Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Ελληνικό νοσοκομείο στο Τζίβνουβ (Dziwnów) της Πολωνίας

Οι Έλληνες βρέθηκαν στην Πολωνία το 1949, μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, ο οποίος έληξε με την ήττα των αριστερών δυνάμεων. Τους τραυματισμένους και διωγμένους αντάρτες του εκτός νόμου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος του στρατηγού Μάρκου Βαφειάδη, καθώς και τις οικογένειές τους, προσφέρθηκαν να βοηθήσουν οι χώρες του τότε σοσιαλιστικού μπλοκ, ανάμεσά τους και η Πολωνία.

Οι αντάρτες καθώς και οι άμαχοι, οι οποίοι έφτασαν στις περιοχές του Νομού της Δυτικής Πομερανίας, κατάγονταν κυρίως από χωριά και κωμοπόλεις. Ήταν πληγωμένοι σωματικά και ψυχικά και σε κακή γενική κατάσταση. Ως κομμουνιστές είχαν «βαφτιστεί» στην πατρίδα τους προδότες, που ασκούν αντεθνική προπαγάνδα στο εξωτερικό. Έως το Δεκέμβριο του 1951 είχαν φτάσει στην Πολωνία πάνω από 14 χιλιάδες Έλληνες.

Δημιουργία του νοσοκομείου

Ο Μολέσλαβ Μπιέρουτ (Bolesław Bierut), 1ος γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Πολωνικού Ενοποιημένου Εργατικού Κόμματος (PZPR), ήταν αυτός που ενέκρινε το πρόγραμμα βοήθειας προς τους Έλληνες. Με δική του εντολή ο διοικητής του Τμήματος Προσωπικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, τον Ιούνιο του 1949, έδωσε εντολή στον στρατηγό-ταξίαρχο Λέσεκ Κσέμιεν (Leszek Krzemień), αντικαταστάτη του διοικητή επί των πολιτικο-διαφωτιστικών υποθέσεων της Στρατιωτικής Περιφέρειας της Σιλεσίας, καθώς και στον στρατηγό-ταξίαρχο Βάτσλαβ Κόμαρ (Wacław Komar), διοικητή του Β’ Τμήματος Γενικού Επιτελείου Στρατού της Πολωνίας,  να οργανώσουν το Νοσοκομείο Εκστρατείας. Το νοσοκομείο αυτό στήθηκε σε μια πρώην γερμανική βάση υδροπλάνων στο Τζίβνουβ (Dziwnów).  Μερικούς μήνες νωρίτερα οι στρατώνες της βάσης είχαν περάσει στα χέρια του πολωνικού στρατού από τον ρωσικό στρατό. Εκείνη την περίοδο, υπεύθυνος της «Στρατιωτικής Μονάδας 1904»  και ταυτόχρονα διοικητής της φρουράς του Τζίβνουβ, ανέλαβε ο αντισυνταγματάρχης Ριχάρδος Καμίνσκι (Ryszard Kamiński).

Στη διάρκεια των δύο μηνών – Ιουνίου και Ιουλίου – οργανώθηκε το νοσοκομείο με πάνω από χίλιες κλίνες. Το διοικούσε ο ταγματάρχης δόκτωρ Βλαντίσλαβ Μπαρτσικόβσκι (Władysław Barcikowski), υποδιοικητής επί των ιατρικών υποθέσεων και ταυτόχρονα διοικητής του νοσοκομείου, χειρούργος ορθοπεδικός, μαθητής και βοηθός του καθηγητή δόκτορα Βίκτορα Ντέγκα (Wiktor Dega). Στρατιώτες και εργαζόμενοι του στρατού επισκεύασαν 27 κτίρια κατοικιών και στρατώνων, με συνολικό όγκο των 125 χιλιάδων κυβικών μέτρων.

Στο νεοδημιουργηθέν νοσοκομείο ετοιμάστηκαν μεταξύ άλλων τμήματα: χειρουργικό, βαριά και ελαφρά τραυματισμένων, εσωτερικών και λοιμωδών παθήσεων, φυσικοθεραπείας, αποκατάστασης, νευρολογικό, φαρμακείο καθώς και πλήθος εξειδικευμένων ιατρείων – όπως: οφθαλμολογικό, γυναικολογικό, ΩΡΛ, ουρολογικό, οδοντιατρικό και ακτινολογικό.

Τη νύχτα της 25ης Ιουλίου του 1949, με πλήρη μυστικότητα, μεταφέρθηκαν στο Τζίβνουβ, από το πλοίο «Κοστσιούσκο» („Kościuszko”), που είχε δέσει στο λιμάνι του Σφινοούιστσιε (Świnoujście) μετά από 12ήμερο ταξίδι απ’ την Αλβανία, οι πρώτοι 747 Έλληνες - άρρωστοι και τραυματίες.  Δύο μήνες αργότερα, το δεύτερο 15ήμερο του Σεπτέμβρη, με το ίδιο πλοίο διακομίστηκαν στο νοσοκομείο οι επόμενοι 207 Έλληνες. Το Νοέμβρη του 1949, έφτασε στο λιμάνι της πόλης Γκντάνσκ το ρουμάνικο υπερατλαντικό πλοίο «Τρανσυλβανία» („Transylwania”) με τους  574 Έλληνες τραυματίες. Έως τα τέλη του 1949 στο Τζίβνουβ βρισκότανε πάνω από 1500 Έλληνες τραυματίες αντάρτες και οι οικογένειές τους. Τον Ιανουάριο του 1950 στάλθηκε στην Αλβανία το πλοίο «Μπιαουίστοκ» (Białystok”). Μ’ εκείνη τη διακομιδή, στις 17 Φεβρουαρίου, στην παραθαλάσσια  φρουρά του Τζίβνουβ, έφτασαν 429 Έλληνες, ενώ στα μέσα του Μαΐου, οδικώς, μέσω Ουγγαρίας έφτασαν οι επόμενοι 60 αντάρτες.

Λειτουργία του νοσοκομείου

Με την υποδοχή των πρώτων Ελλήνων στο νοσοκομείο του Τζίβνουβ, άρχισε να οργανώνεται επίσης το ιατρικό του προσωπικό. Στα μέσα του Ιουλίου του 1949 το προσωπικό του νοσοκομείου εκστρατείας αποτελούσαν: 14 γιατροί, 6 υπαξιωματικοί νοσοκόμοι, 17 νοσοκόμες, 18 άτομα βοηθητικού προσωπικού καθώς και 2 διμοιρίες φρούρησης (80 ναύτες: μάγειροι, φρουροί, οδηγοί). Σε όλους τους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς δόθηκαν ποδήλατα ώστε να διευκολυνθούν οι μετακινήσεις τους στο τεράστιο χώρο της νοσοκομειακής μονάδας.

Στο δεύτερο μισό του Σεπτέμβρη συμπληρώθηκαν εν μέρει οι ελλείψεις του προσωπικού – στο νοσοκομείο έφτασαν καμιά δεκαπενταριά νέοι γιατροί από την 13η σειρά μετεκπαίδευσης αξιωματικών υπηρεσιών υγείας. Ένα μήνα μετά έφτασε η επόμενη ομάδα γιατρών (από την 14η σειρά μετεκπαίδευσης). Την ομάδα αυτή την αποτελούσαν κυρίως  ειδικοί ορθοπεδικοί, αλλά δεν έλλειπαν επίσης και γυναικολόγοι, νευρολόγοι, παιδίατροι, φαρμακοποιοί, οδοντίατροι, παθολόγοι και ακτινολόγοι. Βαθμιαία, στο νοσοκομείο οδηγούνταν και νοσοκόμες – από το Πόζναν (Poznań) και Λοτζ (Łódź), επί το πλείστον νεαρές απόφοιτες διετών σχολών του Πολωνικού Ερυθρού Σταυρού.

Τη μυστικότητα όλου του εγχειρήματος αποδεικνύει το γεγονός ότι το ιατρικό προσωπικό – στρατιωτικό και πολιτικό, το οποίο έφτανε στο Τζίβνουβ, μόνο επί τόπου ελάμβανε γνώση για την τοποθεσία στην οποία βρισκόταν. Η διοίκηση του νοσοκομείου θεώρησε πως στους τραυματίες και άρρωστους ασθενείς πρέπει να εξασφαλιστεί ένα κατάλληλο περιβάλλον για την όσο το δυνατόν γρηγορότερη επιστροφή στην ισορροπία τους, τόσο σωματική όσο και ψυχική.

 Γι’ αυτό το σκοπό, προκειμένου να υπάρχει γενική αποκατάσταση της υγείας των ασθενών, άρχισε να εφαρμόζεται η πρωινή γυμναστική – ομαδική και ατομική.

Στο νοσοκομείο νοσηλεύονταν επίσης ασθενείς με ψυχικά τραύματα, που είχαν αποκτήσει από τα διάφορα βιώματα του πολέμου, καθώς επίσης ασθενείς με βλάβες στα νεύρα, ακόμα και με την πλήρη καταστροφή των νεύρων. Έχουν διεξαχθεί περίπλοκες πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις, μεταξύ άλλων γίνανε μεταμοσχεύσεις τενόντων, του δέρματος και των οστών, τα μοσχεύματα των οποίων λήφθηκαν από γειτονικά ή απομακρυσμένα μέρη του σώματος του ίδιου ασθενή. Επίσης απομακρύνονταν παραμορφώσεις των αρθρώσεων. Εφαρμοζότανε η πολυφασική θεραπεία ατροφίας των άκρων. Καθημερινά διεξάγονταν από 8 έως 12 χειρουργικές επεμβάσεις. Στο νοσοκομείο νοσηλεύονταν επίσης πάνω από 130 τραυματίες με κρανιακές παθήσεις – σχεδόν οι μισοί από τους εγχειριζόμενους είχανε υποστεί εγκεφαλικές βλάβες, ενώ υπήρχαν ξένα σώματα στο κρανίο τους. Συχνά παρουσιάζονταν μετατραυματικές φλεγμονές των οστών.  Συνήθως οι περιπτώσεις αυτές ήταν δύσκολες – οι περισσότεροι ασθενείς αποκαταστάθηκαν μη εγχειρητικά, έως την πλήρη ίασή τους. Από τις πόλεις: Πόζναν, Στετίνο και Βαρσοβία προσέρχονταν εξαίρετοι ειδικοί γιατροί διαφόρων ειδικοτήτων, προκειμένου να συμμετάσχουν σε ιατρικά συμβούλια. Από τη Βαρσοβία ειδικά ερχόταν ο αντισυνταγματάρχης καθ. Δρ  Μάριαν Γκούρσκι (Marian Górski), ο οποίος εκτελούσε πλαστικές επεμβάσεις στις περιοχές των σιαγώνων και του προσώπου.

Καθημερινή ζωή

Από καθαρά νομική άποψη οι Έλληνες του νοσοκομείου του Τζίβνουβ ήταν άνθρωποι  χωρίς κρατική υπόσταση, απάτριδες.  Ως αποτέλεσμα του εμφυλίου πολέμου είχαν στερηθεί την ελληνική ιθαγένεια.  Ζούσαν σε πλήρη ανωνυμία, χωρίς έγγραφα ταυτότητας.

Χρησιμοποιούσαν μονάχα αριθμούς ταυτοποίησης, κι όταν πήγαιναν για ιατρικές εξετάσεις ή  συμβουλές ή θεραπεία εκτός νοσοκομείου του συγκροτήματος Τζίβνουβ – π.χ. σε αστικά νοσοκομεία, μεταξύ άλλων στο Στετίνο, τότε χρησιμοποιούσαν ψεύτικα πολωνικά ονοματεπώνυμα. Η μυστικότητα της παραμονής τους στηριζόταν στους φόβους των πολωνικών αρχών για τυχόν διείσδυση στην ελληνική διασπορά ξένης κατασκοπείας και τις επακόλουθες διπλωματικές συνέπειες.

Στην πλειοψηφία τους, οι Έλληνες ασθενείς ήταν νέοι άνθρωποι. Προσπαθούσαν να οργανώσουν την εξωνοσοκομειακή τους ζωή με ποικίλους τρόπους. Συμμετείχαν σε μετεκπαιδεύσεις, σε χορούς και σε μαζικές αθλητικές διοργανώσεις, και κυρίως μαθαίνανε την πολωνική γλώσσα.

Για τις ανάγκες των Ελλήνων τέθηκε σε λειτουργία μια ραδιοφωνική εγκατάσταση – τον απαραίτητο ραδιοφωνικό εξοπλισμό είχε διαθέσει η Πολωνική Ραδιοφωνική Υπηρεσία. Το καθημερινό πρόγραμμα σ’ αυτό  αποτελούσαν οι ειδήσεις, τις οποίες ετοίμαζε το πολιτικό τμήμα του νοσοκομείου, και οι οποίες παρουσίαζαν την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, στην Πολωνία και στον κόσμο.

Επίσης συντασσόταν κι ένα ενημερωτικό δελτίο και αργότερα άρχισε η έκδοση ενός εβδομαδιαίου περιοδικού «Δημοκρατία». Οργανώθηκε επίσης μια ελληνική θεατρική ομάδα και ένα μουσικοχορευτικό συγκρότημα, το οποίο εμφανιζόταν με χειροποίητες λαϊκές στολές.
Οι γυναίκες συμμετείχαν σε μαθήματα κοπτικής-ραπτικής, ενώ οι άντρες, στα πλαίσια της θεραπείας μέσω δημιουργικών δραστηριοτήτων, εκτελούσαν εργασίες σε διάφορα εργαστήρια, όπως: σιδηρουργίας, επισκευής αυτοκινήτων, ξυλουργικό, υποδηματοποιίας και ωρολογοποιίας.

Στις αρχές του 1950 οι ασθενείς του νοσοκομείου πηγαίνανε να παρακολουθήσουν θεατρικές παραστάσεις και όπερα  στις πόλεις Πόζναν και Στετίνο. Με μεγάλη λαμπρότητα κι από κοινού  γιόρταζαν τις επίσημες κρατικές πολωνικές και ελληνικές γιορτές. Επίσης διοργάνωναν διαδηλώσεις, κυρίως πολιτικές, με την ευκαιρία των μεγάλων εορτασμών, όπως Γιορτή Αναγέννησης της Πολωνίας (στις 22 Ιουλίου), Γιορτή της Εργατικής Πρωτομαγιάς ή τον εορτασμό της ίδρυσης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (στις 18 Νοεμβρίου). Σε έναν από αυτούς τους εορτασμούς στις 22/7/1950 οι Έλληνες παρέδωσαν στη Στρατιωτική Μονάδα του Τζίβνουβ το χειροκέντητο λάβαρο.

Έχοντας ως σκοπό την επιστροφή τους στην Ελλάδα και νέο ξεκίνημα του ένοπλου αγώνα, δημιουργούσαν μικρά στρατιωτικά υποτμήματα, όπως: μονάδα ιππικού καθώς και μια ομάδα πιλότων, η οποία εκπαιδευόταν με τη βοήθεια ενός παλιού γερμανικού υδροπλάνου.

Στο νοσοκομείο επίσης έρχονταν στον κόσμο παιδιά. Στο αρχικό στάδιο λειτουργίας του, οι έγκυες Ελληνίδες μεταφέρονταν στο Στετίνο. Αργότερα, όταν οι γέννες έγιναν πιο συχνές, δημιουργήθηκε ένα μαιευτήριο επί τόπου. Ως επίσημο έγγραφο, που επιβεβαίωνε τη γέννηση ενός παιδιού, θεωρούνταν η αναφορά για τον ερχομό του στον κόσμο στην ημερήσια διάταξη του νοσοκομείου. Αυτή η αναφορά αποτελούσε τη βάση για την χορήγηση των ειδών βρεφικού ρουχισμού και διατροφής για το νεογέννητο. Από τον Οκτώβρη του 1949 έως τα τέλη του Μαΐου του 1950, στο μαιευτήριο γεννήθηκαν 82 παιδιά.

Υπήρχαν επίσης  περιπτώσεις θανάτων Ελλήνων ανταρτών λόγο των τραυμάτων που υπέστησαν.  Επειδή υπήρχε μυστικότητα του όλου εγχειρήματος, απαγορευόταν η τέλεση ταφών σε γενικά νεκροταφεία των ατόμων χωρίς μόνιμο τόπο κατοικίας στην Πολωνία.

Γι’ αυτό το λόγο δημιουργήθηκε ένα νεκροταφείο εντός του κλειστού συγκροτήματος των στρατώνων, στην άκρη του αεροδρομίου. Πιθανότατα έχουν ταφεί εκεί 25 Έλληνες. Στις μέρες μας, δεν έχει μείνει ίχνος από κείνο το νεκροταφείο, εκτός από συμβολικό μνημείο.

Η προσφυγιά

Στα χρόνια 1949 και 1950, οι Έλληνες και οι οικογένειές τους, είχαν συνειδητοποιήσει πως δεν θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους και πως τους περιμένει η μοίρα των πολιτικών προσφύγων. Η πρώτη ομάδα των 102 ανταρτών, που είχαν αναρρώσει εντελώς ή μερικώς, έφυγε απ’ το Τζίβνουβ στις 2 Δεκεμβρίου του 1949. Η επόμενη ομάδα των 383 θεραπευμένων έφυγε στις 14 Φεβρουαρίου του 1950, ενώ οι επόμενοι στη σειρά 619 Έλληνες αποχώρησαν απ’ το νοσοκομείο το  Μάρτιο του ίδιου έτους. Το καλοκαίρι του 1950, από το Τζίβνουβ έφυγαν συνολικά 370 θεραπευμένοι.
Η τελευταία ομάδα των Ελλήνων ανταρτών άφησε το νοσοκομείο το Νοέμβριο του 1950.
Οι Έλληνες, που δεν είχαν ακόμη εντελώς αναρρώσει μεταφέρθηκαν στο Κλινικό Νοσοκομείο αρ.1 της πόλης Λοτζ (Łódź).

Μετά το πέρας του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα και το κλείσιμο του νοσοκομείου (το Νοέμβριο του 1950) το προσωπικό του αποτέλεσε την ραχοκοκαλιά της Στρατιωτικής Ιατρικής Ακαδημίας της πόλης Λοτζ (Łódź), ενώ οι εγκαταστάσεις με την κτιριακή υποδομή πέρασαν στα χέρια του πολωνικού στρατού.

Κατά τη διάρκεια των σχεδόν δύο ετών λειτουργίας του, στο μυστικό νοσοκομείο έχουν θεραπευτεί πάνω από δύο χιλιάδες Έλληνες. Μετά τη νοσηλεία τους, μεταφέρθηκαν σε προσωρινά κέντρα σε όλη την Πολωνία. Εγκαταστάθηκαν κυρίως στην περιοχή της Κάτω Σιλεσίας  – σε πόλεις: Ζγκοζέλετζ (Zgorzelec), Γιελένια Γκούρα (Jelenia Góra), Καμιέννα Γκούρα (Kamienna Góra), Βάουμπζιχ (Wałbrzych), Λεγκνίτσα (Legnica), Βρότσλαβ (Wrocław) καθώς και στις πόλεις: Πόζναν, Κρακοβία, Γκντίνια (Gdynia), Στετίνο, Πολίτσε (Police), και στην κωμόπολη Κροστσιένκο (Krościenko), όπου τους παραχωρήθηκαν για καλλιέργεια και εκμετάλλευση αγροκτήματα αρκετών εκταρίων (οικισμός «Νέα ζωή»).

Κάθε χρόνο, οι πρώην ασθενείς του νοσοκομείου έρχονται οικογενειακώς στην πόλη Τζίβνουβ, τόσο από την Πολωνία όσο και από το εξωτερικό. Αναπολούν τα χρόνια της οδύσσειας των δικών τους και αποδίδουν φόρο τιμής στους αντάρτες που χάθηκαν από τα τραύματά τους και έχουν ταφεί στο χώρο του νοσοκομείου. Τα γεγονότα εκείνης της εποχής μας υπενθυμίζει ένα μνημείο από γρανίτη, που βρίσκεται στο χώρο του συγκροτήματος των στρατώνων του Πολεμικού Ναυτικού καθώς και μια αναμνηστική πλακέτα στην οδό Παρκόβα (Parkowa) στο Τζίβνουβ.

Διοικητής του νοσοκομείου

O Στρατηγός-ταξίαρχος καθ. Δρ Ιατρικής Βλαντίσλαβ Μπαρτσικόβσκι (Władysław Barcikowski) γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1916 στην πόλη Μερέφα (Merefa) – στη σημερινή Ουκρανία. Μετά από την αποφοίτησή του από το Λύκειο, σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας. Από τον Ιούλιο του 1940 έως το Μάρτιο του 1943 εργαζόταν στη Βαρσοβία ως βοηθός στο Ορθοπεδικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου του Πολωνικού Ερυθρού Σταυρού, και αργότερα ως βοηθός στο Χειρουργικό Τμήμα του Νοσοκομείου «Καρόλου και Μαρίας» (im. Karola i Marii) στην πόλη Λέσνο (Leszno). Κατά την εξέγερση της Βαρσοβίας χειρουργούσε τους εξεγερθέντες και αμάχους στο νοσοκομείο «Καρόλου και Μαρίας». Μετά τη λήξη της εξέγερσης οργάνωσε το Κοινοτικό Νοσοκομείο 30 κλινών στην κωμόπολη Πύροι (Pyry) κοντά στη Βαρσοβία. Από τον Μάιο του 1946 έως τον Ιούνιο του 1952 εργάστηκε ως ανώτερος βοηθός και υφηγητής  του καθηγητή W.Dega. Το 1948 πήρε το βαθμό του διδάκτορα των Ιατρικών Επιστημών. Τον Ιούνιο του 1949 οργάνωσε το Νοσοκομείο στο Τζίβνουβ. Στις αρχές του 1951 ο Βλαντίσλαβ Μπαρτσικόβσκι απολύθηκε από την στρατιωτική του υπηρεσία. Επέστρεψε στην κλινική του καθ. W.Dega. Στο διάστημα 1951 έως 1952 έκανε την μεταδιδακτορική του διατριβή (τύπου habilitacja).  Σε συνεννόηση με τον υπεύθυνο του Τμήματος Υπηρεσιών Υγείας του Πολωνικού Στρατού, αποδέχθηκε την πρόταση οργάνωσης νοσοκομείου του Πολωνικού Ερυθρού Σταυρού στην Κορέα. Στις 27 Ιανουαρίου του 1954 – με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, διορίστηκε στη θέση γενικού γραμματέα στο Υπουργείο Υγείας. Τον Νοέμβρη του 1958 κλήθηκε ξανά στην στρατιωτική θητεία – στο βαθμό ταγματάρχη. Πήρε τη θέση του διευθυντή στο Κεντρικό Νοσοκομείο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Μετά την ίδρυση της Στρατιωτικής Ιατρικής Ακαδημίας, κατείχε στο ίδρυμα αυτό τη θέση του αναπληρωτή της Έδρας Ορθοπεδικής και Μετατραυματικής Χειρουργικής. Το 1967 έγινε πρόεδρος της Γενικής Διεύθυνσης των Υπηρεσιών Υγείας του Πολωνικού Στρατού. Προβιβάστηκε στο βαθμό Στρατηγού-Ταξίαρχου και του απονεμήθηκε ο τίτλος του εκτάκτου καθηγητή. To 1968 διορίστηκε επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και αναπληρωτής του επικεφαλής Επιμελητείας του Πολωνικού Στρατού. Συμμετείχε στις εργασίες του Διεθνούς Ιατρικού Συνδέσου και Στρατιωτικής Φαρμακολογίας.  Αφού πέρασε σε εφεδρεία το 1973 έγινε ειδικός – πληρεξούσιος σε θέματα ψευδο-ιατρικών πειραμάτων, που είχαν διεξαχθεί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στα χρόνια 1976 – 1995 εργάστηκε στο ιατρικό κέντρο της Βαρσοβίας. Πήρε την ιατρική ειδικότητα του ορθοπεδικού και μετατραυματικής χειρουργικής και ολοκλήρωσε την ειδίκευση 2ου βαθμού σε θέματα οργάνωσης της περίθαλψης υγείας. Αρκετές φορές έχει διακριθεί και παρασημοφορηθεί, για την πολυετή επαγγελματική και κοινωνική του εργασία καθώς και για την στρατιωτική του υπηρεσία, μεταξύ άλλων του απονεμήθηκε ο Αξιωματικός Σταυρός Τιμής του Παράσημου Αναγέννησης της Πολωνίας.

Το άρθρο είναι του kmdr υπολοχ. Δρ Αρθούρου Βασιέβσκι (Artur Wasiewski)
Απόφοιτου SChWChem, Ανώτερης Παιδαγωγικής Ακαδημίας της πόλης Σλούπσκ (Słupsk),
Πανεπ/μίου και Ακαδημίας Εθνικής Άμυνας UWi AON.
Εκτελούσε καθήκοντα: από τον διοικητή  του 28ου  pz plchem
έως τον πρόεδρο τμήματος αγωγής- προσωπικού KPW στην πόλη Κολόμπζεγκ (Kołobrzeg).
Σήμερα εκτελεί χρέη του εκπροσώπου τύπου  8ου FOW.

 Πηγή: «Ναυτική Επιθεώρηση» ("Przegląd morski")
 - Μηναία έκδοση / Ιούνιος 2010
                                                                                                         Στο Τζίβνουβ , κάθε χρόνο, τον Ιούλιο  τελούνται ετήσιες εκδηλώσεις μνήμης για τους εξεγερθέντες Έλληνες, οι οποίοι την εποχή του εμφυλίου πολέμου του 1949 είχαν μεταφερθεί, με την άδεια της τότε πολωνικής κυβέρνησης στο «Μυστικό Νοσοκομείο αρ.250», για την εγκατάσταση του οποίου επιλέχτηκε η θέση Τζίβνουβ.

Πηγή:  http://www.8fow.mw.mil.pl/index.php?vhost=8fow&akcja=news&id=105&limes=16

Μετάφραση από την πολωνική γλώσσα: ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΜΠΟΥΡΕΛΗ


Αναδημοσίευση από http://www.meta.org.gr/index.php/article/Elliniko_nosokomeio_sto_Tzivnouv_Dziwnow_tis_Polonias

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου