. Στο επίπεδο της στρατιωτικής βοήθειας, ο ΔΣΕ εξαρτήθηκε απόλυτα από την υλική υποστήριξη των ξένων συντρόφων του. Στην πραγματικότητα, μόνο χάρη σε αυτή την εξωτερική στήριξη έγινε δυνατή η έναρξη του Εμφυλίου από την πλευρά του ΚΚΕ.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Αναδημοσίευση από http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_1_08/04/2012_478474
Του Νικου Mαραντζιδη*
Από τα τέλη του 1945, ο Ζαχαριάδης αναζητούσε τους νέους όρους μιας κομμουνιστικής επανάστασης, εκκινώντας αυτή τη φορά από την αναζήτηση της υλικής υποστήριξης του διεθνούς κομμουνιστικού συστήματος, προκειμένου να οργανωθεί σε συστηματικότερη βάση η επικείμενη εξέγερση. Στις αρχές του 1946, μια αποστολή του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Μήτσο Παρτσαλίδη έφτασε στη Μόσχα, προκειμένου να ζητήσει υλική και πολιτική συμπαράσταση. Οι Σοβιετικοί, τη χρονική εκείνη στιγμή, εξακολουθούσαν να μην έχουν ξεκαθαρίσει ποια στρατηγική θα ακολουθούσαν. Σταδιακά τα πράγματα απέκτησαν μεγαλύτερη ταχύτητα και άλλη τροπή. Οπως περιγράφει ο ιστορικός Φ. Ηλιού, το ταξίδι του Ζαχαριάδη στην Τσεχοσλοβακία τον Μάρτιο του 1946, οι συναντήσεις του με τον Τίτο και η μυστική επαφή του με τον Στάλιν στην Κριμαία αργότερα, είχαν ως βασικό στόχο τη διερεύνηση της δυνατότητας της ενίσχυσης του ένοπλου αγώνα από το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα. Οι απαντήσεις που έλαβε ήταν θετικές. Τον Απρίλιο του 1946, στη συνάντησή του με τον Βούλγαρο ηγέτη Δημητρόφ στη Σόφια, ο Ζαχαριάδης διατυπώνει συγκεκριμένα αιτήματα που διαβιβάζονται στη Μόσχα την επόμενη κιόλας μέρα. Ο Ζαχαριάδης ζητάει να εγκρίνουν οι Σοβιετικοί τη δημιουργία στη Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία και τη Βουλγαρία κέντρων εκπαίδευσης ανταρτών. Ζητάει επίσης πολεμικά εφόδια, εκδοτικούς μηχανισμούς, χαρτί και μικροφωνικές εγκαταστάσεις.
Μαχητές του ΔΣΕ φορτώνουν οπλισμό σε ένα μουλάρι |
Οι Βούλγαροι δραστηριοποιήθηκαν έντονα στην αποστολή υλικού και κάθε άλλου είδους αρωγής προς τους Ελληνες. Από τα μέσα του 1947, η βοήθεια αυξήθηκε σημαντικά. Μάλιστα, για την καλύτερη μεταφορά του υλικού, από το φθινόπωρο του 1947, οι Βούλγαροι διέθεσαν στον ΔΣΕ, 15 φορτηγά οχήματα. Το υλικό περιλάμβανε πολεμοφόδια, τρόφιμα, χαρτί, υγειονομικό υλικό κ.ά. και έμπαινε στην Ελλάδα από εννέα διαφορετικά σημεία των ελληνοβουλγαρικών συνόρων.
Από τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο στις πολωνικές αποστολές
Την ίδια ακριβώς περίοδο, στη γειτονική Γιουγκοσλαβία, ο Τίτο αποσαφηνίζει τα σχέδιά του για ενίσχυση των Ελλήνων κομμουνιστών. Στη Γιουγκοσλαβία, οργανώθηκε ένα κέντρο διαχείρισης του ελληνικού ζητήματος στο οποίο συμμετείχαν το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Γ. Ιωαννίδης και οι Μπαράνοφ και Μόσετοφ που εκπροσωπούσαν το ΚΚΣΕ. Στη συνέχεια προστέθηκε και ο Νίκος Ζαχαριάδης. Από τη Γιουγκοσλαβία άρχισε, σε πρώτη φάση να κατευθύνεται προς την Ελλάδα ο κύριος όγκος των προμηθειών σε όπλα, πυρομαχικά και τρόφιμα. Ο οπλισμός αρχικά ήταν γερμανικής προέλευσης, ώστε να μην ενοχοποιηθεί η χώρα. Η βοήθεια έφτανε επίσης μέσω Αλβανίας και Βουλγαρίας που παραλάμβαναν από τη Γιουγκοσλαβία.
Πέρα από τον οπλισμό, η Γιουγκοσλαβία παρείχε στο ΚΚΕ άφθονη υποστήριξη για τις ανάγκες της προπαγάνδας του, καθώς εκτός από το γεγονός πως ο Ραδιοφωνικός Σταθμός της Ελεύθερης Ελλάδας εξέπεμπε από το έδαφος της χώρας, η Γιουγκοσλαβία παρείχε οικονομική βοήθεια για ταξίδια, διαμονή στο εξωτερικό, επαφές, και άλλες υπηρεσίες.
Η Αλβανία δεν θα μπορούσε να λείψει από το καθήκον της διεθνιστικής αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους Ελληνες συντρόφους. Υστερα από συμφωνία του ΚΚΕ με τον ηγέτη της γειτονικής χώρας Ενβέρ Χότζα, τον Απρίλιο του 1945, περίπου 400 καταδιωκόμενα στελέχη του ΚΚΕ βρήκαν καταφύγιο στο στρατόπεδο Ρουμπίγκ της Αλβανίας, μέχρι τον Οκτώβριο του 1945 που έφυγαν για το Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία. Τα στελέχη αυτά, εγκαταστάθηκαν, αλλά και εκπαιδεύτηκαν στρατιωτικά από τον, λίγο αργότερα, επιτελικό αξιωματικό του ΔΣΕ, Μαλτέζο.
Εκπαίδευση
Γενικότερα, στρατόπεδα εκπαίδευσης ανταρτών του ΔΣΕ δημιουργήθηκαν στην Αλβανία, στη Γιουγκοσλαβία και στη Βουλγαρία. Εκτός από τη δημιουργία εμπέδων για την εκπαίδευση των εφεδρειών, το έδαφος των γειτόνων αξιοποιήθηκε για την εγκατάσταση και την οργάνωση της επιμελητείας. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ στον Εβρο, για παράδειγμα, είχαν σε βουλγαρικό έδαφος όχι μόνο αποθήκες τροφίμων και άλλα υλικά, αλλά ακόμη και μαντριά με πρόβατα και στάβλους που ήταν γνωστοί στον ελληνικό Στρατό, καθώς οι μονάδες του είχαν εντοπίσει τέτοιες κατασκευές.
Η κομμουνιστική βαλκανική εμπλοκή στον ελληνικό Εμφύλιο, επικυρώθηκε θεσμικά τον Αύγουστο του 1947, στο Μπλεντ της Σλοβενίας, όταν η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Αλβανία κατέληξαν σε κοινή στάση και ανάληψη βοήθειας προς τον Δημοκρατικό Στρατό.
Αν και η βοήθεια των Γιουγκοσλάβων συντρόφων παρέμεινε αξιόλογη μέσα σε όλο το 1948, λόγω της σύγκρουσης Τίτο-Στάλιν και της κλιμάκωσης της έντασης στις σχέσεις ανάμεσα στο ΚΚΕ και το ΚΚΓ, σταδιακά, γινόταν όλο και λιγότερη, και προς το τέλος του Εμφυλίου διακόπηκε τελείως. Προοδευτικά, το μεγάλο βάρος της βοήθειας προς το ΚΚΕ αναλήφθηκε από τις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες. Επρόκειτο για ένα εξαιρετικά πολύπλοκο, σχεδόν τιτάνιο έργο, τις διαστάσεις του οποίου (οικονομικές, οργανωτικές, πολιτικές, ακόμη και κατασκοπευτικές) ανακαλύπτουμε τα τελευταία χρόνια. Προκειμένου, λοιπόν, να οργανώσουν την αποστολή της βοήθειας προς τους Ελληνες αντάρτες πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις μεταξύ των εκπροσώπων των χωρών της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Ουγγαρίας και της Ρουμανίας με τους εκπροσώπους του ΚΚΕ Πέτρο Ρούσο και Γιάννη Ιωαννίδη. Οι συσκέψεις αυτές πήραν κρίσιμες αποφάσεις, τόσο για το είδος και την ποσότητα της βοήθειας όσο και τον τρόπο της αποστολής της. Στη συνάντηση της 10ης Μαρτίου 1948, το κόστος της όλης βοήθειας προσδιορίστηκε στα 11 εκατομμύρια δολάρια. Αποφασίστηκε η δημιουργία ενός ταμείου για την αγορά όπλων και πυρομαχικών και άλλων υλικών από εμπόρους όπλων. Το ταμείο αυτό είχε αρχικά 2,5 εκατομμύρια δολάρια τα οποία προέρχονταν από τους Πολωνούς (2 εκατ.) και τους Ούγγρους (500.000). Με τα χρήματα αυτά συμφωνήθηκε να αγοραστούν κυρίως πυρομαχικά. Για τις υπόλοιπες ανάγκες δέχθηκαν να συγκεντρωθεί το υλικό από τις τέσσερις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Στο μέτρο των δυνατοτήτων των Λαϊκών Δημοκρατιών και των κινδύνων που εγκυμονούσαν, «η διεθνιστική αλληλεγγύη» που επέδειξαν τα κράτη της Βαλκανικής και της Ανατολικής Ευρώπης υπήρξε κρίσιμη για την εξέλιξη του πολέμου. Εκταμιεύθηκε σημαντικό ποσό χρημάτων, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ένα μεγάλο φάσμα δραστηριοτήτων. Ενας τεράστιος όγκος από όπλα, πυρομαχικά, επικοινωνιακό υλικό, ρουχισμό, ιατροφαρμακευτικό υλικό, τροφή, είδη προσωπικής υγιεινής και χρήματα στάλθηκαν στους Ελληνες κομμουνιστές. Η συνολική βοήθεια μπορεί να ταξινομηθεί σε τέσσερις κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα: α) αποστολή όπλων, πυρομαχικών, ιατροφαρμακευτικού υλικού, τροφίμων, μηχανημάτων, οχημάτων, άλλων υλικών, β) εκπαίδευση αξιωματικών και μαχητών σε στρατόπεδα στο έδαφος των Λαϊκών Δημοκρατιών, γ) περίθαλψη τραυματιών του ΔΣΕ σε νοσοκομεία της Ανατολικής Ευρώπης, δ) μεταφορά και περίθαλψη των παιδιών και άλλων μετακινούμενων από τον ΔΣΕ ατόμων στις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Ενήμεροι οι Σοβιετικοί
Οπως δείχνουν τα πολωνικά αρχεία, μέσα σε περίπου ένα χρόνο, από τον Οκτώβριο του 1948 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1949 αναχώρησαν από την Πολωνία 12 αποστολές πλοίων μεταφέροντας 14 χιλιάδες τόνους πολεμικού υλικού και καυσίμων και 30 χιλιάδες τόνους τροφίμων και άλλων υλικών. Αλλες 12 αεροπορικές αποστολές έφυγαν από αεροδρόμια της Πολωνίας μεταφέροντας εκρηκτικά και φαρμακευτικό υλικό. Για την αποστολή αυτή ήταν αναλυτικώς ενήμεροι οι Σοβιετικοί.
Συμπερασματικά, λοιπόν, σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου, το ΚΚΕ έδρασε σε στενή συνεργασία με τις Λαϊκές Δημοκρατίες, διατηρώντας στο έδαφός τους μόνιμες αντιπροσωπείες στελεχών με στόχο τον συντονισμό του αγώνα με τα αδελφά κόμματα, την πολιτική και υλική μεγέθυνση της παρεχόμενης προς αυτό αρωγής. Στο επίπεδο της στρατιωτικής βοήθειας, ο ΔΣΕ εξαρτήθηκε απόλυτα από την υλική υποστήριξη των ξένων συντρόφων του. Στην πραγματικότητα, μόνο χάρη σε αυτή την εξωτερική στήριξη έγινε δυνατή η έναρξη του Εμφυλίου από την πλευρά του ΚΚΕ.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου