Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Γ. Μεζεβίρη Αντιναυάρχου ε.α., "Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού"


                                       Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή- Η αναταραχή
                                                   Μάρτιος 1943 - Μάρτιος 1944

Ο Ελληνικός Στόλος που είχε διαφύγει στην Αίγυπτο τον Απρίλιο του 1941, συνέχισε την πολεμική του δράση στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά από μια πρώτη περίοδο ανωμαλιών, η πολεμική απόδοση του Στόλου είχε σημαντικά βελτιωθεί και η οργάνωσή του είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο. Ιδιαίτερα από τον Μάιο του 1942 με την ανάληψη των καθηκόντων του Αρχηγού Στόλου από τον Υποναύαρχο Σακελλαρίου.

Η κατάσταση του Ελληνικού Στόλου την Άνοιξη του 1943

ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ Β.Ν.
1891- 1978

-Σημαιοφόρος  το 1910
-Λαμβάνει μέρος το 1912 - 1913 στις ναυμαχίες
του Α' Βαλκανικού πολέμου
-Κυβερνήτης του πρώτου Ελληνικού υποβρυχίου
 ΔΕΛΦΙΝ
-Συμμετέχει στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο ως
ύπαρχος των αντιτορπιλικών ΛΟΓΧΗ και
ΚΕΡΑΥΝΟΣ.
-Αρνείται κάθε συμμετοχή στα πολυάριθμα
κινήματα του μεσοπολέμου.
-Ανώτερος Διοικητής Αντιτορπιλικών το 1939,
επιβαίνων του αντιτορπιλικού ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ.
-Μετά τη βύθιση του ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ το 1941,
υψώνει το σήμα του στο αντιτορπιλικό ΥΔΡΑ
-Τραυματίζεται κατά την καταβύθιση του ΥΔΡΑ
-Διαφεύγει στην Αίγυπτο απ'όπου συνεχίζει
τον Αγώνα.
-Το 1945 ονομάζεται Ναύαρχος Αρχηγός και
Αρχηγός Γ.Ε.Ν. και το 1947 Γενικός
 Επιθεωρίτης του Β.Ν.
-Μετά την αποστρατεία του το 1949,
ασχολείται με τεχνολογικά θέματα του Εθνικού
Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και τη συγγραφή
βιβλίων για τη ναυτική στρατηγική και τις
επιχειρήσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Όλα τα πλοία επιφανείας που είχαν διαφύγει από την Ελλάδα βρίσκονταν σε ενεργή υπηρεσία: Το αντιτορπιλικό (α/τ) «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» , τα δυο α/τ τύπου «ΥΔΡΑ» και τα τρία α/τ τύπου «ΑΕΤΟΣ» εκτελούσαν συνοδείες. Το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» παρέμενε στο Πορτ Σάιντ σαν πλωτό αντιαεροπορικό πυροβολείο και έδρα του Αρχηγού το Στόλου και του επιτελείου του. Τα τρία μικρά αντιτορπιλικά χρησιμοποιούνταν για βοηθητικές υπηρεσίες στη Διώρυγα του Σουέζ. Κανένα από αυτά τα πλοία δεν είχε υποστεί ζημιές σε προσωπικό ή υλικό, από εχθρική δράση.

Αντίθετα, από τα υποβρύχια δυο μόνο ήταν σε ενέργεια: Ο «ΤΡΙΤΩΝ» είχε βρει ένδοξο τέλος στις ελληνικές θάλασσες μετά από λαμπρή δράση, ο «ΓΛΑΥΚΟΣ» είχε βυθιστεί στην Μάλτα μετά από αεροπορική επίθεση και ο «ΝΗΡΕΥΣ» βρισκόταν σε μακρά επισκευή.

Την ίδια εποχή το Ελληνικό Ναυτικό είχε ενισχυθεί με πέντε πλοία συνοδείας τύπου Hunt, από τα οποία δυο βρίσκονταν ακόμα στην Αγγλία και μια κορβέτα. Είχαν ακόμα διατεθεί ένα Αγγλικό υποβρύχιο, που βρίσκονταν υπό παράδοση στην Αγγλία, και ένα Ιταλικό, που είχε συλληφθεί από τους Άγγλους και βρίσκονταν σε μακροχρόνια επισκευή.

Τα πλοία που διέφυγαν από την Ελλάδα υποβλήθηκαν αρχικά σε πολύμηνες επισκευές, που είχαν απόλυτη ανάγκη, λόγω του πεπαλαιωμένου υλικού τους. Παράλληλα, εκσυγχρονίστηκε ο αντιαεροπορικός εξοπλισμός και εφοδιάστηκαν με ανθυποβρυχιακές συσκευές και καλύφθηκαν, έτσι, δυο μεγάλες ελλείψεις τους.

Η όλη οργάνωση των ναυτικών υπηρεσιών ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη στην Ελλάδα: Η Ανωτέρα Διοίκηση Αντιτορπιλικών, Διοικητής της οποίας ήταν ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης, είχε καταργηθεί. Το α/τ «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» με τις νέες μονάδες είχαν ενταχθεί σε Αγγλικές Μοίρες και τα παλιά αντιτορπιλικά εκτελούσαν αποστολές που διέταζαν οι Αγγλικές αρχές. Τα υποβρύχια που έδρευαν στην Βηρυτό διοικούνταν από Έλληνα Διοικητή. Τα καθήκοντα του Αρχηγού Στόλου είχαν ουσιαστικά περιοριστεί σε διοικητικά, καθώς όλες οι κινήσεις των πλοίων διατάζονταν και τα έξοδα καλύπτονταν από τον Βρετανό Στόλαρχο. Κατόπιν απαιτήσεως των Άγγλων, οι κυβερνήτες των πλοίων μας που συνεργάζονταν με Αγγλικά δεν έπρεπε να έχουν βαθμό ανώτερο του Πλωτάρχη γιατί σε αντίθετη περίπτωση σε όλες τις μικτές συνοδείες οι Διοικητές θα ήταν Έλληνες. Η θαλάσσια υπηρεσία αποκλείονταν έτσι για τους Πλοιάρχους και για τους περισσότερους από τους Αντιπλοιάρχους. Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού είχε καταργηθεί και οι δικαιοδοσίες του είχαν αναληφθεί από τον Αρχηγό του Στόλου. Το Υπουργείο Ναυτικών διατηρούσε σκιώδη εξουσία και ασχολούνταν με λίγα γενικά ζητήματα του προσωπικού.

Η αναταραχή

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Παναγιώτης Κανελλόπουλος μετά τη αποτυχία του να αποκαταστήσει την τάξη στις ταξιαρχίες στη Βηρυτό, υπέβαλε την παραίτησή του στις αρχές Μαρτίου του 1943. Η κατάσταση επιδεινώνονταν.  Φυλλάδια διανέμονταν κρυφά στις στρατιωτικές μονάδες και στα πολεμικά πλοία που έβριζαν τους «φασίστες» αξιωματικούς. Τα πλοία εξακολουθούσαν να εκτελούν κανονικά τις αποστολές τους παρότι, σε μερικά από αυτά, είχε παρατηρηθεί κάποια αναταραχή στα πληρώματα που προκαλούσαν επιστρατευθέντες ναύτες του Εμπορικού Ναυτικού. Άρχισαν να εκφράζονται φόβοι για ενδεχόμενη διασάλευση της τάξης στα πλοία. Οι φόβοι αυτοί μεγαλοποιούνταν από εκείνους που είχαν συμφέρον να αλλάξει η κατάσταση.

Από την άφιξή μου στην Αίγυπτο δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με το μαχόμενο Ναυτικό γιατί τα πλοία ήταν απασχολημένα σε αποστολές. Από τις επαφές όμως που είχα όμως με αξιωματικούς που υπηρετούσαν στην Αλεξάνδρεια και στην Βηρυτό, διαπίστωσα μια διάχυτη δυσαρέσκεια.. Αρκετοί ισχυρίζονταν ότι εφαρμόζονταν υπερβολικά αυστηρές μέθοδοι διοίκησης που έφθαναν κάποιες φορές σε σκληρότητες και αδικίες. Επειδή οι πληροφορίες αυτές προέρχονταν, κυρίως, από εκείνους που είχαν αφορμές για προσωπικά  παράπονα, δεν γνωρίζω αν τα λεγόμενα τους ήταν δικαιολογημένα  Τα παράπονα όμως αυτά έφταναν μέχρι την Κυβέρνηση για να την πιέσουν να πάρει μέτρα κατά της Διοίκησης του Ναυτικού.

Την περίοδο εκείνη κυκλοφορούσαν φήμες ότι η Κυβέρνηση τελούσε υπό παραίτηση και αναμένονταν ανασχηματισμός με συμμετοχή ακραιφνώς δημοκρατικών στοιχείων. Ο ανασχηματισμός μου ανακοινώθηκε από τον αποχωρούντα Υφυπουργό Ναυτικών, το βράδυ της 24ης Μαρτίου 1943. Νέος Υπουργός ανελάμβανε ο δικηγόρος της Αλεξανδρείας Ρούσσος, φανατικός δημοκρατικός , που είχε παλαιότερα διατελέσει Υπουργός στην Ελλάδα. Στην κυβερνητική ανακοίνωση του ανασχηματισμού περιλαμβάνονταν και η αποδοχή της, μη υποβληθείσας, παραίτησης του Αρχηγού του Στόλου. Στη θέση του Αρχηγού του Στόλου δίνονταν με τον τρόπο αυτό πολιτικός χαρακτήρας.

Νέος Αρχηγός του Στόλου ανελάμβανε ο έφεδρος Πλοίαρχος Κ. Αλεξανδρής, Ναυτικός Ακόλουθος στο Λονδίνο. Αξιωματικός με πολλά προσόντα, είχε απομακρυνθεί  από τις τάξεις του Ναυτικού το 1935 με τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου λόγω της συμμετοχής του στο κίνημα και δεν είχε ποτέ ασκήσει Ανωτέρα Διοίκηση ούτε είχε πάρει μέρος στον πόλεμο στην Ελλάδα. Η ονομασία του Πλοιάρχου Αλεξανδρή προκάλεσε κατάπληξη στους ναυτικούς κύκλους, με εξαίρεση εκείνων που ήταν μυημένοι στα μυστήρια των πολιτικών παρασκηνίων. Ένας συνάδελφος που δεν είχε λάβει μέρος στο κίνημα του 1935, αλλά είχε στενούς δεσμούς με εκείνους που είχαν συμμετάσχει, μου απεκάλυψε ότι οι εξελίξεις αυτές προετοιμάζονταν από πολύ καιρό και πρόσθεσε «πρέπει να αντιληφθείς ότι τώρα επικράτησε το κίνημα του 1935».

Η νέα κατάσταση αποτέλεσε για μένα βαρύ πλήγμα. Με την ανάθεση σε νεώτερό μου αξιωματικό της πρώτης θέσης του Ναυτικού, αποκλείονταν η χρησιμοποίησή μου σε οποιανδήποτε υπηρεσία. Μετά την απομάκρυνση των δυο Ναυάρχων  ήταν φυσικό, σαν αρχαιότερος των άλλων αξιωματικών άλλα κυρίως λόγω της πολεμικής μου προϋπηρεσίας στην Ελλάδα, να περιμένω να μου ανατεθούν τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Την αδικία που έγινε σε βάρος μου αναγνώριζε και η μεγάλη πλειοψηφία των αξιωματικών που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο.

Ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης στην Αίγυπτο
Όταν το πρωί της επομένης ημέρας επισκέφθηκα τον νέον Υπουργό και διαμαρτυρήθηκα έντονα, μου απάντησε ότι, πράγματι, γνώριζε από τον προκάτοχό του τα σχετικά με την προϋπηρεσία μου και την πολεμική μου δράση και θα ήμουν ασφαλώς ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου. Επειδή όμως είχα διατελέσει Επίτροπος του Έκτακτου Ναυτοδικείου το 1935, δεν θα ήμουν σήμερα ανεκτός σαν Αρχηγός από εκείνους που είχα καταδικάσει! Ο Υπουργός μου συνέστησε, τέλος, να δω τον Πρωθυπουργό και τον Βασιλιά. Ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερός μου έπλεξε το εγκώμιο και επανέλαβε και αυτός ότι ήμουν ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου και πρόσθεσε «απορώ πώς έγινε αυτό το πράγμα». Τελικά με παρέπεμψε στον Υπουργό Ναυτικών να το ρυθμίσει. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β’ με δέχτηκε με ευμένεια, ζήτησε λεπτομερείς πληροφορίες για τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα, για το ζήτημα μου όμως μου είπε –όπως ήταν φυσικό- ότι αυτό ήταν καθαρά κυβερνητικό. Ο Διάδοχος Παύλος που με δέχθηκε στη συνέχεια εθιμοτυπικά, μόλις με είδε και με τον αυθορμητισμό που τον χαρακτήριζε, μου είπε ότι ο ίδιος διαφωνούσε ριζικά με όσα συνέβησαν. Σε νέα κοινή συνάντηση που είχα με τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Ναυτικών, επανέλαβαν τους επαίνους τους χωρίς όμως να δίνουν λύση στο ζήτημα.  Σε επόμενη παρουσίασή μου στον Υπουργό, τον άκουσα με αγανάκτηση να μου προτείνει τη θέση του Ναυτικού Ακολούθου στην Άγκυρα, στην οποία έδινε μεγάλη σημασία. Του δήλωσα ότι θα του υποβάλλω  εγγράφως τις αντιλήψεις μου. Στην αναφορά μου, αφού παρουσίαζα τα σχετικά με τη σταδιοδρομία μου και διαμαρτυρόμουν έντονα για όσα είχαν προηγηθεί, υπέβαλλα διάφορες προτάσεις για τη χρησιμοποίησή μου σε μάχιμη υπηρεσία. Ειδικότερα πρότεινα να αποστρατευτώ και να ανακληθώ ως έφεδρος, οπότε αυτόματα θα γινόμουν νεώτερος στην αρχαιότητα από τον νέο Αρχηγό του Στόλου που είχε στο μεταξύ μονιμοποιηθεί. Θα μπορούσα έτσι, τυπικά, να υπηρετήσω κάτω από τις διαταγές του στη θέση του Ανώτερου Διοικητή Αντιτορπιλικών μετά την ανασύστασή της.   Σε απάντηση έλαβα ένα στυγνό έγγραφο που με έπεισε ότι ήταν περιττό να συνεχίσω τις προσπάθειές μου. Άλλωστε αναμενόταν ορκωμοσία νέου Υπουργού των Ναυτικών.

Στις 7 Μαΐου 1943 έγινε νέος αιφνιδιασμός. Ο νέος Αρχηγός Στόλου, πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντά του, προάγονταν κατά απόλυτο εκλογή σε Υποναύαρχο. Διαγράφονταν έτσι η σταδιοδρομία σε περίοδο ειρήνης και πολέμου των αρχαιοτέρων του για μια ολόκληρη οκταετία, κατά την οποία αυτός είχε βρεθεί έξω από το ενεργό Ναυτικό. Η ενέργεια αυτή της Κυβέρνησης είχε πολύ κακό αντίκτυπο στο σώμα των Αξιωματικών και οι αρχαιότεροι με τον βαθμό του Πλοιάρχου υπέβαλλαν έντονες διαμαρτυρίες για την δεύτερη αυτή αδικία.  Ο ίδιος ο νέος Αρχηγός του Στόλου και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου με αναφορά τους εισηγήθηκαν για την αποκατάσταση της τάξης να προαχθώ και εγώ και να αποκατασταθώ στην αρχαιότητά μου. Ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Σοφοκλής Βενιζέλος με κάλεσε και μου γνώρισε ότι η προαγωγή έγινε εν αγνοία του και πριν αναλάβει τα καθήκοντά του. Μου δήλωσε ότι θα αποκαθιστούσε την αδικία.

Πράγματι, μετά από δυο βδομάδες μου ανακοινώθηκε η προαγωγή μου σε Υποναύαρχο αναδρομικά από την ημέρα προαγωγής του νεωτέρου μου. Με τον τρόπο αυτό ανακτούσα την αρχαιότητά μου. Μου είχε ήδη απονεμηθεί ο Πολεμικός Σταυρός για την επιτυχή πολεμική μου υπηρεσία στη Ελλάδα και τον τραυματισμό μου κατά την καταβύθιση της «ΥΔΡΑΣ» από τον εχθρό. Η προαγωγή  δεν έλυνε το ζήτημα ανάληψης μάχιμης υπηρεσίας καθώς ορίστηκα απλά μέλος του Ανωτέρου Ναυτικού Συμβουλίου που ανασυστάθηκε. Ο Υπουργός επιθυμούσε να ανασυστήσει το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού και να με θέσει επικεφαλής του, παρεμποδίζονταν όμως να πραγματοποιήσει το σχέδιό του. Τελικά μου πρότεινε να αναλάβω τα καθήκοντα του Ναυτικού Ακολούθου Λονδίνου. Αρνήθηκα έντονα, παρά τις συνεχείς πιέσεις, να αναλάβω τη θέση αυτή. Εκτός των άλλων, έβρισκα κωμικό το μικρό Ελληνικό Ναυτικό να έχει Ναύαρχο για Ναυτικό Ακόλουθο.

Η πολεμική δραστηριότητα των πλοίων

Παρά την αναταραχή που προκάλεσαν οι διοικητικές μεταβολές, τα μαχόμενα πλοία συνέχισαν απρόσκοπτα τις αποστολές τους. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν σε αυτά ήταν αφοσιωμένοι στο καθήκον τους, βρίσκονταν σε συνεχή κίνηση και δεν είχαν ούτε  χρόνο ούτε διάθεση για πολιτικολογίες. Η προσπάθεια που έγινε όμως για την ανατροπή της προηγούμενης κατάστασης και η έκδοση παράνομων εφημερίδων που δυσφημούσαν πολλά από τα ανώτερα στελέχη δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορο το κατώτερο προσωπικό. Θεωρήθηκε ότι η  ικανοποίηση των αιτημάτων των ταραξιών θα αποκαθιστούσε τη τάξη στις Ταξιαρχίες. Αντίθετα, άνοιγε ο δρόμος στην αναρχία και ετοιμάζονταν ο Απρίλιος του 1944. Σύντομα εμφανίστηκαν τα πρώτα αντιπειθαρχικά κρούσματα και στον Στόλο. Σοβαρή μορφή πήραν τα συμβάντα στο α/τ «ΙΕΡΑΞ».
Τα δραστικά μέτρα που λήφθηκαν τότε αποκατέστησαν προσωρινά τη τάξη.

Η συμμετοχή του Ναυτικού στην απόβαση της Σικελίας

Τον Ιούλιο το 1943 τα πλοία του Ελληνικού Στόλου έλαβαν ενεργό μέρος στην απόβαση στη Σικελία. Μετά από αίτησή μου ο Υπουργός μου έδωσε την άδεια να επιβιβασθώ στο πρώτο αντιτορπιλικό που απέπλεε για τη Σικελία. Επιβιβάστηκα στο α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» σαν απλός επιβάτης, σαν πολεμικός ανταποκριτής όπως έλεγα. Μου δόθηκε έτσι η ευκαιρία να γνωρίσω με κάθε λεπτομέρεια τις νέες αυτές κατασκευές  του Βρετανικού Ναυαρχείου, τα αντιτορπιλικά τύπου Hunt. Ήταν ένας τύπος συνοδού ιδιαίτερα επιτυχής που ανέπτυσσε ικανοποιητική ταχύτητα και διέθετε τον πιο σύγχρονο αντιαεροπορικό και ανθυποβρυχιακό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων και των αγνώστων μέχρι τότε σε μας ραντάρ. Τέσσερα αντιτορπιλικά του ίδιου τύπου τα α/τ «ΑΔΡΙΑΣ», «ΚΑΝΑΡΗΣ», «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» και «ΠΙΝΔΟΣ» λάμβαναν μέρος στις επιχειρήσεις της Σικελίας.

28 Οκτωβρίου 1943, Ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης επιθεωρεί το πλήρωμα
 του υ/β "ΠΙΠΙΝΟΣ",
 συνοδευόμενος από τον κυβερνήτη του πλοίου Πλωτάρχη Α. Ράλλη
Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Δαμηλάτη είχε λάβει μέρος στο πρώτο κύμα της απόβασης και του δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξει λαμπρή δράση. Προς μεγάλη τιμή του Ναυτικού μας, ήταν το πρώτο Συμμαχικό πλοίο που μπήκε στο λιμάνι της Αυγούστας πριν την κατάληψη της πόλης και είχε δεχτεί τα πυρά της παράκτιας άμυνας. Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» για δυο περίπου βδομάδες βρισκόταν συνεχώς εν πλω. Οι ημέρες αυτές ήταν για μένα οι μόνες ωραίες από την άφιξή μου στη Μέση Ανατολή. Από τη πρώτη στιγμή διαπίστωσα πόσο διαφορετικές ήταν οι συνθήκες από τον πόλεμο που γνωρίσαμε στην Ελλάδα, ιδιαίτερα τη περίοδο της Γερμανικής επίθεσης. Για να αμυνθούν από τα εχθρικά υποβρύχια, τα συνοδά των νηοπομπών δεν βασίζονταν πια στους ελιγμούς και στη τύχη, αλλά στα τέλεια όργανα εντοπισμού με τα οποία είχαν εφοδιαστεί. Αποβιβάσαμε στρατεύματα και υλικό στις Συρακούσες και στην Αυγούστα. Τα μέχρι πριν από λίγες μέρες εχθρικά λιμάνια ήταν πια συμμαχικές βάσεις. Αδιάφορος ο Σικελικός πληθυσμός παρακολουθούσε τις κινήσεις μας. Τα σχεδόν ανέπαφα παράκτια πυροβολεία αποτελούσαν ζωντανή απόδειξη με πόση προθυμία αυτά παραδόθηκαν.

Στην Αυγούστα συναντήσαμε το α/τ «ΑΔΡΙΑΣ» με φανερά τα σημάδια από πρόσφατη συμπλοκή του με Γερμανικές τορπιλακάτους. Ο Κυβερνήτης του πλοίου αυτού Αντιπλοίαρχος Ι. Τούμπας με επιδέξιους χειρισμούς είχε πετύχει να βυθίσει τις δυο από τις τρεις τορπιλακάτους και να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στη τρίτη. Τα πολυβόλα των τορπιλακάτων είχαν επανειλημμένα πλήξει το πλοίο χωρίς να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές, υπήρχαν όμως αρκετοί τραυματίες. Στην επιστροφή μας προσεγγίσαμε στη Μάλτα, όπου πολλά βαριά Αγγλικά  σκάφη περίμεναν μάταια την έξοδο του Ιταλικού Στόλου. Εντύπωση μας προκάλεσαν οι καταστροφές που είχε υποστεί η μικρή νήσος από τους ατέλειωτους αεροπορικούς βομβαρδισμούς.

Προς νέα αποστολή

Πίσω στην Αλεξάνδρεια  με βαθιά και αμοιβαία λύπη αποχαιρέτησα τον Κυβερνήτη και το επιτελείο του  α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ».  Μόλις επέστρεψα στη βάση μας με κάλεσε ο Υπουργός των Ναυτικών και μου ανέπτυξε πάλι ότι ήταν απολύτως απαραίτητο να πάω στο Λονδίνο και να διαπραγματευτώ την παραχώρηση νέων πλοίων για αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων που σύντομα θα καταδικάζονταν σαν άχρηστα. Μπρος το επιχείρημα αυτό αναγκάστηκα τελικά να δεχτώ την αποστολή μου στο Λονδίνο αναλαμβάνοντας μια έκτακτη, ειδική αποστολή που θα έληγε μόλις θα πετύχαινα το σκοπό της αποστολής μου και όχι, όπως αρχικά μου είχε προταθεί, σαν Ναυτικός Ακόλουθος ή Αρχηγός Ναυτικής Αποστολής.

Από τον κυβερνητικό ανασχηματισμό του Μαρτίου 1943, οι δυο ναύαρχοι που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο είχαν διαταχθεί να μεταβούν στην Αμερική, ο  Υποναύαρχος Σακελλαρίου και στην Αγγλία ο Υποναύαρχος Καββαδίας. Ο πρώτος είχε αναχωρήσει, ο δεύτερος όμως είχε πάρει έγκριση να παραμείνει στο Κάιρο. Ο Ναύαρχος Καββαδίας μου διεμήνυσε ότι δεν έπρεπε να μεταβώ στην Αγγλία, όπως έκανε και εκείνος, γιατί σκοπός των διοικούντων ήταν να μας απομακρύνουν από την Αίγυπτο. Απάντησα ότι δεν έκρινα ορθό σε ώρα πολέμου να αρνούμαι τη προσφορά κάθε υπηρεσίας που μου ζητούν, εφόσον αυτή δεν είναι ασυμβίβαστη με τον βαθμό μου.

Στις 20 Αυγούστου 1943 αναχωρούσα αεροπορικώς από το Κάιρο για το Λονδίνο με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας.»

      Η αποστολή στο Λονδίνο του Υποναυάρχου Μεζεβίρη διάρκεσε πέντε μήνες και στέφθηκε με
     επιτυχία. Τα νέα πλοία που  παραχώρησε το Βρετανικό Ναυαρχείο και εκείνα που παραχώρησαν  
     οι Αμερικανοί αντιστάθμισαν τις πολεμικές μας απώλειες και την αχρήστευση παλαιών
     πλοίων που παροπλίστηκαν.

«Στις 17 Ιανουαρίου 1944 βρισκόμουν πάλι στην Αίγυπτο. Οι πρώτες πληροφορίες που έπαιρνα στην Αλεξάνδρεια ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές. Στα πληρώματα επικρατούσε μια φαινομενική ηρεμία που, όπως αποδείχτηκε λίγο αργότερα, ήταν η νηνεμία που προηγείται της καταιγίδας. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στα πλοία και σήκωναν και το βάρος του αγώνα ήταν πολύ ανήσυχοι. Η Διοίκηση του Ναυτικού όμως, ήταν απόλυτα ικανοποιημένη από την κατάσταση και δεν συμμεριζόταν αυτούς τους φόβους.

Είναι πιθανό ορισμένα μέτρα που είχε πάρει η παλαιά Διοίκηση να ήταν υπερβολικά αυστηρά, ίσως και σκληρά, και γι αυτό πολλοί είχαν δυσαρεστηθεί. Αντίθετα, η νέα Διοίκηση θεώρησε ότι ικανοποιώντας τα πάσης φύσεως αιτήματα του προσωπικού θα σταματούσαν τα παράπονα των πληρωμάτων. Έγιναν αθρόες προαγωγές, αυξήθηκαν οι μισθοδοσίες, χορηγούνταν άφθονες άδειες και υπήρχε υπερβολική επιείκεια μέχρι και ασυδοσία στη τιμωρία των παραπτωμάτων. Ένας κυβερνήτης μου παραπονέθηκε ότι δεν είχε γίνει δεκτή πρότασή του να διωχθούν σαν λιποτάκτες άνδρες του πλοίου του που, με δική τους πρωτοβουλία, παρέμειναν στη ξηρά κατά την αναχώρηση του πλοίου του σε αποστολή. Οι άφθονες παροχές και η συνεχής ικανοποίηση των αξιώσεων των πληρωμάτων είχαν προκαλέσει διασάλευση της πειθαρχίας.

 Αντιτορπιλικό "ΥΔΡΑ" Β.Ν.
Ανάλογα είναι και τα μέτρα που πάρθηκαν για τους αξιωματικούς τα οποία ικανοποίησαν μεν εκείνους που ωφελήθηκαν από αυτά, δυσαρέστησαν όμως το μεγαλύτερο τμήμα του Σώματος των αξιωματικών. Κάτω από τις συνθήκες που λειτουργούσε το Ναυτικό και με τους περιορισμούς που είχαν επιβάλει οι Άγγλοι αναφορικά με τον βαθμό των κυβερνητών, οι αξιωματικοί από τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου δεν μπορούσαν να υπηρετούν σε πλοία που εκτελούσαν πολεμικές αποστολές. Εξάλλου, οι υπάρχοντες στην Αίγυπτο Πλοίαρχοι και Αντιπλοίαρχοι επαρκούσαν και με το παραπάνω για να καλύψουν τις περιορισμένες ανάγκες των υπολοίπων υπηρεσιών. Η προαγωγή αξιωματικών στο βαθμό του Πλοιάρχου ισοδυναμούσε ουσιαστικά με αχρήστευσή τους και χρειάζονταν εφευρετικότητα για να βρεθεί μια μικρής σημασίας θέση για να χρησιμοποιηθούν. Στις σπάνιες περιπτώσεις που συνεδρίαζε το Ανώτερο Ναυτικό Συμβούλιο, όταν βρισκόμουν ακόμη στην Αλεξάνδρεια,  διαφωνούσα σε κάθε πρόταση αύξησης των θέσεων και τελικά αυτές αποσύρονταν. Κατά την απουσία μου όμως στην Αγγλία απονεμήθηκαν βαθμοί ασυλλόγιστα.

Από την κυβερνητική αλλαγή του Μαρτίου του 1943, ήρθαν στη Μέση Ανατολή και άλλοι απότακτοι του 1935. Όλοι αυτοί μονιμοποιήθηκαν, αποκαταστάθηκαν στην αρχαιότητά τους και αρκετοί πήραν δυο βαθμούς επιπλέον από αυτόν που είχαν όταν αποστρατεύτηκαν. Αυτή η πρακτική των προαγωγών δεν εξυπηρετούσε ούτε και το καλώς εννοούμενο συμφέρον των ίδιων. Με μικρότερο βαθμό θα τοποθετούνταν σε θέσεις πολύ πιο ουσιαστικές και μάλιστα στα πλοία όπου θα είχαν την ευκαιρία να διακριθούν, όπως συνέβη με μερικούς από αυτούς. Ακόμα, για να μην διαμαρτύρονται οι μόνιμοι αξιωματικοί, οι απότακτοι που μονιμοποιούνταν ως υπεράριθμοι.  Σύντομα δημιουργήθηκαν υπεράριθμοι Πλοίαρχοι που έφθασαν τους δώδεκα επί οργανικού αριθμού μόνο είκοσι τριών!

Πιστεύοντας ότι θα μπορούσα να βοηθήσω στην αντιμετώπιση της κρίσιμης κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, υπέβαλα και πάλι στον Υπουργό των Ναυτικών την παλιά πρόταση για επανίδρυση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Άλλωστε, λειτουργούσαν ήδη Επιτελικά Γραφεία με περιορισμένη δικαιοδοσία υπό τον Πλοίαρχο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου. Ο Υπουργός που συμφωνούσε καταρχήν με την γνώμη μου ήθελε να έχει τη σύμφωνη γνώμη του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου. Δυστυχώς όλα τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου υποστήριξαν ότι η κατάσταση στον Στόλο ήταν λαμπρή  και δεν υπήρχε λόγος να δημιουργηθούν νέοι θεσμοί που πιθανόν να δημιουργούσαν προβλήματα στα καλώς έχοντα. Ένα μάλιστα μέλος δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπάρχει χώρος στην Αλεξάνδρεια για Ναύαρχο αρχαιότερο του Αρχηγού του Στόλου». Μετά την εξέλιξη αυτή διέκοψα κάθε άλλη προσπάθεια συμμετοχής μου στη Διοίκηση του Ναυτικού, έπαυσα να προσέρχομαι στο Υπουργείο και παρέμενα άνεργος. Η μόνη ενημέρωση που είχα για τις εξελίξεις ήταν μόνο από αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στο παρελθόν υπό τις διαταγές μου.»

                                                 Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή- Η Στάση
                                                                  Απρίλιος 1944

«Το βράδυ τις 4ης Απριλίου μάθαινα ότι σοβαρά γεγονότα συνέβαιναν στις στρατιωτικές υπηρεσίες του Καΐρου και στις Ταξιαρχίες και ότι στασιαστικά κρούσματα άρχισαν να εκδηλώνονται στον Στόλο. Έτρεξα τότε στο Υπουργείο όπου πληροφορήθηκα γεγονότα πρωτοφανή για το Ναυτικό μας που και η πιο νοσηρή φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει. Στα πλοία και στις ναυτικές υπηρεσίες είχαν συσταθεί Επιτροπάτα ναυτών που περιέφεραν για υπογραφή στα επιτελεία και στα πληρώματα πρωτόκολλα που ζητούσαν τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης του Καΐρου και τη συμμετοχή σε αυτήν της Επαναστατικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. από την Ελλάδα. Καμιά αντίδραση κατά της στασιαστικής αυτής ενέργειας δεν είχε εκδηλωθεί από τη Διοίκηση. Με τη πίεση των Επιτροπάτων, όλα τα πληρώματα υπέγραψαν τα πρωτόκολλα. Από τους αξιωματικούς ορισμένοι υπέγραψαν, όσοι όμως αρνήθηκαν τέθηκαν σε περιορισμό από τα πληρώματά τους.

Ο Αρχηγός του Στόλου, όταν εμφανίστηκαν τα κρούσματα αυτά, κάλεσε σε σύσκεψη τους Διοικητές και τους Κυβερνήτες οι οποίοι δήλωσαν ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια τους. Θεώρησε τότε  σκόπιμο να εμφανισθεί ως τιθέμενος επικεφαλής της κινήσεως για να μην διακοπεί η εκτέλεση των αποστολών των πλοίων. Για τον σκοπό αυτό ο Αρχηγός του Στόλου Υποναύαρχος Αλεξανδρής εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή:

“Κατόπιν της αναγγελίας του σχηματισμού εν Ελλάδι επιτροπής εκπροσωπούσης μαχητικάς οργανώσεις αντιστάσεως κατά του κατακτητού, διεπίστωσα ευχαρίστως ομόφωνον την επιθυμίαν ολοκλήρου του Ναυτικού μας, από του διοικητού και των κυβερνητών μέχρι του τελευταίου ναύτου, όπως η ενταύθα Κυβέρνησις προέλθη το ταχύτερον εις αποτελεσματικήν συνεργασίαν μετά της ως άνω επιτροπής, με σκοπόν την από κοινού συνέχισιν του αγώνος προς απελευθέρωσιν του πατρίου εδάφους. Την γενικήν αυτήν επιθυμίαν διεβίβασα σήμερον επισήμως προς την Κυβέρνησιν. Επειδή μοι εδόθη η διαβεβαίωσις, ότι θα ληφθώσιν αμέσως πάντα τα
επιβαλλόμενα μέτρα δια την επίτευξην σχηματισμού Κυβερνήσεως πανελληνίου χαρακτήρος, πιστεύω ότι η προσπάθεια αύτη ταχέως θα καταλήξει εις την εκπλήρωσιν της ομοφώνου επιθυμίας του Ναυτικού, η οποία άλλως τε είναι επιθυμία ολοκλήρου του Έθνους. Κατόπιν των ανωτέρω καλώ πάντας , όπως συνεχίσωμεν ηνωμένοι και απερίσπαστοι το ωραίον έργον, το οποίον το Ναυτικόν μας  επιτελεί επί τρία και πλέον έτη, δια να έχωμεν συντόμως την υπερτάτην ικανοποίησιν να φέρωμεν με τα πλοία την ελευθερίαν εις την Πατρίδα.”

Στη συνέχεια, με γενικό σήμα, ανακοινώθηκε ότι στάλθηκαν στο Κάιρο τέσσερις ανώτεροι αξιωματικοί για να μεταβιβάσουν υπεύθυνα τις απόψεις του Στόλου και να συνεργαστούν για την πραγματοποίησή τους.

Το μόνο που έχω να παρατηρήσω για τα πιο πάνω είναι ότι δεν είναι αλήθεια ότι
εκπροσωπούσαν την ομόθυμη επιθυμία ολόκληρου του Ναυτικού. Οι περισσότεροι αξιωματικοί διαφωνούσαν ριζικά και το απέδειξαν όταν με τα όπλα στα χέρια κατέστειλαν την στάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» όλοι οι αξιωματικοί, με εξαίρεση ένα Σημαιοφόρο, αρνήθηκαν να υπογράψουν το πρωτόκολλο. Το πλήρωμα συνέλαβε τον Κυβερνήτη, τον λαμπρό Πλωτάρχη Φοίφα, τον αποβίβασε και τον έθεσε σε περιορισμό στη στεριά . Στη συνέχεια το πλήρωμα έριξε τους αξιωματικούς στη θάλασσα! Την ίδια τύχη είχε και ο Ύπαρχος, ο Υποπλοίαρχος Κογεβίνας, που ήταν εξαιρετικά αγαπητός στους άνδρες γιατί είχε πέσει σε τρικυμισμένη θάλασσα για να σώσει ναύτη που είχαν αρπάξει τα κύματα! Το καταπληκτικότερο όμως ήταν ότι το α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» με νέο Κυβερνήτη και νέο επιτελείο αλλά με το ίδιο πλήρωμα και με το Επιτροπάτο εστάλη για εκτέλεση αποστολής! Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν το πλοίο αναγκάστηκε , δήθεν, να περάσει από την Μάλτα για να αποβιβάσει αξιωματικό που ισχυριζόταν ότι είχε ανάγκη χειρουργικής επέμβασης. Το πλήρωμα του πλοίου ήρθε σε επαφή με τα πληρώματα των πλοίων μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα και συνετέλεσε στο να στασιάσουν και αυτά. Τελικά, όταν το  «ΠΙΝΔΟΣ» έπιασε Ιταλικό λιμάνι το πλήρωμά του ήρθε σε επαφή με το Ιταλικό κομουνιστικό κόμμα, δήλωσε ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και αρνήθηκε να συνεχίσει την πολεμική προσπάθεια.

Ελάχιστα από τα στελέχη, κατώτεροι ιδίως αξιωματικοί και μερικοί υπαξιωματικοί, συμμερίζονταν τις αναρχικές αντιλήψεις των ναυτών. Περίεργο όμως ήταν το φαινόμενο ορισμένων ανώτερων αξιωματικών και μάλιστα Πλοιάρχων που και μετά την εκδήλωση της στάσεως δεν είχαν αντιληφθεί περί τίνος επρόκειτο και υποστήριζαν ότι η αποκατάσταση της τάξης μπορούσε να γίνει μόνο με ήπια μέσα. Θεωρούσαν ακόμα ότι θα έπρεπε να χαλαρωθούν τα πρώτα μέτρα - αποκλεισμός τροφίμων και νερού -που είχαν ληφθεί από τις Βρετανικές αρχές κατά των στασιαστών. Κατά την προσωπική μου γνώμη οι αξιωματικοί αυτοί είχαν πολύ επηρεασθεί από τις ενθουσιώδεις υπέρ του Ε.Α.Μ. εκπομπές του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Λονδίνου, σαν τάχα μόνης πραγματικής μαχητικής οργάνωσης αντίστασης στη κατεχόμενη Ελλάδα.

Ο Αντιναύαρχος Πέτρος Βούλγαρης 
Όταν, μετά την εκδήλωση του κινήματος ο Υπουργός Ναυτικών κατέβηκε από το  Κάιρο στην Αλεξάνδρεια  παρουσιάστηκα και τέθηκα στη διάθεσή του για τη  καταστολή της στάσεως, την οποία θεωρούσα δυνατή μόνο με λήψη βίαιων μέτρων. Ασφαλώς θα θυμήθηκε τότε όσα του έλεγα τόσους μήνες, μου έσφιξε το χέρι και με ευχαρίστησε για τη προσφορά μου. Νέος Αρχηγός Στόλου ανέλαβε στις 21 Απριλίου 1944 ο έφεδρος – για μια ακόμη φορά- Αντιναύαρχος Βούλγαρης με εντολή από την Κυβέρνηση να καταστείλει τη στάση. Ο νέος Αρχηγός απολάμβανε της εμπιστοσύνης του Βασιλιά και της Κυβέρνησης και τον ακολουθούσαν όλοι οι απότακτοι του 1935, με εξαίρεση ορισμένους που είχαν εκδηλώσει συμπάθεια προς τα αιτήματα των στασιαστών. Χωρίς όμως τη συνδρομή εκείνων που ανήκαν στην αντίθετη πολιτική παράταξη, που ήταν πολύ περισσότεροι, δεν θα μπορούσε να πετύχει στην αποστολή του. Όταν ο νέος Αρχηγός με ρώτησε αν ήμουν διατεθειμένος να τον βοηθήσω του απάντησα ότι κατά τη γνώμη μου έπρεπε να γίνει χρήση βίας και ότι θα με είχε συμπαραστάτη του σε κάθε ενέργειά του. Υποσχέθηκα ακόμα ότι το ίδιο θα συμβούλευα και όλους τους αξιωματικούς που από τη πρώτη μέρα των γεγονότων είχαν απευθυνθεί σε μένα για συμβουλές.

Η καταστολή της Στάσης στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιντ

Η πρώτη επιχείρηση για τη κατάληψη των πλοίων που είχαν στασιάσει ορίστηκε για την νύχτα της 22α Απριλίου 1944. Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί που, από την όλη στάση τους, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση, τέθηκαν εκτός υπηρεσίας και απομακρύνθηκαν από την Αλεξάνδρεια. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος ένοπλες ομάδες που περιλάμβαναν αξιωματικούς κάθε βαθμού, ναυτικούς δοκίμους, υπαξιωματικούς, ναύτες, ακόμα και μερικούς αξιωματικούς του Στρατού που παρουσιάστηκαν εθελοντικά. Η επιχείρηση αφορούσε αρχικά τρία πλοία που είχαν στασιάσει: τα αντιτορπιλικά «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ» πλευρισμένα στη μια πλευρά στο Αγγλικό εύδρομο «PHOEBE», που από την άλλη πλευρά ήταν πλευρισμένο σε προβλήτα, και την κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» που ήταν αγκυροβολημένη μακριά από τα άλλα. Λίγο πριν τις 2 το πρωί της 23ης Απριλίου ανεβήκαμε στο Αγγλικό εύδρομο. Στο κατάστρωμα μας είχε παραχωρηθεί η πλευρά προς τα πλοία που είχαν στασιάσει. Στην άλλη πλευρά βρίσκονταν εξοπλισμένα αγγλικά αγήματα, έτοιμα για κάθε ενδεχόμενο. Στην αποβάθρα περίμεναν τραυματιοφορείς και νοσοκομειακά αυτοκίνητα. Η επίθεση είχε οριστεί για τις 2:30 και άρχισε συγχρόνως κατά της κορβέτας «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» και από την προς τη θάλασσα  πλευρά των «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ». Η επίθεση από το εύδρομο καθυστέρησε λίγο. Την παρακολούθησα με τον Αρχηγό του Στόλου από το κατάστρωμα του εύδρομου. Οι στασιαστές δεν αιφνιδιάστηκαν και από τη πρώτη στιγμή άρχισαν εντατικό πυρ. Τα επιτιθέμενα αγήματα με πνεύμα αυτοθυσίας εκτέλεσαν με επιτυχία τις διαταγές. Η αντίδραση των στασιαστών στη κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» ήταν αρχικά πολύ έντονη, γρήγορα όμως άρχισε να κάμπτεται και σε μισή ώρα είχαν παραδοθεί. Στα δυο άλλα πλοία η αντίσταση των στασιαστών ήταν πιο επίμονη και χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα μέχρι να παύσουν το πυρ και παραδοθούν. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος περί τους 250 άνδρες. Έπεσαν στο πεδίο της τιμής εφτά: τρεις αξιωματικοί, ο Υποπλοίαρχος Ρουσσέν, ο Ανθυποπλοίαρχος Ρέππας και ο Ανθυπολοχαγός Καββαδίας, ένας αρχικελευστής και τρεις ναύτες. Τραυματίστηκαν περί τους είκοσι, μεταξύ των οποίων ο Πλοίαρχος Κύρης και ο Πλωτάρχης Θεοφανίδης. Τον ίδιο περίπου αριθμό τραυματιών είχαν και οι στασιαστές. Χαρακτηριστικός ήταν ο φανατισμός και η αυτοθυσία των υπαξιωματικών και ναυτών που συμμετείχαν στα αγήματα εφόδου που αποδείκνυε ότι, ευτυχώς, το μίασμα είχε αφήσει αρκετούς από τα  πληρώματα υγιείς. Αυτοί θα αποτελούσαν τον πυρήνα για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού. Την πετυχημένη αυτή ενέργεια ακολούθησε μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αναίμακτη παράδοση των υπολοίπων πλοίων που είχαν στασιάσει στην Αλεξάνδρεια, του πλωτού συνεργείου «ΗΦΑΙΣΤΟΣ», του α/τ «ΚΡΗΤΗ», ναρκαλιευτικών και βοηθητικών. Αναίμακτα παραδόθηκαν επίσης στο Πορτ Σάιντ το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», έξι αντιτορπιλικά σε εφεδρεία και το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» που καταλήφθηκε με μεγάλη δυσκολία στις 29 Απριλίου του 1944. Παραδόθηκε τέλος το Κεντρικό Προγυμναστήριο που βρίσκονταν σε κεντρική συνοικία στην Αλεξάνδρεια και που η κατοχή του από τους στασιαστές είχε προκαλέσει πολύ δυσμενή σχόλια σε βάρος μας.

Η καταστολή της Στάσης στη Μάλτα

Σοβαρές ανωμαλίες είχαν σημειωθεί και στα πλοία μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα, τρία υποβρύχια, το πλοίο συνοδείας υποβρυχίων «ΚΟΡΙΝΘΙΑ», το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» που βρίσκονταν σε εφεδρεία και δυο μικρά βοηθητικά. Όλα τα πλοία αυτά βρίσκονταν υπό τις διαταγές Πλοιάρχου, Ανώτερου Διοικητή Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ.). Ο Αρχηγός του Στόλου με διέταξε να πάω στη Μάλτα, να αναλάβω προσωρινά τα καθήκοντα Ανωτάτου Ναυτικού Διοικητή, να αποκαταστήσω την τάξη και να εγκαταστήσω τον νέο Α.Δ.Υ., Πλοίαρχο Αντωνόπουλο. Ο Πλοίαρχος που υπηρετούσε στη θέση αυτή είχε συλληφθεί από τον Άγγλο Ναύαρχο και αποσταλεί με συνοδεία στην Αλεξάνδρεια, γιατί δεν είχε δεχτεί να υπηρετήσει υπό τις διαταγές του νέου Αρχηγού του Στόλου.

Έφθασα αεροπορικώς στη Μάλτα στις 26 Απριλίου 1944. Στο αεροδρόμιο με περίμενε ο Βρετανός Αντιναύαρχος και Ανώτατος Διοικητής Μάλτας, ο οποίος, πολύ ανήσυχος για όσα είχαν συμβεί, με οδήγησε αμέσως στο γραφείο του για να με κατατοπίσει. Την προηγούμενη μέρα, μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Α.Δ.Υ., το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμάτων των πλοίων μας βγήκαν στη στεριά και αρνήθηκαν να επιστρέψουν στα πλοία τους. Συνελήφθηκαν από τις βρετανικές αρχές και κλείστηκαν σε στρατόπεδο. Από συνολικά 456 άνδρες παρέμειναν στα πλοία μόνο οι 172, άλλοι από δική τους πρωτοβουλία και άλλοι κατόπιν εντολής των επιτροπάτων. Προηγουμένως, βρισκόταν στη Μάλτα και το α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ» που επρόκειτο να αναχωρήσει για την Μπιζέρτα για επισκευή. Πριν όμως αποπλεύσει, περί τους 100 άνδρες του αποβιβάστηκαν στη στεριά. Το πλοίο απέπλευσε με τους υπόλοιπους και γι αυτό ο Βρετανός Ναύαρχος μου ανέθεσε να διαβιβάσω στον Κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Νεόφυτο, τα συγχαρητήριά του.

Μόλις πήρα τις πληροφορίες αυτές κάλεσα σε σύσκεψη τον αρχιεπιστολέα του Α.Δ.Υ., Αντιπλοίαρχο Ιατρίδη, τους Κυβερνήτες των πλοίων και τον Άγγλο Αντιπλοίαρχο Baker της Αγγλικής ναυτικής αποστολής στην Ελλάδα που υπηρετούσε από καιρό στην Α.Δ.Υ. Τους ανακοίνωσα ότι επιθυμούσα να ενημερωθώ για την κατάσταση πριν εκδώσω τις διαταγές μου. Αντιλήφθηκα τότε ότι βρισκόμουν μπρος σε ανθρώπους, κατά βάθος νομιμόφρονες,  που βρίσκονταν σε πλήρη παραζάλη. Βρισκόμενοι μακριά από το Κέντρο, έβλεπαν τα πράματα κάτω από το πρίσμα που τα παρουσίαζε ο τέως Α.Δ.Υ., η δε διαταγή του τέως Αρχηγού του Στόλου τους είχε δώσει την εντύπωση ότι επρόκειτο για κίνηση που είχε υιοθετηθεί από ολόκληρο το Ναυτικό. Είχαν υπογράψει τα πρωτόκολλα που τους είχαν παρουσιάσει τα επιτροπάτα χωρίς
να είναι σε θέση να εξηγήσουν τους λόγους. Ακόμα και ο αρχιεπιστολέας, αξιωματικός δεξιών φρονημάτων που είχε διακριθεί σαν κυβερνήτης του υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», όταν συνελήφθηκε ο Α.Δ.Υ. είχε εκδώσει ημερησία διαταγή που έδειχνε πλήρη σύγχυση. Για αυτόν τον λόγο αναγκάστηκα να διατάξω την αντικατάστασή του από τον Αντιπλοίαρχο Ζέπο, που είχε έρθει μαζί μου από την Αλεξάνδρεια, και να τον αποστείλω στην Αλεξάνδρεια. Κατέστησα σαφές στους κυβερνήτες  ότι τα πλοία έπρεπε να επανέλθουν στην οδό της νομιμότητας και ότι η περίοδος των επιτροπάτων και των πρωτοκόλλων είχε λήξει ανεπιστρεπτί. Έπρεπε να έχουν υπόψη τους ότι στο μέλλον οι αξιωματικοί θα διαφυλάσσουν την τιμή τους με τα όπλα και ότι όποιος δεν συμφωνεί όφειλε να μου το δηλώσει από τώρα. Αποφάσισα το επόμενο πρωί να επιθεωρήσω επίσημα επί του συνοδού «ΚΟΡΙΝΘΙΑ» τους αξιωματικούς και τους άνδρες που είχαν απομείνει, παρά τους ενδοιασμούς του Βρετανού Ναυάρχου που πήρε κατά τη διάρκεια της επιθεωρήσεώς μου έκτακτα μέτρα στη στεριά. Κατά την επιβίβασή μου δεν παρουσιάστηκε καμιά ανωμαλία και μου απονεμήθηκαν οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό τιμές. Αφού επιθεώρησα τους παρατεταγμένους άνδρες, ανεγνώσθη αυστηρή ημερησία μου διαταγή και στην συνέχεια άλλη που αφορούσε την εγκατάσταση του νέου Α.Δ.Υ. Στη συνέχεια κάλεσα ιδιαιτέρως όλους τους αξιωματικούς και τους επανέλαβα ότι είχα πει και στους κυβερνήτες. Σε σχετική μου ερώτηση κανείς δεν έφερε αντίρρηση, οπότε δήλωσα ότι τη σιωπή θεωρώ σαν ανεπιφύλακτη αποδοχή των διαταγών μου.

Το αντιτορπιλικό «ΠΙΝΔΟΣ»
Στη συνέχεια επιχειρήθηκε να επιστρέψουν στην οδό του καθήκοντος εκείνοι που
είχαν συλληφθεί και κλειστεί στο στρατόπεδο. Ο Αντιπλοίαρχος Baker τους χώρισε σε τρεις ομάδες, μια των ανδρών του α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ», μια των υποτιθέμενων «καλών» από τους άνδρες του Α.Δ.Υ. και μια των υπολοίπων. Έγινε τότε προσπάθεια να διαβαστούν από τα μεγάφωνα στην ομάδα των «καλών» η ημερησία μου διαταγή και άλλη του νέου Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να ακούσουν και φώναζαν ότι δεν αναγνώριζαν τη νέα Κυβέρνηση. Απέτυχε και προσπάθειά μας να διανείμουμε τις διαταγές αυτές με φυλλάδια. Σε αναφορά μου στον Βρετανό Ναύαρχο ανάφερα ότι οι άνδρες αυτοί έπρεπε να θεωρηθούν στασιαστές και να μεταφερθούν στην Αίγυπτο, καθώς ο ίδιος δεν επιθυμούσε να μείνουν στη Μάλτα. Μια τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει ορισμένους άνδρες των υποβρυχίων, που γνώριζε προσωπικά και θεωρούσε πολύ καλούς, ανέλαβε ο Αντιπλοίαρχος Baker. Πράγματι χάρη στις προσπάθειές του, ίσως και επειδή στο μεταξύ είχαν πληροφορηθεί το οικτρό τέρμα της στάσης στην Αίγυπτο, πολλοί από αυτούς δέχτηκαν να γυρίσουν στις υπηρεσίες τους.

Μετά από παράκληση του Βρετανού Ναυάρχου, στις 29 Απριλίου πήγα αεροπορικώς στη Μπιζέρτα για να εξετάσω τη κατάσταση που επικρατούσε στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ». Ο Κυβερνήτης του, ο Αντιπλοίαρχος Νεόφυτος που ήταν αρχιεπιστολέας μου στο α/τ «ΥΔΡΑ» κατά τη βύθισή του, με δάκρυα στα μάτια μου εξήγησε ότι είχε αναγκαστεί να διατάξει τους αξιωματικούς να υπογράψουν το πρωτόκολλο μετά το γενικό σήμα του τέως Αρχηγού του Στόλου. Ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τη νέα γραμμή και να συνεχίσει τις πολεμικές του αποστολές, μόλις συμπληρωνόταν το πλήρωμά του. Διαβάστηκε η ίδια ημερήσια διαταγή μου, βρήκα σύμφωνους όλους τους αξιωματικούς σε όλα όσα τους είπα και, αφού παρέδωσα στις Βρετανικές Αρχές μικρό αριθμό ανδρών που θεωρούνταν ύποπτοι, επέστρεψα στη Μάλτα.

Ο Βρετανός Στόλαρχος της Μεσογείου είχε τη πρόθεση να στείλει στη Μάλτα τα
αντιτορπιλικά «ΠΙΝΔΟΣ», «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» και «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» για εκκαθάριση από τα
κακά στοιχεία. Ο Ναύαρχος της Μάλτας με ρώτησε αν οι άνδρες που είχαν παραμείνει στην Α.Δ.Υ. και εκείνοι που υπηρετούσαν στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ», ενέπνεαν αρκετή εμπιστοσύνη για να χρησιμοποιηθούν γι αυτό το σκοπό. Μελέτησα τη κατάσταση και ανέφερα ότι δεν θεωρούσα τα πληρώματα αυτά κατάλληλα για επανάληψη επιχειρήσεως ανάλογης με εκείνη της Αλεξάνδρειας. Με παρεκάλεσε τότε, να μεταβώ αεροπορικώς στο Αλγέρι, να αναφέρω στον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου την κατάσταση που επικρατούσε στη Μάλτα και στη συνέχεια να μεταβιβάσω τις οδηγίες του στον Αρχηγό του Στόλου μας στην Αλεξάνδρεια. Βρήκα τον Ναύαρχο John Cunningham εξαιρετικά εξοργισμένο και αντιλήφθηκα ότι ήταν αποφασισμένος να βυθίσει κάθε πλοίο μας το οποίο μελλοντικά θα στασίαζε. Διέταξε οι εγκλεισμένοι στο στρατόπεδο να παραμείνουν προσωρινά στη Μάλτα με την ελπίδα ότι αρκετοί θα μετάνιωναν, ενώ οι υπόλοιποι θα μεταφέρονταν αργότερα σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Αφρική. Αποφάσισε ακόμα τα τρία αντιτορπιλικά να μείνουν μακριά από τη Μάλτα, εκτός αν αρνιόνταν να εκτελέσουν αποστολές. Σε τέτοια περίπτωση θα έμπαιναν στην εφεδρεία και θα έληγε η παραχώρησή τους στο
Ελληνικό Ναυτικό.

Τα τρία αντιτορπιλικά και τρία αρματαγωγά εξακολούθησαν να εκτελούν πολεμικές αποστολές  αλλά, στα περισσότερα από αυτά, παρέμεναν πυρήνες της στάσεως. Με πολλές δυσκολίες πέτυχε τελικά η εκκαθάριση των πληρωμάτων.»

                                                     Η Ανασυγκρότηση του Β. Ναυτικού 
                                                           Απρίλιος - Οκτώβριος 1944

«Μετά την καταστολή της στάσης του Ναυτικού, όπως ήταν επόμενο, τα πλοία και οι υπηρεσίες βρέθηκαν σε κατάσταση αποσύνθεσης. Ακολούθησε περίοδος εντατικών εκκαθαρίσεων από τα ύποπτα στοιχεία και ανασυγκρότησης. Νέα πληρώματα συγκροτήθηκαν και, μετά από επιμελή επιλογή, χρησιμοποιήθηκαν και από τα πλοία που στασίασαν όσοι αναμίχθηκαν στη στάση καλή τη πίστη καθώς και όσοι δεν είχαν πραγματική ανάμειξη. Το έργο που έγινε αποτελεί τίτλο τιμής για όσους το ανάλαβαν.

Παράλληλα με την ανασυγκρότηση, άρχισε σειρά ανακρίσεων, ανακριτικών συμβουλίων και δικών για την τιμωρία των υπευθύνων της στάσης. Ήταν τόσος μεγάλος ο αριθμός των κατηγορουμένων ώστε δεν επαρκούσαν οι ανακριτές, ναυτοδίκες και τα μέλη των ανακριτικών συμβουλίων, παρά την προσφυγή σε Έλληνες δικηγόρους της Αιγύπτου που ονομάστηκαν επίκουροι αξιωματικοί.

Υπήρξα πρόεδρος σε μερικά από τα ανακριτικά συμβούλια που συγκροτήθηκαν. Ένα από αυτά αποφάσισε να αποτάξει το νεαρό ανθυποπλοίαρχο που κατά τη κατάρρευση, όταν ήταν ύπαρχος, είχε οδηγήσει από δική του πρωτοβουλία το πλοίο του στη Σκάλα Μεγάρων για να συνενωθεί με τον Στόλο. Αυτός ο ίδιος κατά την τελευταία στάση είχε διατελέσει πρόεδρος του επιτροπάτου του πλοίου του! Αναπολώντας την παλιά λαμπρή διαγωγή του σκεπτόμουν πόσο θλιβερά είναι για τους αξιωματικούς τα αποτελέσματα των μικροφιλοδοξιών και της ανάμιξής τους στη πολιτική.

Το ζήτημα των κυρώσεων ήταν πολυσύνθετο.  Αναμφισβήτητα ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης έπρεπε να πέσει βαρύς στους πρωταίτιους της στάσης για το φοβερό έγκλημα που διαπράχθηκε εν ώρα πολέμου. Καμιά επιείκεια δεν ήταν δυνατή για τους βαθμοφόρους που εκ των υστέρων αποδέχτηκαν με συμπάθεια τα αιτήματα των στασιαστών. Επιβάλλονταν ακόμα να παρθούν διοικητικά μέτρα και κατά εκείνων που, αν και δεν έλαβαν μέρος στη στάση και ήταν άκρως αντίθετοι προς αυτήν, λόγω της θέσης τους θα έπρεπε έγκαιρα να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψή της.  Η αυστηρή όμως και κατά γράμμα εφαρμογή των Στρατιωτικών Κανονισμών θα οδηγούσε στη διάλυση του Ναυτικού. Αρκεί να σκεφθεί κανείς τον αριθμό των βαθμοφόρων που κάτω από τη πίεση της ανάγκης υπόγραψαν πρωτόκολλα, τους κυβερνήτες που έστειλαν τηλεγραφήματα ζητώντας κυβερνητική μεταβολή κλπ. πιστεύοντας ότι μόνο έτσι θα συγκρατούνταν η κατάσταση…

Όλοι ήταν σύμφωνοι ότι το Ναυτικό έπρεπε να απαλλαγεί από εκείνους που δεν ενέπνεαν πια εμπιστοσύνη και ότι επιβάλλονταν η λήψη μέτρων για όσους είχαν επιδείξει χλιαρή στάση κατά την αντιμετώπιση αυτής της θλιβερής περιπέτειας. Στην εκτίμηση όμως του μέτρου εφαρμογής αυτών των αρχών υπήρχαν σοβαρές διαφοροποιήσεις στις οποίες υπεισέρχονταν πολύ και ο παλιός πολιτικός διχασμός μεταξύ των αποτάκτων του 1935 και αυτών που ήταν αντίθετοι σ’ αυτούς. Εκείνοι που συμπαθούσαν τους απότακτους προσπαθούσαν οι κυρώσεις να επιβληθούν σε εκείνους μόνο που φανερά έδειξαν την συμπάθειά τους προς τους στασιαστές. Από την αντίθετη πλευρά επιδιώκονταν το μέτρο να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερους απότακτους. Τέλος, υπήρχαν και μερικοί που έκριναν πως η στιγμή ήταν κατάλληλη για να γίνει παράλληλα και επαγγελματική εκκαθάριση που να επεκταθεί ακόμα και σ’ όσους βρίσκονταν στην Ελλάδα.

Καθώς δεν κατείχα υπεύθυνη θέση δεν είχα και την ευκαιρία να εκφράσω υπεύθυνη άποψη στα προβλήματα αυτά. Όμως, μετά από σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου που ζητούσε τη γνώμη των αξιωματικών για τα αίτια της ανταρσίας, με μακροσκελή αναφορά μου γνωστοποιούσα τις απόψεις μου. Στην αναφορά αυτή συμπεριέλαβα όσα εγγράφως και προφορικά είχα εκθέσει από πολύ καιρό. Ήμουνα της γνώμης ότι οι ολιγάριθμοι πυρήνες των πραγματικών κομμουνιστών δεν θα έβρισκαν τόσο πρόσφορο έδαφος στα πληρώματα, αν δεν είχε προηγούμενα δημιουργηθεί ευνοϊκό έδαφος για κινήματα. Η ανοχή που είχε επιδειχθεί και η ικανοποίηση ομαδικών επιδιώξεων είχαν δώσει την εντύπωση ότι, πέραν από το κύρος των Νόμων και των βαθμών, υπήρχε και η δύναμη της μάζας των πολλών. Και όταν οι λίγοι που είχαν μυηθεί στους βαθύτερους σκοπούς της ανταρσίας έριξαν το απατηλό σύνθημα «ένωση όλων των Ελλήνων», η μεγάλη μάζα των αφελών και των καιροσκόπων έσπευσε να το υιοθετήσει. Εφόσον μέχρι τότε είχαν εύκολα πετύχει την αποδοχή προσωπικών επιδιώξεων, δεν φαντάζονταν ποτέ ότι θα συναντούσαν αντίδραση στην αποδοχή ενός αιτήματος που παρουσιάζονταν ως εθνικό!

1945, Ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης (στο κέντρο) υποδέχεται τον
Lord John H.D.Cunningham, Βρετανό Στόλαρχο της Μεσογείου
Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Α. Μυλωνάς, τον επισκέφθηκα και ανέπτυξα και σ’ αυτόν την ανάγκη ανασύστασης του Γ.Ε.Ν., ιδιαίτερα τότε που η ημέρα της απελευθέρωσης πλησίαζε. Ο Υπουργός επιθυμούσε πολύ αυτό διότι, καθώς ήταν επαγγελματίας πολιτικός, αντιλαμβάνονταν ότι η δικαιοδοσία του είχε περιοριστεί και με την ύπαρξη στο Υπουργείο Ανώτερης Ναυτικής Αρχής παράλληλα με τον Αρχηγό του Στόλου θα ενισχύονταν και η δική του δικαιοδοσία. Συναντούσε όμως μεγάλες αντιδράσεις, που ίσως να μην ήταν άσχετες με τις μεγάλες εκκαθαρίσεις στελεχών που σχεδίαζαν μερικοί, καθώς αν υπήρχε Γ.Ε.Ν. εκείνος θα ετοίμαζε τον σχετικό νόμο. Έτσι εξακολουθούσα να παραμένω άνεργος μέχρι το τέλος Αυγούστου του 1944 οπότε, ξαφνικά, ο Αρχηγός του Στόλου με πληροφορούσε ότι ετοιμάζονταν νέα οργάνωση του Ναυτικού στην οποία θα έπαιρνα τη θέση που άρμοζε στο βαθμό μου. Ο Υπουργός όμως που προφανώς διαφωνούσε με τη νέα οργάνωση αυτή είχε παραιτηθεί και τα καθήκοντά του είχε αναλάβει ο Πρωθυπουργός.

Η νέα Οργάνωση του Ναυτικού

Την 31η Αυγούστου 1944 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ένας αναγκαστικός νόμος «Περί οργανώσεως του Β. Ναυτικού» με τον οποίο ανατρέπονταν η ισχύουσα προπολεμική νομοθεσία. Η νέα οργάνωση προέβλεπε τη δημιουργία ενός συλλογικού οργάνου Διοίκησης του Ναυτικού, αντίστοιχου προς τον θεσμό του Βρετανικού Ναυαρχείου. Έχω τη γνώμη ότι ο Αρχηγός του Στόλου αναγκάστηκε να εισηγηθεί την έκδοση αυτού του Νόμου για να δώσει διέξοδο στη κατάσταση που επικρατούσε στη Διοίκηση του Ναυτικού από την άφιξη του Στόλου στη Μέση Ανατολή, οπότε έπαυσαν να εφαρμόζονται οι θεσμοί  που ίσχυαν στην Ελλάδα και όλη η δικαιοδοσία συγκεντρώθηκε στο πρόσωπο του Αρχηγού του Στόλου. Βέβαια η πιο απλή λύση ήταν να επιστρέψουνε στους θεσμούς που ίσχυσαν προπολεμικά και αν χρειάζονταν κάποιας βελτίωσης, αυτό θα ήταν έργο του μεταπολεμικού Κράτους. Έχω όμως την εντύπωση ότι ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί αντιδρούσαν κατά της φυσικής αυτής λύσης, γιατί δεν επιθυμούσαν να δουν να καταλαμβάνονται οι ανώτερες διοικητικές θέσεις από τους προϊστάμενους του Σώματος. Απ’ αυτή τη πλευρά το αποτέλεσμα της νέας οργάνωσης ήταν θετικό γιατί μπόρεσαν και πάλι να αναμιχθούν στην Διοίκηση του Ναυτικού οι παλιοί αξιωματικοί που είχαν μεγάλη πείρα.

Όμως, μια τόσο σοβαρή καινοτομία απαιτούσε μακρά μελέτη από αξιωματικούς με μεγάλη πείρα επιτελικών και οργανωτικών θεμάτων, ενώ ο κύριος συντάκτης του νόμου ήταν ένας αξιωματικός που είχε απομακρυνθεί το 1935 με τον βαθμό του Πλωτάρχη. Όπως αναφέρει η εισηγητική έκθεση του νόμου, για να συνταχθεί ο νόμος είχε ζητηθεί και η γνώμη του Βρετανού Ναυάρχου της Αλεξάνδρειας που είχε συμφωνήσει προς τις γενικές του αρχές. Ο Ναύαρχος όμως είχε γνωρίσει μόνο την περίεργη οργάνωση του Ναυτικού μας στη Μέση Ανατολή και αγνοούσε την προπολεμική, για να αποφανθεί αν υπήρχε λόγος βιαστικής μεταβολής της τις παραμονές της απελευθέρωσης. Εξ’ άλλου, από συζητήσεις που είχα μετά την απελευθέρωση με Αρχηγούς των Βρετανικών Ναυτικών Αποστολών, κατάληξα στο συμπέρασμα ότι ο θεσμός του Βρετανικού Ναυαρχείου στηρίζεται κυρίως σε άγραφες παραδόσεις και μόνο εκείνοι που υπηρέτησαν επί μακρόν σε αυτό γνωρίζουν καλά τις λεπτομέρειες της λειτουργίας του.

Το πρώτο ελάττωμα του νέου νόμου ήταν ότι επιχειρήθηκε μέσα σε δέκα μόνο άρθρα να περιληφθεί ο καταστατικός χάρτης του Ναυτικού και έτσι ήταν γεμάτος ασάφειες που δημιουργούσαν ζητήματα σε κάθε βήμα της εφαρμογής του. Ενώ διέφερε ουσιαστικά από αυτά που ίσχυαν στην Βρετανία, ήταν επίσης αντίθετο προς τις γενικές διατάξεις που ίσχυαν σε μας και καταργούσε ουσιαστικά τον Υπουργό των Ναυτικών. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με τον νέο θεσμό θα αποφεύγονταν η ολέθρια ανάμιξη της πολιτικής στα προσωπικά ζητήματα. Σύμφωνα όμως με τα όσα ίσχυαν και προπολεμικά, για τα ζητήματα αυτά οι αποφάσεις του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν υποχρεωτικές για τον Υπουργό. Το ζήτημα όμως δεν είχε σχέση με τους θεσμούς, αλλά με τον τρόπο που εφαρμόζονται. Αν η πολιτική ηγεσία επιθυμεί να αναμιχθεί στα της Διοίκησης του Ναυτικού με οποιοδήποτε θεσμό, μπορεί πάντα να βρει τρόπο αντικατάστασης των μελών του Ναυτικού Συμβουλίου που αντιδρούν στις επιθυμίες της. Μόνο όταν η πολιτική διαπαιδαγώγηση φθάσει και σε μας στο ύψος που βρίσκεται στη Βρετανία, η διοίκηση των ενόπλων μας δυνάμεων θα γίνει ανεξάρτητη.

Αργότερα, όταν ανέλαβα τη πρώτη θέση του Ναυτικού, επιχείρησα επανειλημμένα σε συνεργασία με τους Αρχηγούς των Βρετανικών Αποστολών, διατηρώντας την αρχή του νέου θεσμού να βελτιώσω τις διατάξεις του. Η αντίδραση όμως του πολιτικού κόσμου όλων των αποχρώσεων κατά του θεσμού αυτού ήταν τόσο έντονη ώστε ούτε συζήτηση δεχόντουσαν γι αυτόν, μέχρι την ημέρα που καταργήθηκε.

Πάντως, εφόσον ο Νόμος δημοσιεύτηκε έπρεπε να εφαρμοστεί. Δίδονταν διέξοδος στην κατάσταση που επικρατούσε, έστω και αν δεν ήταν η καλλίτερη. Σύμφωνα με τον νέο Νόμο, ο αποκαλούμενος Ναύαρχος- Αρχηγός έφερε το βαθμό του Αντιναυάρχου και ήταν συγχρόνως Αρχηγός του Ναυτικού, Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. και Γενικός Επιθεωρητής του Β.Ν.  Μπορούσε ακόμα με ειδική Κυβερνητική διαταγή να εκτελεί και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου…

Έτσι,  ο Ναύαρχος Βούλγαρης ονομάστηκε Ναύαρχος Αρχηγός, διατηρώντας παράλληλα και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Σε εμένα, ως δεύτερο μέλος του Ναυαρχείου, ανατέθηκαν τα καθήκοντα του Υπαρχηγού του Γ.Ε.Ν. Ουσιαστικά όμως, λόγω της απασχόλησης του Αρχηγού με τον Στόλο, μου δόθηκε από τον Αρχηγό πλήρης  πρωτοβουλία στα θέματα του Γ.Ε.Ν.

Με αυτήν μου την ιδιότητα ασχολήθηκα αμέσως με την οργάνωση της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, που είχε σχεδόν τελείως ατονήσει από τότε που μεταφέρθηκε το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή. Ο νέος Νόμος του Ναυαρχείου, ανατρέποντας όλους τους προπολεμικούς θεσμούς, προέβλεπε ότι τα σχετικά με τη λειτουργία των διαφόρων Υπηρεσιών θα ρυθμίζονταν  με Οργανωτικές διαταγές. Για την σύνταξή τους απαιτήθηκε πολύς χρόνος και εντατική εργασία. Η ανάγκη έκδοσης των διαταγών αυτών ήταν εξαιρετικά επείγουσα, διότι όσοι υπηρετούσαν στο Κέντρο δεν γνώριζαν πλέον ποια ήταν τα καθήκοντά τους και ποια η δικαιοδοσία τους. Πολλές τέτοιες διαταγές μπορέσαμε να εκδώσουμε μέχρι τη μεταφορά του Ναυαρχείου στην Ελλάδα, οι υπόλοιπες εκδόθηκαν τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση. Γι’ αυτό το τελευταίο έργο δεν είχα κανένα βοηθό και αναγκάστηκα να το αναλάβω ο ίδιος προσωπικά. Από τους ανώτερους αξιωματικούς που διέθεταν την απαραίτητη μακρά πείρα και επιτελική κατάρτιση αρκετοί βρίσκονταν στην Ελλάδα και όσοι ήταν στην Αίγυπτο υπηρετούσαν στις Υπηρεσίες του Αρχηγού του Στόλου, ενώ μερικοί είχαν τεθεί εκτός υπηρεσίας λόγω της στάσης τους στη περίοδο της ανταρσίας. Ήταν μια ιδιαίτερα κοπιαστική εργασία, για μένα όμως πραγματική ανακούφιση μετά την καταναγκαστική αργία στην οποία είχα καταδικαστεί στη Μέση Ανατολή.

Παράλληλα, μελετήθηκε η λήψη των επιβαλλομένων διοικητικών μέτρων για εκκαθάριση του ανώτερου προσωπικού, κατόπιν της τελευταίας ανταρσίας. Η κυβέρνηση είχε ήδη καταλήξει σε μια σοβαρή απόφαση: Επειδή η απελευθέρωση πλησίαζε θα αναστέλλονταν κάθε άλλη ποινική δίωξη κατά των ενεχομένων στη στάση. Θα επιβάλλονταν μόνο διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα όχι από τα συνήθη Ανακριτικά Συμβούλια, αλλά με βάση νόμο που ίσχυε από καιρό στη Μέση Ανατολή  και έδινε το δικαίωμα στον Υπουργό των Ναυτικών να αποτάξει αξιωματικούς για λόγους τάξης και πειθαρχίας. Ο νόμος αυτός θα εφαρμόζονταν μετά από γνωμοδότηση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου, το οποίο συνήλθε υπό την Προεδρεία του Ναυάρχου Αρχηγού με ειδική δικαιοδοσία να αντικαθιστά και τον Υπουργό των Ναυτικών. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μεταβίβασε την επιθυμία της Κυβέρνησης οι κυρώσεις να περιορισθούν μόνο σε εκείνους που έλαβαν ενεργό μέρος στη στάση και σε αυτούς που θα μπορούσαν μελλοντικά να δημιουργήσουν προβλήματα στο Ναυτικό. Ουσιαστικά δεν επρόκειτο να ζητηθούν ευθύνες για το παρόν, αλλά να εξασφαλιστεί το μέλλον.

Μέχρι τη λήψη αυτής της κυβερνητικής απόφασης, μερικοί είχαν ήδη καταδικαστεί από τα Ναυτοδικεία ή είχαν αποταχθεί από τα Ανακριτικά Συμβούλια. Αυτοί που αποτάχθηκαν μετά από απόφαση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν αρκετοί και μεταξύ αυτών ήταν και δυο Πλοίαρχοι. Ήμουνα της γνώμης ότι το μέτρο θα έπρεπε να επεκταθεί και σε μερικούς άλλους, βρέθηκα όμως σε μειοψηφία. Αυτοί απομακρύνθηκαν σε μεταγενέστερες εκκαθαρίσεις.

Οι λίγες αυτές απομακρύνσεις δεν ικανοποίησαν όσους ζητούσαν γενική αποσυμφόρηση των στελεχών στη Μέση Ανατολή και απομάκρυνση σχεδόν όλων των στελεχών που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα.  Μάλιστα ζητούσαν να απομακρυνθούν και τα περισσότερα στελέχη των βοηθητικών κλάδων, όπως του οικονομικού και του υγειονομικού, που ως επί το πλείστον είχαν παραμείνει στην Ελλάδα χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι η επαναλειτουργία των υπηρεσιών αυτών δεν θα μπορούσε να γίνει με μόνο όσους είχαν υπηρετήσει στη Μέση Ανατολή.

Τελικά, συμφωνήσαμε ότι κάθε επιπλέον εκκαθάριση θα αναβληθεί για μετά την απελευθέρωση και μου ανατέθηκε να ετοιμάσω τον σχετικό σχέδιο νόμου.

Έτσι, προσωρινά απερίσπαστοι από προσωπικά ζητήματα μπορέσαμε να εργαστούμε, όσοι υπηρετούσαν στον Στόλο για την προπαρασκευή των σχετικών με την απελευθέρωση ενεργειών και όσοι υπηρετούσαν στο Υπουργείο για την οργάνωση των Υπηρεσιών του Κέντρου. Μια από τις κυριότερες απασχολήσεις του Στόλου τη περίοδο αυτή ήταν η προετοιμασία του αναγκαίου υλικού και προσωπικού για την εγκατάσταση Ναυτικών Διοικήσεων στα κυριότερα λιμάνια της Ελλάδος.

Με συγκίνηση είδαμε στις 13 Οκτωβρίου 1944 να αποπλέουν από την Αλεξάνδρεια προς την απελευθερωθείσα Πατρίδα το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», τα πλοία των Ναυτικών Διοικήσεων και μερικές άλλες μονάδες υπό τον Αρχηγό του Στόλου. Τα υπόλοιπα μέλη του Ναυαρχείου διαταχθήκαμε να μείνουμε προσωρινά στην Αλεξάνδρεια για να συνεχίσουμε εκεί την υπηρεσία μας.»
                                                         Επάνοδος στη Πατρίδα:
                                                      Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1944

1945, ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης στην Τελετή Ορκωμοσίας της πρώτης
σειράς κληρωτών.
« Το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου του 1944 διατάχθηκε η μεταφορά από την Αίγυπτο στην Ελλάδα των Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτικών και του Ναυαρχείου. Στην Αλεξάνδρεια  παρέμεινε προσωρινά ένας Πλοίαρχος με τον τίτλο του Ανώτερου Ναυτικού Διοικητού Αλεξάνδρειας, από τον οποίον εξαρτιόνταν τα εκεί πλοία μας, οι Σχολές που λειτουργούσαν στη στεριά, οι υπηρεσίες Επιμελητείας κ.λ.π.

Η μεταφορά έγινε με το επιταγμένο συνοδό υποβρυχίων «ΚΟΡΙΝΘΙΑ» με το οποίο μεταφέραμε και την επίπλωση του Υπουργείου, μετά την πληροφορία ότι στην Αθήνα το κτίριο του  Υπουργείου είχε τελείως απογυμνωθεί. Επίσης, μετά από πληροφορίες για τη γενική κατάσταση  στην Ελλάδα, πήραμε και ένα προληπτικό μέτρο που αποδείχτηκε πολύτιμο κατά τα γεγονότα  που συνέβησαν μετά την άφιξή μας: Για την ασφάλεια του Υπουργείου στην Αθήνα παραλάβαμε  φρουρά από έμπιστους άνδρες της Ναυτικής Αστυνομίας και σημαντικό αριθμό όπλων και  οπλοπολυβόλων.

Η όψη των καταστροφών στο λιμάνι του Πειραιά ήταν η πρώτη θλιβερή εικόνα που αντικρίσαμε.  Αυτήν την περιμέναμε. Δεν περιμέναμε να δούμε όμως το θέαμα των επιγραφών στο  Φρουραρχείο του Ε.Λ.Α.Σ., έξω από το οποίο περάσαμε ανεβαίνοντας στην Αθήνα. Τα  συνθήματα των στασιαστών της Αλεξάνδρειας ήταν κρεμασμένα στο κέντρο της Αθήνας!

Από το πρωί της επομένης πήγα στο Υπουργείο των Ναυτικών [σ.σ. στη πλατεία Κλαυθμώνος]  για να αναλάβω πλέον υπηρεσία στην Ελλάδα. Το κτίριο που τον τελευταίο καιρό  χρησιμοποιούνταν από τους Γερμανούς ως κατάλυμα ναυτών είχε αφεθεί να καταρρεύσει και η  πολυτελής του επίπλωση είχε εξαφανιστεί. Το κτίριο φρουρούσαν λίγοι χωροφύλακες και μέσα  περιφέρονταν με πολιτική περιβολή λίγοι υπαξιωματικοί και ναύτες, από αυτούς που είχαν  παραμείνει στην Ελλάδα. Αυθημερόν ανατέθηκε η φρούρηση στην Ναυτική Αστυνομία που είχε  μεταφερθεί από την Αλεξάνδρεια, απαγορεύτηκε η είσοδος χωρίς άδεια και διατάχθηκε γενικός  καθαρισμός. Πολλά από τα έπιπλα βρέθηκαν, άλλα στην Κηφισιά όπου είχαν μεταφερθεί από  τους Γερμανούς και άλλα στους γείτονες. Επειδή εξακολουθούσε να υπάρχει η παλιά Διεύθυνση  Ναυτικού του Υπουργείου, που λειτουργούσε επί κατοχής σε άλλο κτίριο, διατάχθηκε να  μεταφερθούν οι Υπηρεσίες της στο κτίριο του Ναυαρχείου, όπως ονομάζονταν πλέον το  Υπουργείο Ναυτικών. Με Υπουργική διαταγή ρυθμίστηκε το θέμα της ένταξης των υπηρεσιών  αυτών στο Ναυαρχείο, με βάση τις διατάξεις του νέου θεσμού.

Το Αρχηγείο του Στόλου είχε εγκατασταθεί στο κτίριο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων όπου είχαν  ήδη αρχίσει οι επισκευές, αν και δεν είχε πάθει μεγάλες καταστροφές. Οι πληροφορίες όμως για  τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις του Ναυτικού ήταν απελπιστικές. Ο Ναύσταθμος και τα Ναυπηγεία  του Σκαραμαγκά είχαν μεταμορφωθεί σε σωρούς ερειπίων και μεγάλες καταστροφές είχαν πάθει  και τα κτίρια των Σχολών στον Σκαραμαγκά. Η Ναυτική Σχολή Πολέμου κοντά στο Θησείο ήταν  ερειπωμένη. Σε σχετικά καλλίτερη κατάσταση, αλλά με πολλές ζημιές, ήταν η Διεύθυνση  Τορπιλών και Ναρκών και οι εγκαταστάσεις της Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας του Ναυτικού  στον Βοτανικό. Από τις εγκαταστάσεις της Παράκτιας Άμυνας, για τις οποίες τόσο υπερήφανο  ήταν το Ναυτικό μας [σσ.βλέπε "Η Ελλάδα Θωρακίζεται"], σχεδόν τίποτε δεν υπήρχε πια. Όσα δεν  είχαν καταστραφεί από μας κατά την κατάρρευση, είχαν ανατιναχθεί από τους Γερμανούς κατά  την αποχώρησή τους. Ουσιαστικά, εκτός από τον Στόλο που είχε έρθει συγκροτημένος από την  Αίγυπτο, τίποτε δεν υπήρχε από το προπολεμικό Ναυτικό. Η από την αρχή αναδιοργάνωση της  Κεντρικής Υπηρεσίας και των άλλων Υπηρεσιών ξηράς και η ανοικοδόμηση των ερειπίων  αποτελούσαν για μας τεράστιο έργο.  Το πρώτο όμως, πιο επείγον και πιο ακανθώδες 
πρόβλημα για επίλυση ήταν η συνένωση σε ένα ενιαίο Σώμα του ανώτερου και κατώτερου  μονίμου προσωπικού των δυο Ναυτικών, εκείνου που ήρθε από τη Μέση Ανατολή και του άλλου  που βρέθηκε στη κατεχόμενη Ελλάδα.

Η αποσυμφόρηση

Ο Αρχηγός του Στόλου είχε ήδη φροντίσει να καλέσει να αναλάβουν υπηρεσία οι ελάχιστοι ανώτεροι μάχιμοι αξιωματικοί που είχαν εργασθεί εθνικά κατά τη διάρκεια της Κατοχής και σημαντικός αριθμός αξιωματικών των βοηθητικών κλάδων. Είχαν επίσης καταταγεί αρκετοί επίκουροι αξιωματικοί. Οι μόνιμοι υπαξιωματικοί και ναύτες εθελοντές που είχαν υπηρετήσει στην Ελλάδα, έρχονταν επίσης να αναλάβουν υπηρεσία. Τα μέτρα όμως αυτά δεν αποτελούσαν και τη ριζική λύση του ζητήματος που είχε γίνει εξαιρετικά  περίπλοκο με τις προαγωγές των μονίμων στελεχών που διέφυγαν από την Ελλάδα και τις αποκαταστάσεις των αποτάκτων του 1935, που είχαν γίνει στη Μέση Ανατολή [σσ. βλέπε "Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή"]. Ιδιαίτερα οξύ ήταν το πρόβλημα των ανωτέρων αξιωματικών που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα και είχαν υπερπηδηθεί από νεότερούς τους στη Μέση Ανατολή.  Αυτοί που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα ζητούσαν την αποκατάστασή τους στην αρχαιότητα και την ισοτιμία τους προς εκείνους που είχαν διαφύγει  διότι, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν είχαν παραμείνει με τη δική τους θέληση και επιπλέον και να είχαν διαφύγει δεν θα είχαν χρησιμοποιηθεί σε πολεμική υπηρεσία, λόγω των ειδικών συνθηκών λειτουργίας του Ναυτικού στη Μέση Ανατολή.  Αναμφισβήτητα, μεταξύ αυτών υπήρχαν και αρκετοί που οι υπηρεσίες τους θα ήταν πολύ χρήσιμες για το Ναυτικό. Η άποψη όμως αυτή προκαλούσε ζωηρές διαμαρτυρίες εκ μέρους αυτών που συνέχισαν την πολεμική προσπάθεια στη Μέση Ανατολή, διότι έτσι θα εμποδίζονταν η γρήγορη εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους. Και τα παράπονα των τελευταίων, εφόσον περιορίζονταν στα όρια της λογικής, δεν μπορούσαν να αγνοηθούν μάλιστα για εκείνους που είχαν υπηρετήσει στα πλοία και είχαν συμμετάσχει σε πολεμικές επιχειρήσεις. Άλλωστε, παντού και πάντα μετά από νικηφόρο πόλεμο, όσοι είχαν την τύχη να βρεθούν στη ζώνη των πρόσω και εκτέλεσαν καλά το καθήκον τους απολαμβάνουν ορισμένων πλεονεκτημάτων. Επομένως, ήταν πολύ δύσκολο να βρεθεί λύση που να ικανοποιεί τα δίκαια αιτήματα όλων και συγχρόνως τις ανάγκες του Ναυτικού. Αν όλοι έμεναν στο Σώμα με αποκατάσταση στην αρχαιότητά τους, μόνο ο αριθμός των Πλοιάρχων θα ήταν τριπλάσιος από τις πραγματικές ανάγκες, ενώ η παραμονή εκείνων που πλεόναζαν ως υπεράριθμοι θα καταδίκαζε σε μακρά στασιμότητα τους νεώτερους.

Η λύση που εξυπηρετούσε περισσότερο το υπηρεσιακό συμφέρον ήταν να καθοριστούν οι πραγματικά αναγκαίοι για κάθε βαθμό οργανικοί αριθμοί και να επιλεγούν από κάθε πλευρά εκείνοι που συγκεντρώνουν τα περισσότερα προσόντα, δίνοντας πρωταρχική σημασία στην πολεμική τους δράση. Αυτή τη λύση και επιδιώξαμε, προσπαθώντας κατά το δυνατό να μην απομακρυνθούμε από  τους προπολεμικούς αριθμούς. Όμως για ορισμένους βοηθητικούς κυρίως κλάδους, μερικές προαγωγές νέων σχετικά αξιωματικών που έγιναν στην Μέση Ανατολή, χωρίς να συντρέχει κάποιος ειδικός λόγος, έκαναν απαραίτητη την  αύξηση του αριθμού των ανωτέρων αξιωματικών πέρα από τις πραγματικές ανάγκες, αλλιώς θα απομακρύνονταν αξιωματικοί με μακρά πείρα που ήταν απαραίτητοι για την λειτουργία των υπηρεσιών.

Η επιλογή έγινε από το Ανώτερο Ναυτικό Συμβούλιο και δεν μπορώ να πω ότι ήταν και η απόλυτα ιδεώδης, γιατί ως συνήθως υπήρξε αποτέλεσμα συμβιβασμού διαφόρων απόψεων. Η πρώτη αυτή αποσυμφόρηση υπήρξε αντικείμενο δριμείας κριτικής και αργότερα έγιναν επανειλημμένες αναθεωρήσεις. Από τους 124 αξιωματικούς που απομακρύνθηκαν τότε, από τους οποίους οι 83 ήταν μάχιμοι, μόνο 2 επανήλθαν. Ο ένας μάλιστα τέθηκε σε ειδική μονιμότητα. Στις επόμενες όμως αποσυμφορήσεις απομακρύνθηκαν και αρκετοί άλλοι και έτσι η κρίση έγινε πια πιο ακριβοδίκαια.

Κρίσεις έγιναν και για ορισμένες προαγωγές στους βαθμούς του Πλοιάρχου και του Υποναυάρχου, για τις οποίες ρητή υπόσχεση είχε δώσει ο Ναύαρχος Αρχηγός. Η επιμονή όμως να πραγματοποιηθούν οι κρίσεις αυτές την εποχή  των γεγονότων του Δεκεμβρίου του 1944, όταν γινόντουσαν απαγωγές ομήρων και εκτελούνταν χιλιάδες εθνικόφρονες Έλληνες μεταξύ των οποίων και αρκετοί συνάδελφοι, υπήρξε σοβαρό σφάλμα που κατακρίθηκε.

Τα Δεκεμβριανά

Δεν είχαμε προφτάσει να αρχίσουμε τις πρώτες ενέργειες για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού και ξέσπαγε η Δεκεμβριανή κομουνιστική ανταρσία.  Ευτυχώς στη περίπτωση αυτή η στάση του συνόλου του Ναυτικού υπήρξε απόλυτα νομιμόφρων και είχαμε την έμπρακτη απόδειξη ότι η εκκαθάριση του προσωπικού που έγινε μετά τη στάση στην Αίγυπτο υπήρξε επιτυχής. Στα πλοία δεν παρουσιάστηκε κανένα κρούσμα απειθαρχίας, αν και αυτά ανάπτυξαν ενεργή δράση με τον βομβαρδισμό οχυρών θέσεων των κομουνιστών στον Πειραιά.  Στις ναυτικές εγκαταστάσεις της ξηράς υπήρξαν τρία κυρίως κέντρα αντίστασης: Στον Πειραιά, το Αρχηγείο του Στόλου στο κτίριο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων υπό την εποπτεία του Ναυάρχου Αρχηγού και το κτίριο της Ναυτικής Διοίκησης υπό τον Πλοίαρχο Γεωργουλόπουλο. Στην Αθήνα, το κτίριο του Υπουργείου Ναυτικών υπό την εποπτεία μου. Στον Ναύσταθμο και στις εγκαταστάσεις του Σκαραμαγκά υπήρχαν μόνο μικρές φρουρές και οι εγκαταστάσεις αυτές έπεσαν στα χέρια των ελασιτών. Όταν αποχώρησαν, είχε καταστραφεί και κλαπεί ότι είχε περισσεύσει από τους Γερμανούς. Το Αρχηγείο του Στόλου και η Ναυτική Διοίκηση στον Πειραιά υπέστησαν σφοδρές επιθέσεις από τις δυνάμεις των στασιαστών, αντιστάθηκαν όμως σθεναρά και δεν καταλήφθηκαν.

Η αντίσταση του Ναυαρχείου

Ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης (τρίτος από δεξιά) στον Άγνωστο Στρατιώτη
Το κτίριο του Υπουργείου στην Αθήνα είχε μεταβληθεί σε πραγματικό φρούριο στο οποίο συγκεντρώθηκαν πάνω από 300 ναυτικοί κάθε βαθμού. Από τη πρώτη στιγμή είχαν τρέξει να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους πολλοί υπαξιωματικοί και ναύτες, μόνιμοι και έφεδροι. Κατέφυγαν και πολλοί αξιωματικοί που κατοικούσαν σε συνοικίες που καταλήφθηκαν ή απειλούνταν από τους στασιαστές. Για οπλισμό διαθέταμε περί τα 150 όπλα, 40 οπλοπολυβόλα με τα  πυρομαχικά τους και χειροβομβίδες που είχαμε φέρει από την Αίγυπτο. Εκτός από την οργάνωση της άμυνας του ίδιου του κτιρίου, καταλήφθηκαν και μερικά σπίτια στις παρόδους για την έγκαιρη αναχαίτιση επιθέσεων. Τελικά δεν επιχειρήθηκε καμιά επίθεση κατά του Υπουργείου. Ιδιαίτερα κρίσιμη φαινόταν η κατάσταση τις απογευματινές ώρες μιας μέρας που σε μικρή απόσταση είχαν συγκεντρωθεί περί τους 300 ενόπλους και σήκωσαν οδόφραγμα κοντά στον κήπο του Κλαυθμώνος. Πήγα τότε να συναντήσω τον υπεύθυνο Βρετανό ταξίαρχο για το τμήμα αυτό της πόλης και τον παρεκάλεσα να διαθέσει την νύχτα εκείνη ένα άρμα μάχης για την προστασία του κτιρίου του Υπουργείου. Αυτός μου εξομολογήθηκε ότι διέθετε συνολικά μόνο 17 και ήταν αδύνατο ένα από αυτά να διατεθεί όλη τη νύχτα για τον σκοπό αυτόν, αφού δεν υπήρχαν και διαθέσιμοι άνδρες για την φρούρησή του. Υποσχέθηκε όμως, λίγο πριν σκοτεινιάσει να στείλει ένα για να καταστρέψει το οδόφραγμα. Και έτσι έγινε. Κατά τη διάρκεια όμως όλης αυτής της περιόδου, το κτίριο του Υπουργείου υπήρξε στόχος όλμων των στασιαστών που έσπασαν πολλά τζάμια και άφησαν εμφανή ίχνη στους τοίχους. Αρκετοί πολίτες θύματα των όλμων μεταφέρονταν στον σταθμό πρώτων βοηθειών που είχαν εγκαταστήσει οι γιατροί μας στο Υπουργείο. Επίσης, από την αρχή της στάσης, πολυβόλο εντοιχισμένο στο φρουραρχείο των ελασιτών στην οδό Κοραή άρχισε να βάλλει κατά των εξοπλισμένων θέσεων του Υπουργείου με αποτέλεσμα να τραυματισθεί θανάσιμα ένας ναύτης. Μετά από αίτησή μου, έφθασε άρμα μάχης που με τις πρώτες βολές σίγησε το πολυβόλο και στη συνέχεια συνέλαβε τους στασιαστές που βρίσκονταν στο φρουραρχείο, που με δυσκολία σώθηκαν από τα χέρια των εξαγριωμένων πολιτών που είχαν συγκεντρωθεί εκεί.

Καθήκοντα φρούραρχου του Υπουργείου είχα αναθέσει στον δραστήριο Πλωτάρχη Ε. Ζάρπα, ο οποίος φρόντισε να επεκτείνει τις ενέργειές του και σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κομουνιστικών θυλάκων της περιοχής. Μια μέρα όμως έκανε το λάθος να περάσει με τη στολή του από το σπίτι του, κοντά στο Παγκράτι. Βγαίνοντας από εκεί τον περίμεναν ένοπλοι που τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στο φρουραρχείο των ελασιτών στο Παγκράτι. Εκεί, αφού επί ώρες του έκαναν διαφώτιση κατάφερε να τον αφήσουν ελεύθερο και να του επιστρέψουν μάλιστα και το περίστοφό του, μη γνωρίζοντες βέβαια ποια ήταν τα καθήκοντά του!

Ιδιαίτερα συγκινητική υπήρξε η λειτουργία των Χριστουγέννων που έγινε από τον Ιερέα του Ναυστάθμου στο γραφείο του Υπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου και ενώ το κτίριο σείονταν από τους όλμους. Μετά τη λειτουργία ο Υπουργός εκφώνησε λόγο γεμάτο εθνικό παλμό και έψαλλε μαζί με όλους τον Εθνικό ύμνο.

Με τη συμφωνία της Βάρκιζας έληξε αυτή η πρώτη περίοδος που ακολούθησε την επάνοδό μας στην πατρίδα. Τα έκτακτα μέτρα χαλάρωσαν και ξανάρχισε το έργο της ανασυγκρότησης του Ναυτικού.»

                                        Τα πρώτα χρόνια μετά την Απελευθέρωση:
                                                               1945-46

‘Προορισμός του Ναυτικού μας είναι η εξασφάλιση της κυριαρχίας της θάλασσας στα Ελληνικά ύδατα και η προάσπιση από τη θάλασσα της ακεραιότητας του εθνικού εδάφους. Τούτο και έκανε το Ναυτικό μας πρόσφατα ακόμη, όταν η Χώρα μας – μόνη από όλες τις μικρές χώρες- δεν δίστασε να αντιταχθεί κατά δυο Μεγάλων Αυτοκρατοριών.’


                           Αθήνα, καλοκαίρι  1946, Υποναύαρχος Μεζεβίρης Α.Γ.Ε.Ν.
                            απευθυνόμενος στον Βρετανό Στόλαρχο της Μεσογείου


«Μόλις πέρασε ο Δεκεμβριανός εφιάλτης, έγιναν τοποθετήσεις αξιωματικών στις Υπηρεσίες του Υπουργείου για να λειτουργήσει ο μηχανισμός που επί 4 χρόνια αδρανούσε.

Η οργάνωση των Κεντρικών Υπηρεσιών

Αυτοί που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα διατηρούσαν ακόμα την ανάμνηση των παλιών υπηρεσιακών παραδόσεων, οι κακουχίες όμως της Κατοχής και ο ηθικός μαρασμός τους είχαν αφήσει εμφανή σημάδια. Εκείνοι που είχαν επιστρέψει από την Μέση Ανατολή ήταν γεμάτοι ζωτικότητα, τους επηρέαζε όμως η καταπληκτική διαφορά τρόπου ζωής μεταξύ αυτής που γνώρισαν εκεί και αυτής που εύρισκαν στην καταταλαιπωρημένη Ελλάδα. Τέλος, αρκετοί από τους νεώτερους που είχαν υπηρετήσει μόνο στα πλοία και είχαν ταχεία βαθμολογική εξέλιξη αγνοούσαν τον τρόπο λειτουργίας των υπηρεσιών του Κέντρου.

Στη Μέση Ανατολή η λειτουργία των Οικονομικών Υπηρεσιών είχε πολύ απλοποιηθεί. Ο κεντρικός ταμίας κατέβαλλε τις δαπάνες κατ’ εντολή του Υπουργείου Ναυτικών και στη συνέχεια ανεφοδιαζόταν από τον Βρετανό ταμία. Δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη οι φραγμοί των εγκεκριμένων πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού, του προληπτικού ελέγχου των δαπανών, του Νόμου περί Δημοσίου Λογιστικού….

Όταν, σύμφωνα με τις εντολές μου, οι ανώτεροι οικονομικοί αξιωματικοί που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα έθεσαν και πάλι σε ισχύ τις διατάξεις αυτές, δημιουργήθηκε κατακραυγή εναντίον τους διότι δήθεν έβαζαν εμπόδια στη λειτουργία των Υπηρεσιών!

Στη Μέση Ανατολή το μόνο έργο της Επιμελητείας ήταν να ζητάει από τις Βρετανικές αποθήκες τις ποσότητες υλικών, τροφίμων και ιματισμού που κάθε φορά χρειαζόταν το Ναυτικό μας, χωρίς να υποχρεούται να κάνει προβλέψεις για τον ανεφοδιασμό των αποθηκών. Ουσιαστικά δεν υπήρχε και Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και ούτε υπήρχε λόγος να υπάρχει. Ο Αρχηγός του Στόλου υπέβαλλε τις αιτήσεις επισκευών των πλοίων στις Βρετανικές Αρχές και εκείνες μεριμνούσαν για τα περαιτέρω.

Τα πράγματα μετά την Απελευθέρωση έμπλεκαν ακόμα περισσότερο διότι ο νέος θεσμός του Ναυαρχείου δημιουργούσε πολλές απορίες σχετικά με τα πρόσωπα που ήταν αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων στα διάφορα ζητήματα. Το ίδιο συνέβαινε και με τις Υπηρεσίες του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, για το οποίο πολλοί από τους νέους αγνοούσαν ακόμα και τον προορισμό του.

Με τη ταχεία έκδοση των Οργανωτικών διαταγών που προέβλεπε ο νέος θεσμός για τις διάφορες Υπηρεσίες του Κέντρου και που επεξεργάστηκα προσωπικά, λύθηκαν οι ασάφειες που είχαν δημιουργηθεί. Με μεγάλη επιμονή και υπομονή πετύχαμε σιγά-σιγά στην αρχή, αλλά με ρυθμούς που συνεχώς επιταχύνονταν την ομαλή λειτουργία ολόκληρου του όλου μηχανισμού. Η ομαλή λειτουργία δεν θα είχε όμως εξασφαλιστεί, αν δεν είχε συνεχιστεί μέχρι τη στιγμή που γίναμε αυτάρκεις η Βρετανική βοήθεια για τις επισκευές των πλοίων, τον ανεφοδιασμό και την λειτουργία ορισμένων Σχολών.

Η ανοικοδόμηση του Ναυστάθμου

1945, ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης στην Τελετή
 Ορκωμοσίας της πρώτης σειράς κληρωτών.
Συγχρόνως, η προσοχή μας στράφηκε προς τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις ξηράς. Στο Ναύσταθμο τοποθετήθηκε αρχικά Υποναύαρχος Αρχηγός με τεχνικό επιτελείο. Επειδή ο Ναύσταθμος είχε τελείως καταστραφεί, πριν αποφασιστεί η εξαρχής ανοικοδόμησή του, μελετήθηκε αν δεν θα έπρεπε να επιλεγεί άλλη θέση. Ειδική Βρετανική Αποστολή που είχε μετακληθεί προ σαράντα ετών είχε επιλέξει θέση στον Σκαραμαγκά, δίπλα στο χώρο των Ναυπηγείων. Ο τελευταίος όμως πόλεμος είχε καταδείξει ότι, ακόμα και αν η χώρα δεν καταληφθεί στρατιωτικά, η περιοχή αυτή είναι πολύ εκτεθειμένη σε αεροπορικές επιθέσεις. Πολύ περισσότερο προσφέρονταν η Σούδα της Κρήτης, η οποία όμως παρουσίαζε το μειονέκτημα της επιτόπιας εξεύρεσης του απαιτούμενου μεγάλου αριθμού τεχνιτών για τη λειτουργία των Συνεργείων. Ευτυχώς, λεπτομερέστερη έρευνα έδειξε ότι αρκετές από τις προπολεμικές εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου ήταν δυνατόν να επισκευασθούν και πολλά μηχανήματα που βρέθηκαν κάτω από τα ερείπια μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Μετά από αυτές τις σκέψεις κρίθηκε ότι ταχύτερη και πιο οικονομική λύση ήταν η ανοικοδόμηση του παλιού Ναυστάθμου.

Πρώτες ενέργειες ήταν η προετοιμασία μερικών εγκαταστάσεων διαμονής προσωπικού και  προσωρινή εγκατάσταση των μηχανημάτων που είχαν διασωθεί σε κάποιες αποθήκες κοντά στη Βάση Υποβρυχίων. Η εγκατάσταση αυτού του προσωρινού Συνεργείου έγινε με καταπληκτική ταχύτητα και πολύ σύντομα ήταν σε θέση να αναλαμβάνει τις επισκευές μικρού αριθμού πλοίων. Το προσωρινό αυτό Συνεργείο έλαβε με το χρόνο τη μορφή πραγματικού Συνεργείου και παρέμεινε μόνιμα σε λειτουργία. Όταν δε  επισκευάστηκαν και τα παλιά Συνεργεία, η συνολική απόδοση των δυο ξεπέρασε σημαντικά την προπολεμική.  Παράλληλα, άρχισε αμέσως και η εκκαθάριση του λιμένα του Ναυστάθμου από τα πολλαπλά ναυάγια που καθιστούσαν αδύνατη τη προσέγγιση πλοίων. Και αυτή η εργασία εκτελέστηκε με καταπληκτική ταχύτητα.

Τα μεγάλα έργα

Οι πρώτες αυτές εργασίες έγιναν με το ναυτικό προσωπικό και με μέσα που παραχώρησαν οι Βρετανοί ή που βρέθηκαν επί τόπου. Η εκτέλεσης όμως έργων σε μεγάλη κλίμακα απαιτούσε τη διάθεση μεγάλων κονδυλίων που εκείνη την εποχή φαινόταν αδύνατον να βρεθούν. Εν τούτοις, σε σύσκεψη υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού Στρατηγού Πλαστήρα πέτυχα να διατεθεί για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού ένα πολύ σεβαστό ποσό για την εποχή εκείνη. Για να το πετύχω, ανάπτυξα το επιχείρημα ότι, εφόσον δεν προχωρούσαμε στην ανασυγκρότηση του Ναυτικού, θα ήμασταν υποχρεωμένοι να δαπανούμε πολύ συνάλλαγμα για τις επισκευές των πλοίων στο εξωτερικό και για τη διατήρηση των Σχολών στην Αίγυπτο. Στη λήψη της θετικής απόφασης βοήθησε πολύ και το γεγονός ότι ήμασταν η μόνη Κρατική Υπηρεσία που είχε ήδη μελετήσει  το ζήτημα της ανασυγκρότησής της και ήταν σε θέση να υποβάλλει συγκεκριμένα αιτήματα. Σημαντικό τμήμα του ποσού αυτού διατέθηκε για τον Ναύσταθμο. Έτσι, συμπληρώθηκαν βαθμιαία όλες οι εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου και της Βάσης Υποβρυχίων. Μέχρι δε το 1947 είχαν αποκατασταθεί οι προπολεμικές και είχαν δημιουργηθεί και αρκετές νέες.  Αυτές οι βελτιώσεις συνεχίστηκαν και τα επόμενα έτη κι έτσι ο Ναύσταθμος έγινε πολύ καλύτερος από τον προπολεμικό. Παράλληλα, μεταξύ των πρώτων έργων περιλαμβάνονταν και η αποκατάσταση του Ναυτικού Νοσοκομείου του Πειραιά που άρχισε πάλι να λειτουργεί από το καλοκαίρι του 1945.

Τμήμα των κονδυλίων διατέθηκε για την αποκατάσταση των προπολεμικών εγκαταστάσεων των Σχολών Σκαραμαγκά, όπου το καλοκαίρι του 1945 κλήθηκε η πρώτη μεταπολεμικά σειρά κληρωτών για εκγύμναση. Αυτό ήταν εξαιρετικά επείγον διότι ήταν επιβεβλημένο το ταχύτερο να απολυθούν οι έφεδροι που υπηρετούσαν πολλά χρόνια. Η διάθεση πιστώσεων για τον ίδιο σκοπό και τα επόμενα έτη επέτρεψε την ανέγερση πολλών νέων εγκαταστάσεων για τις Σχολές των διαφόρων ειδικοτήτων. Έτσι το συγκρότημα των Σχολών γνώρισε μια ανάπτυξη σπάνια για ένα μικρό Ναυτικό. Παράλληλα με την ανέγερση των κτιρίων, οι Σχολές εφοδιάστηκαν από τους Βρετανούς με εκπαιδευτικό υλικό που είχε χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο και που αγνοούσαμε προπολεμικά ακόμη και την ύπαρξή του.

Αποκαταστάθηκαν επίσης όλες οι εγκαταστάσεις της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων και του Κεντρικού  Προγυμναστηρίου Πόρου. Έτσι, από το φθινόπωρο του 1945 όλες οι Σχολές που λειτουργούσαν στην Αίγυπτο επαναλειτούργησαν στην Ελλάδα. Αποκαταστάθηκαν ακόμα οι εγκαταστάσεις της Διεύθυνσης Τορπιλών και Ναρκών στον Σκαραμαγκά και αργότερα κατασκευάστηκαν στην περιοχή και δεξαμενές υγρών καυσίμων. Η Σχολή Ναυτικού Πολέμου στο Θησείο είχε υποστεί τόσες καταστροφές που έπρεπε να ανοικοδομηθεί.  Κρίθηκε πολύ οικονομικότερο να εγκαταλειφθεί και να εγκατασταθεί σε κτίρια της Διεύθυνσης Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας που επισκευάστηκαν και διασκευάστηκαν για τον σκοπό αυτόν. Μόνο στα  Οχυρά της Παράκτιας Άμυνας δεν έγινε καμιά εργασία, διότι οι ελάχιστες κατασκευές που είχαν απομείνει δεν είχαν καμιά αξία.  Άλλωστε, η νέα μορφή πολέμου απαιτούσε και γενική αναθεώρηση των μελετών που είχαν γίνει για την κατασκευή τους.

Το έργο των Ναυτικών Διοικήσεων

Πολύτιμες υπηρεσίες προσέφεραν κατά την πρώτη αυτή περίοδο μετά την απελευθέρωση οι δέκα Ναυτικές Διοικήσεις υπό Υποναύαρχο Αρχηγό που εγκαταστάθηκαν σε ισάριθμα λιμάνια. Τους πρώτους εκείνους μήνες ήταν ουσιαστικά οι μόνες υπηρεσίες των λιμανιών που λειτουργούσαν κανονικά. Αυτές ανέλαβαν την αποκατάσταση των λιμανιών, την ανέλκυση των ναυαγίων, τη ρύθμιση της ναυσιπλοΐας, την αστυνομία λιμανιών και ακτών… Για την εξυπηρέτηση των πολλαπλών αυτών αναγκών είχε διατεθεί στις Ναυτικές Διοικήσεις μεγάλος αριθμός στελεχών και ανδρών.  Με την αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας των άλλων κρατικών υπηρεσιών επιβάλλονταν και το Ναυτικό να επιστρέψει στα κύρια έργα του. Άλλωστε και οι Βρετανοί, που εξακολουθούσαν να μας εφοδιάζουν, μας πίεζαν να περιορίσουμε το προσωπικού που υπηρετούσε υπό τα όπλα στο Ναυτικό.  Έτσι, μέχρι το τέλος του 1945, ορισμένες Ναυτικές Διοικήσεις καταργήθηκαν και το προσωπικό των υπολοίπων περιορίστηκε σημαντικά.  Περιέργως, το μέτρο αυτό συνάντησε πολιτική αντίδραση όταν επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί στη Ναυτική Διοίκηση του Πειραιά που απασχολούσε πολύ προσωπικό, ενώ θα ήταν φυσικό κάθε μέτρο οικονομίας να είναι ευπρόσδεκτο σε εκείνους που κυβερνούν. Ίσως, επειδή πλησίαζαν εκλογές, να μην ήταν επιθυμητή η απόλυση σημαντικού αριθμού ημερομισθίων και επικούρων!  Τελικά, ο περιορισμός επιβλήθηκε και στη Ναυτική Διοίκηση του Πειραιά.

Το έργο των πλοίων

Κατά την περίοδο αυτή και μέχρι τη πτώση της Γερμανίας, τα πλοία μας εξακολουθούσαν να εκτελούν πολεμικές αποστολές που καθόριζε ο Αρχηγός του Στόλου σε συνεργασία με τον Βρετανό Ναύαρχο που ήταν εγκατεστημένος στην Αθήνα.  Βαρύ έργο εκτέλεσαν τα ναρκαλιευτικά μας που μαζί με Βρετανικά είχαν αναλάβει να καθαρίσουν τις ελληνικές θάλασσες από τα πολυάριθμα ναρκοπέδια. Η επικίνδυνη αυτή εργασία συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια και απετέλεσε άριστο μέσο ναυτικής εκπαίδευσης των νέων αξιωματικών που υπηρετούσαν στα ναρκαλιευτικά.

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης αναλαμβάνει Ναύαρχος Αρχηγός

Τον Απρίλιο του 1945 ο Αντιναύαρχος Π. Βούλγαρης ανέλαβε την Προεδρία της Κυβερνήσεως και μου ανέθεσε τα καθήκοντα του Ναυάρχου Αρχηγού. Ο νέος Πρωθυπουργός διατήρησε και τα τρία πολεμικά Υπουργεία, διόρισε Υφυπουργούς στα δυο από αυτά ενώ στο Υπουργείο Ναυτικών δεν τοποθέτησε Υφυπουργό. Διεύρυνε όμως την δικαιοδοσία μου ώστε, ουσιαστικά, μου ανέθεσε καθήκοντα Υφυπουργού. Η θέση του Αρχηγού του Στόλου δεν καλύφθηκε και τα πλοία κατανεμήθηκαν υπό Πλοιάρχους Ανώτερους Διοικητές. Η κύρια δύναμη του Στόλου τελούσε υπό τον Πλοίαρχο Ανώτερο Διοικητή Αντιτορπιλικών (Α.Δ.Α.).  Μετά από αυτές τις μεταβολές, για τις κινήσεις των πλοίων  ο Βρετανός Ναύαρχος συνεργάζονταν με το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού. Από το επόμενο όμως έτος οι κινήσεις των πλοίων μας πέρασαν στην απόλυτη δικαιοδοσία μας και ο Βρετανός Ναύαρχος μετονομάστηκε σε Αρχηγό Ναυτικής Αποστολής. Η μετονομασία συνδυάστηκε με την αντικατάσταση του Αντιναυάρχου Turner από τον Αντιναύαρχο Talbot. Αποχαιρετήσαμε με ειλικρινή λύπη τον απερχόμενο Ναύαρχο, έναν πραγματικό κύριο με εξαιρετικά ευγενή αισθήματα που είχε δείξει κατά την δύσκολη αυτή περίοδο πραγματική αγάπη για το Ελληνικό Ναυτικό.

Διατηρώ στη μνήμη μου την ακόλουθη  σκηνή: Όταν μετά την ορκωμοσία της πρώτης σειρά κληρωτών ακολούθησε η παρέλαση ενώπιόν μου και οι νέοι αυτοί,  που όταν κατατάχθηκαν ήταν καχεκτικοί από τις κακουχίες της Κατοχής, βάδιζαν ευσταλείς και με απόλυτα κανονικό βηματισμό μετά από μόνο σαράντα μέρες εκγύμναση, ο Βρετανός Ναύαρχος που στεκόταν δίπλα μου μου είπε: «Θα αναφέρω ότι δεν πηγαίνουν χαμένα τα χρήματα που δαπανούμε για το Ελληνικό Ναυτικό».  Δεν μπορώ όμως να εκφραστώ με τον ίδιο ενθουσιασμό για μερικούς από τους διαδόχους του!

Η ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου

Ο Αντιβασιλέας Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός
Κατά την περίοδο αυτή είχα μια ολιγοήμερη αλησμόνητη ανάπαυλα. Συνόδευσα τον Αντιβασιλιά Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό με το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» τον Μάιο του 1945 στον ιστορικό πλου στη Ρόδο. Τα Δωδεκάνησα δεν είχαν ακόμα παραδοθεί επίσημα στην Ελλάδα και βρίσκονταν προσωρινά υπό Βρετανική διοίκηση. Ήταν η πρώτη επίσκεψη Αρχηγού του Ελληνικού Κράτους μετά από δουλεία αιώνων στα Δωδεκάνησα. Ο Στρατιωτικός  Διοικητής Βρετανός Ταξίαρχος απένειμε εξαιρετικές τιμές στον Αντιβασιλιά. Είναι αδύνατο να περιγραφεί ο ενθουσιασμός των κατοίκων που παραληρούσαν. Κατά τη μετάβαση στον Μητροπολιτικό Ναό συνόδευσα τον Αντιβασιλιά στο ίδιο ανοιχτό αυτοκίνητο και στη διαδρομή τον έραναν με τόσο πολλά ρόδα, που κυριολεκτικά μας είχαν καλύψει. Μετά την δοξολογία ο Αντιβασιλιάς εκφώνησε ενθουσιώδη λόγο προς το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί  τον οποίο ολοκλήρωσε με τη φράση «Ας κλίνωμεν το γόνυ, όπως ευχαριστήσωμεν τον Ύψιστον» και στη συνέχεια ο Αντιβασιλιάς Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός γονάτισε. Τον μιμηθήκαμε ο Βρετανός Ταξίαρχος και εγώ που τον πλαισιώναμε στον εξώστη, καθώς και όλο το πλήθος στη πλατεία που έκλαιγε από συγκίνηση.

Το εξάμηνο της διακυβέρνησης της χώρας από τον τέως Ναύαρχο Αρχηγό υπήρξε γόνιμο για το  Ναυτικό, γιατί είμαστε απαλλαγμένοι από πολιτικές παρεμβάσεις.

Μετά την αποσυμφόρηση των στελεχών του Ναυτικού, αντιμετωπίσαμε το δύσκολο ζήτημα του  μεγάλου αριθμού υπαξιωματικών που δεν είχαν ακολουθήσει το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή,  αλλά είχαν παραμείνει στην Ελλάδα. Μετά τις προαγωγές που είχαν γίνει στη Μέση Ανατολή, η  αποκατάσταση όλων στην αρχαιότητά τους θα είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού αξιωματικών Πληρωμάτων Στόλου και των αρχικελευστών σε αριθμό διπλάσιο του προπολεμικού. Ειδικότερα, η μουσική του Στόλου θα αποτελείτο κατά το ένα τρίτο από αξιωματικούς! Το πρώτο μέτρο λοιπόν που πήραμε ήταν η απομάκρυνση εκείνων που ήταν επαγγελματικά ανίκανοι και όσων δεν έδειξαν στον πόλεμο καλή διαγωγή, συμπεριλαμβανομένων και των κινηματιών της Μέσης Ανατολής. Αν και στη κρίση μας δεν λήφθηκε υπόψη κανένα πολιτικό κριτήριο και το ίδιο μέτρο εφαρμόστηκε στους υπαξιωματικούς όλων των κατηγοριών, αγωνιστήκαμε πολύ για να πείσουμε στο τέλος του 1945 την Κυβέρνηση Σοφούλη ότι δεν επικράτησε πνεύμα δίωξης των αποτάκτων του 1935. Το ωραιότερο ήταν ότι μεγάλο ποσοστό από εκείνους που απομακρύνθηκαν το 1935 ανήκαν στην αντιβενιζελική παράταξη και είχαν απομακρυνθεί για επαγγελματικούς λόγους και τώρα εμφανίζονταν σαν δήθεν θύματα πολιτικών εκκαθαρίσεων.

Αυτή η τελευταία Κυβέρνηση ήταν ιδιαίτερα αντίθετη στον θεσμό του Ναυαρχείου. Είχαμε ήδη συντάξει Σχέδιο Νόμου με το οποίο διορθώνονταν πολλές ατέλειες του προηγούμενου και στο οποίο είχαμε τη σύμφωνη γνώμη του Βρετανού Ναυάρχου. Όμως, το Νομοσχέδιο αυτό δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Φαίνεται, ότι αυτό οφείλονταν στους εκτός του Ναυτικούς συμβούλους της Κυβέρνησης που διαισθάνονταν ότι αν ο Νόμος έμενε ως είχε θα τον καταργούσε ολοσχερώς η μελλοντική Βουλή…

Η σύνθεση του Στόλου του Β. Ναυτικού

Κατά την περίοδο αυτή συνεχίστηκαν οι παραχωρήσεις πλοίων από την Βρετανική Κυβέρνηση. Πραγματοποιήθηκε η παραχώρηση 2 αντιτορπιλικών τύπου ‘Hunt’, που η παράδοσή τους στην Αγγλία είχε αναβληθεί λόγω του κινήματος του Ναυτικού του Απριλίου 1944. Παραχωρήθηκε ακόμα ένα του ίδιου τύπου για να αντικατασταθεί το αντιτορπιλικό «ΑΔΡΙΑΣ» που είχε προσκρούσει σε νάρκη και του οποίου η επισκευή είχε κριθεί ασύμφορη. Παραχωρήθηκαν ακόμα 5 υποβρύχια του ίδιου τύπου με το «ΠΙΠΙΝΟΣ» για να αντικατασταθούν ισάριθμα προπολεμικά, από τα οποία 4 είχαν βυθιστεί και ένα είχε αχρηστευτεί από εντατική χρήση. Τη κύρια δύναμη του Στόλου αποτελούσαν πλέον 8 αντιτορπιλικά συνοδείας των 1050 περίπου τόνων κατασκευής 1941-42, 2 αντιτορπιλικά Στόλου παλαιότερου τύπου από τα δικά μας και 6 υποβρύχια των 540 τόνων, κατασκευής 1942-44. Από τα 2 αντιτορπιλικά Στόλου τελικά παρέμεινε σε υπηρεσία μόνο το «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ», λόγω της κακής κατάστασης του άλλου. Συμπληρώθηκε ακόμα ο αριθμός των ναρκαλιευτικών ώστε να είναι διαθέσιμοι 2 στολίσκοι ναρκαλιείας μαζί με τα απαραίτητα βοηθητικά. Παραχωρήθηκαν επίσης 10 ακταιωροί, 8 μικρές ακτοφυλακίδες και 12 αποβατικά για τις αμφίβιες επιχειρήσεις. Αυτά τα πλοία μαζί με τις 4 κορβέτες, του ανθυποβρυχιακού «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», των 3 αμερικανικών αρματαγωγών και μερικών άλλων βοηθητικών αποτελούσαν το σύνολο των νέων, μετά τον πόλεμο, αποκτημάτων του Ναυτικού μας. Από τα προπολεμικά σκάφη, μόνο το πλωτό συνεργείο «ΗΦΑΙΣΤΟΣ» αποτελούσε ακόμα χρήσιμη μονάδα.

Αυτό το ναυτικό πρόγραμμα δεν καταρτίστηκε από μας, αλλά από το Βρετανικό Ναυαρχείο και ο Στόλος μας αναγκαστικά αποτελείτο από πλοία που οι σύμμαχοι  θέλησαν να μας παραχωρήσουν. Δεν επρόκειτο για πρόγραμμα που εξυπηρετούσε τις ανάγκες του Ναυτικού μας σε περίοδο πολέμου, αλλά μόνο τις ανάγκες της στιγμής.  Οι στολίσκοι των αντιτορπιλικών και των υποβρυχίων έδιναν τη δυνατότητα να συνεχιστεί η εκπαίδευση του προσωπικού στη χρησιμοποίηση αυτού του τύπου των πλοίων. Υπήρχαν ακόμα τα μέσα για την απαλλαγή των θαλασσών μας από τα ναρκοπέδια και για την εξυπηρέτηση των τρεχουσών αναγκών μεταφορών του Στρατού. Τέλος, διαθέταμε έναν αριθμό μικρών πλοίων για την αστυνόμευση των ακτών η οποία, μετά τα Δεκεμβριανά, αποδείχτηκε απόλυτα αναγκαία.

Μέχρι τον Μάρτιο του 1947 που τερματίστηκε η Βρετανική βοήθεια και αφότου ο ανταρτοπόλεμος άρχισε να λαμβάνει μεγάλη έκταση, παρασχέθηκαν σε προσωρινή βάση στην αρχή και αργότερα σε μόνιμη, άλλα 6 Βρετανικά αρματαγωγά και μερικά βοηθητικά. Επειδή όμως λόγω του ανταρτοπόλεμου δεν επαρκούσαν τα πλοία για εκτέλεση περιπολιών σε όλες τις ακτές, με την έναρξη της Αμερικανικής βοήθειας πετύχαμε τη χορήγηση 6 Αμερικάνικων περιπολικών. Για τον ίδιο σκοπό παραλάβαμε από τον Ο.Δ.Ι.Σ.Υ. 4 μεγάλα ναρκαλιευτικά που εξοπλίστηκαν ως περιπολικά. Κατά τη διάρκεια του ανταρτοπόλεμου συχνά χρειάστηκε να διακοπεί το έργο της ναρκαλιείας για να χρησιμοποιηθούν τα ναρκαλιευτικά στην αστυνόμευση των ακτών.

Για την εκπλήρωση της ειδικής μορφής αποστολών του Ναυτικού κατά τον ανταρτοπόλεμο, οι παραχωρήσεις πλοίων που είχαν γίνει για την εποπτεία των ακτών και την εξυπηρέτηση των στρατιωτικών αναγκών ήταν εξαιρετικά ευπρόσδεκτες.

Ενώ όμως τη σύνθεση αυτή του Ναυτικού θεωρούσαμε ότι είναι μόνο προσωρινή, αιφνιδιαστικά το καλοκαίρι του 1946 έγιναν κάποιες υποδείξεις από την Βρετανική πλευρά που μου άνοιξαν πολύ δυσοίωνους ορίζοντες. Μου τηλεφώνησε ο Αρχηγός της Βρετανικής Ναυτικής Αποστολής Υποναύαρχος Talbot και με παρεκάλεσε να τον επισκεφθώ στην οικία του, διότι επιθυμούσε να μου μιλήσει για ένα πολύ σοβαρό θέμα του Ναυτικού μας ο Αρχηγός του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου που βρισκόταν στην Αθήνα. Υποθέτοντας ότι επρόκειτο για κατ’ ιδίαν συνομιλία προσήλθα χωρίς να συνοδεύομαι από επιτελείς μου, όταν όμως οδηγήθηκα στην αίθουσα είδα με έκπληξη ότι ο Ναύαρχος περιστοιχίζονταν από πολλούς αξιωματικούς του επιτελείου του. Ο Βρετανός Στόλαρχος μου ανέπτυξε ότι η Ελλάδα δεν είχε ανάγκη μεγάλου Ναυτικού, διότι ο μόνος προορισμός του δικού μας ήταν η εξυπηρέτηση των αναγκών του Στρατού. Η σύνθεσή του επομένως έπρεπε να αποτελείται κυρίως από αμφίβιες δυνάμεις και μερικά συνοδά και βοηθητικά. Δεν απαιτούνταν ούτε μεγάλες μονάδες, ούτε αντιτορπιλικά Στόλου και τα υποβρύχια ήταν άχρηστα για μας. Ακόμα και τις τορπίλες των πλοίων επιφανείας έπρεπε να παραδώσουμε διότι σε τίποτε δεν θα μας εξυπηρετούσαν και ήταν περιττό να διατηρούμε Υπηρεσία Τορπιλών. Ζητούσε δηλαδή ο Βρετανός στόλαρχος να μετατραπεί το Ναυτικό μας σε καθαρά βοηθητικό Όπλο για τις μεταφορές του Στρατού, χωρίς να διαθέτει συγχρόνως επαρκή μέσα για την εξασφάλισή του από εχθρικές επιθέσεις, για την οποία αναγκαστικά θα έπρεπε να προσφεύγει σε συμμαχικά  Ναυτικά.

Προς στιγμή έμεινα άναυδος μπρος σ’ αυτές τις προτάσεις που παρουσιάζονταν την επομένη ενός πολέμου κατά τον οποίο για μια τετραετία το Ελληνικό Ναυτικό είχε πολεμήσει στο πλευρό του Βρετανικού, είχε προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες και είχε υποστεί πολύ μεγάλες θυσίες. Ευθύς αμέσως όμως, με οργή που δύσκολα συγκρατούσα, έσπευσα να απαντήσω ότι προορισμός του Ναυτικού μας είναι η εξασφάλιση της κυριαρχίας της θάλασσας στα Ελληνικά ύδατα και η προάσπιση από τη θάλασσα της ακεραιότητας του εθνικού εδάφους. Τούτο και έκανε το Ναυτικό μας πρόσφατα ακόμη, όταν η Χώρα μας -μόνη από όλες τις μικρές χώρες- δεν δίστασε να αντιταχθεί κατά δυο Μεγάλων Αυτοκρατοριών. Το Ελληνικό Ναυτικό συνεπώς οφείλει να διαθέτει τις απαραίτητες δυνάμεις για να φέρει ικανοποιητικά σε πέρας την αποστολή του με ίδια μέσα, τουλάχιστον σε περίπτωση επίθεσης από όμορο κράτος. Προφανώς, η προτεινόμενη σύνθεση δεν 
ανταποκρίνεται ούτε από μακριά σ’ αυτούς τους σκοπούς.  Προσέθεσα ακόμα ότι βεβαίως η λήψη απόφασης επί αυτού του θέματος εναπόκειται στην Κυβέρνηση, στην οποία θα μεταφέρω τα λεχθέντα, αλλά ο ίδιος ως Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού ουδέποτε θα εισηγηθώ λήψη μέτρων που ισοδυναμούν με διάλυση του Ναυτικού. Είμαι προκαταβολικώς βέβαιος ότι και η Κυβέρνηση για κανένα λόγο δεν θα συμφωνήσει με τα προτεινόμενα, διότι αλλιώς δεν θα την συγχωρούσε ο Ελληνικός Λαός που είναι υπερήφανος για το Ναυτικό του και που στη σύγχρονη ιστορία επανειλημμένα διέθεσε κι από το υστέρημά του ακόμα για να ενισχύσει τις δυνάμεις του.

Μάρτιος 1946,Ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης
αποχαιρετάει τον Lord John H.D.Cunningham
Η συζήτηση δεν διάρκεσε πολύ. Ο Βρετανός  Ναύαρχος αντιλήφθηκε ότι δεν επρόκειτο ποτέ να  με μεταπείσει και διέλυσε τη σύσκεψη. Στη συνέχεια με πλησίασε και σε πολύ φιλικό τόνο μου είπε «σας στεναχώρησα» οπότε του απάντησα «Ναύαρχε κάνατε το καθήκον σας και εγώ το δικό μου». Στη συζήτηση είχε επανειλημμένα επέμβει και ο Αρχηγός της Βρετανικής  Αποστολής Ναύαρχος Talbot και φαίνονταν εξαιρετικά στενοχωρημένος με τις αντιρρήσεις μου, με αποτέλεσμα να μη με βλέπει πια με καλό μάτι, ενώ μέχρι στιγμής είχαμε άριστες σχέσεις. Επειδή δε αναμιγνύονταν 
περισσότερο απ’ όσο έπρεπε με τα εσωτερικά ζητήματα του Ναυτικού μας, βρήκε αργότερα τη κατάλληλη στιγμή να εκδηλώσει την δυσαρέσκειά του. Δεν είχα καμιά αμφιβολία ότι θα συνέβαινε αυτό μετά από την πιο πάνω διαφωνία μας, αλλά τίποτε δεν θα με εμπόδιζε να κάνω το καθήκον μου.

Ο Υπουργός των Ενόπλων Δυνάμεων Π. Μαυρομιχάλης συμφώνησε απόλυτα με τις απόψεις μου και έτσι οι υποδείξεις που έγιναν έμειναν απλές προτάσεις. Δυστυχώς και στα χρόνια που επακολούθησαν , οπότε η εσωτερική τάξη είχε αποκατασταθεί και ο εξοπλισμός των ενόπλων μας δυνάμεων αφορούσε  τους εξωτερικούς  κινδύνους, δεν μπορέσαμε να πετύχουμε την επιβαλλόμενη σύνθεση του Ναυτικού με την βοήθεια που μας παρείχαν οι Αμερικανοί.

Πέρα από τη συμμαχική βοήθεια, η μόνη πηγή στη διάθεσή μας για την ανανέωση του Στόλου ήταν οι Ιταλικές επανορθώσεις. Δεν διατυπώσαμε εξωφρενικές αξιώσεις, όπως είχε κάνει η Ελληνική Κυβέρνηση μετά τη πτώση της Ιταλίας, αλλά αυτές που υπαγόρευε η λογική. Είχαμε  βάσιμες ελπίδες ότι οι Σύμμαχοι θα μας παραχωρούσαν μικρά σκάφη αλλά καμιά πιθανότητα  δεν υπήρχε να μας παραχωρήσουν μεγάλο σκάφος που, εκτός από τη χρησιμότητά του σε καιρό πολέμου, είναι και εξαιρετικά χρήσιμο για την εκπαίδευση του προσωπικού σε καιρό ειρήνης. Δεν είχαμε λόγους να είμαστε ενθουσιασμένοι από τα αντιτορπιλικά που είχαμε παραγγείλει προπολεμικά στην Ιταλία, ενώ τα Ιταλικά εύδρομα ήταν γνωστά για την πολύ καλή κατασκευή τους.  Τέλος αποτελούσε και δίκαια αξίωση του Ελληνικού λαού, αυτοί που βύθισαν το μοναδικό μας εύδρομο «ΕΛΛΗ»  να το αντικαταστήσουν με ανάλογη και καλλίτερη μονάδα. Διατυπώθηκε λοιπόν στην Διασυμμαχική Επιτροπή η αίτηση παραχώρησης ενός μεγάλου εύδρομου ή δυο μικρών. Από τα τελευταία, που ήταν και προτιμότερα, υπήρχαν προς διάθεση 3 των 3.500 τόνων κατασκευής 1940-41 που είχαν όμως παραχωρηθεί στη Γαλλία. Πετύχαμε όμως την παραχώρηση ενός εύδρομου 7.500 τόνων κατασκευής 1935, του «EUGENIO DI SAVOIA» που μετονομάστηκε σε «ΕΛΛΗ». Το εύδρομο αυτό είχε σημαντικές ζημιές από πρόσκρουση σε νάρκη, αλλά επισκευάστηκε τελείως και με απόλυτη καλή πίστη από την μεταπολεμική Ιταλία. Οι υποχρεώσεις της Ιταλίας περιορίζονταν όμως στην επαναφορά του εύδρομου στην κατάσταση που ήταν την εποχή που ανήκε στον Ιταλικό Στόλο. Δεν είχε υποχρέωση ούτε με ραντάρ να το εφοδιάσει, ούτε και να εγκαταστήσει αντιαεροπορικό οπλισμό όπως των σύγχρονων εύδρομων. Αυτά θα έπρεπε να τοποθετηθούν από μας με τα μέσα που μας παρείχε η συμμαχική βοήθεια, προκειμένου το πλοίο να αποτελέσει μονάδα πραγματικά χρήσιμη σε καιρό πολέμου. Επειδή όμως οι Σύμμαχοι δεν έμοιαζε να ευνοούν τη διατήρηση από το Ναυτικό μας μιας μεγάλης μονάδας και οι Ελληνικές Κυβερνήσεις δεν διέθεταν
τις αναγκαίες πιστώσεις, το πλοίο παρέμεινε όπως ήταν κατά την παραλαβή του.»

                                                         Το Ναυτικό κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο:
                                                                                  1946-47


«Δεν είμαι ο κατάλληλος για να κρίνω το έργο αυτό και αφήνω τις κρίσεις στους μόνους αλάθητους κριτές, εκείνους που υπηρέτησαν στο Ναυτικό την εποχή εκείνη. Αν όμως όσα πετύχαμε έχουν κάποια αξία, αυτή συνίσταται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι απαιτήθηκε εξαιρετική επιμονή και υπομονή για να πραγματοποιηθούν, παρά τους σκοπέλους που παρεμβάλλονταν σε κάθε βήμα.»

                                                  Υποναύαρχος Μεζεβίρης, Ναύαρχος Αρχηγός και 
                                                             Αρχηγός του Γενικού Επιτελείο

Το έργο του Ναυτικού

«Με την ένταση του συμμοριτοπόλεμου από την Άνοιξη του 1946,  το Ναυτικό μας ανέλαβε έναν νέο και συνεχώς εντεινόμενο αγώνα που αποτέλεσε για πολύ καιρό την κυριότερα απασχόληση της Διοίκησής του. Συγχρόνως όμως επιβάλλονταν να μη διακοπεί το έργο της ανασυγκρότησης και αναδιοργάνωσης, να συνεχιστεί η ναρκαλιεία και να διακανονιστούν οριστικά τα ζητήματα του προσωπικού.

Η έλλειψη αντίπαλου στη θάλασσα καθιστούσε καθαρά βοηθητικό το έργο του Ναυτικού. Οι ανάγκες όμως και οι αιτήσεις αποστολών ήταν τόσο πολλές ώστε τα μέσα που διαθέταμε, αν και βρίσκονταν συνεχώς σε κίνηση, ήταν τελείως ανεπαρκή για να ανταποκριθούν σ’ αυτές. Ιδίως κατά το πρώτο έτος, όταν δεν είχαν ακόμα παραχωρηθεί τα συμπληρωματικά μέσα που παραχωρήθηκαν από τους συμμάχους γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό [βλέπε: «Τα πρώτα χρόνια μετά την Απελευθέρωση»].

1947, Ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης (2ος από αριστερά) με τον Παν. Κανελλόπουλο
Υπουργό Αεροπορίας (3ος από αριστερά), τον Rear Admiral R.E. Jennings,
 Commander Carrirer Division FOUR (3ος από δεξιά), τον Σοφοκλή
Βενιζέλο Υπουργό Ναυτικών (2ος από δεξιά) στο Αμερικανικόαεροπλανοφόρο
 "USS LEYTE" με κυβερνήτη τον Captain E.R. Peck  (1ος από αριστερά)
Σχεδόν όλες οι θαλάσσιες μεταφορές του Στρατού εκτελούνταν με τα αρματαγωγά και για χρόνια  τα πλοία αυτά δεν γνώρισαν ανάπαυλα. Επιβάλλονταν η συνεχής επιτήρηση των ακτών για να παρεμποδιστεί η αποβίβαση πολεμοφοδίων για τους αντάρτες. Όποτε απειλούνταν παράλιες πόλεις τα πλοία μας έσπευδαν για να βοηθήσουν. Πολλές φορές και η παρουσία τους μόνο ήταν αρκετή για να παρεμποδιστεί η είσοδος των ανταρτών. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως συνέβηκε στην Ιτέα που είχε καταληφθεί από τους αντάρτες, μόλις κατέπλευσε το πολεμικό σκάφος που περιπολούσε στη περιοχή και έριξε τους πρώτους κανονιοβολισμούς, η πόλη άδειασε από τους επιδρομείς.  Στις ακτές της Βόρειας Ελλάδος, της Αττικής, της Ηπείρου και στις ανατολικές ακτές της Πελοποννήσου πραγματοποιούνταν συνεχείς ναυτικές περιπολίες. Σημαντικό αριθμό σκαφών απασχολούσε ιδιαίτερα η επιτήρηση του Κορινθιακού, διότι στις ακτές της Στερεάς Ελλάδος οι εμφανίσεις των ανταρτών ήταν πολύ συχνές. Η εμφάνιση αντάρτικων ομάδων, ή πληροφορίες για πιθανή αποβίβαση όπλων, επέβαλλαν τη διάθεση πολλών σκαφών για την επιτήρηση της Σάμου, της Κρήτης του Ευβοϊκού και άλλων περιοχών. Σε όσα νησιά είχαν εγκατασταθεί στρατόπεδα συγκέντρωσης κομουνιστών, όπως σε Ικαρία, Άγιο Ευστράτιο, Γιούρα και Μακρόνησο, το Ναυτικό έφερε την ευθύνη της παρεμπόδισης της διαφυγής τους με πλοιάρια. Σε όποιο μέρος της Ελλάδος οι παράλιοι πληθυσμοί απειλούνταν, παρακαλούσαν για τη μόνιμη παραμονή πολεμικού σκάφους.

Η συνεχής επιτήρηση, μέρα νύχτα, τόσο εκτεταμένων ακτών όπως οι δικές μας, απαιτούσε εκατοντάδες περιπολικά. Διατέθηκαν γι’ αυτό το σκοπό όλα τα πλοία του Ναυτικού που μπορούσαν να κινηθούν: Αντιτορπιλικά, κορβέτες, ναρκαλιευτικά, ακταιωροί, ακτοφυλακίδες, εξοπλισμένα βοηθητικά, αποβατικά, ακόμα και υποβρύχια που περιπολούσαν στην επιφάνεια. Παρ’ όλα αυτά, ήταν αδύνατο για το Ναυτικό να είναι πανταχού παρόν. Απαιτούνταν γι αυτό το είδος πολέμου η εμπεριστατωμένη εφαρμογή του δόγματος περί οικονομίας δυνάμεων.

Όταν γύρισα από άδεια στις αρχές του 1947, βρήκα τρία πλοία να διατίθενται μόνιμα, με εντολή του τότε Υπουργού των Ναυτικών, για εκτέλεση περιπολιών γύρω από την Αίγινα, επειδή υπήρχε η πληροφορία ότι αντάρτες θα επιχειρούσαν απόβαση για να απελευθερώσουν κρατούμενους στις εκεί φυλακές. Αν όμως για κάθε πληροφορία, που πολλές φορές ήταν αβάσιμη ή και σκόπιμα παραπλανητική, λαμβάναμε ανάλογα μέτρα, ούτε το Αμερικανικό Ναυτικό θα μπορούσε να εξασφαλίσει τον απαιτούμενο αριθμό πλοίων…

Βρήκα μια πολύ απλή λύση… Μέσα στις φυλακές εγκαταστάθηκε ένας φορητός ασύρματος του Ναυτικού για να ειδοποιεί για κάθε ύποπτη κίνηση, ενώ ένα σκάφος παρέμενε στον Πειραιά έτοιμο για άμεση εκκίνηση. Αυτό θα μπορούσε να επέμβει το πολύ σε μια ώρα από τη λήψη ειδοποίησης και στο διάστημα αυτό θα μπορούσε να προβάλλει αντίσταση η σχετικά πολυάριθμη φρουρά των φυλακών. Το σύστημα δοκιμάστηκε στη πράξη, όταν ξέσπασε στάση στις φυλακές. Εντός μιας ώρας βρέθηκε επί τόπου πολεμικό πλοίο. Η παρουσία του επέδρασε αμέσως κατευναστικά και πολύ σύντομα κατέπλευσαν και άλλα δυο πλοία. Παρ’ όλα αυτά, για αντιπολιτευτικούς λόγους κατά του νέου Υπουργού, κατηγορηθήκαμε από τον τύπο ότι αδιαφορούμε για τον αγώνα  επειδή αποσύραμε από τη συνεχή περιπολία τα τρία πλοία! Εγκαταστήσαμε ναυτικούς σταθμούς ασυρμάτου και σε άλλες περιοχές όπου θεωρούσαμε επιβεβλημένη τη παρουσία πολεμικού σκάφους, και πετυχαίνοντας έτσι σχετική οικονομία δυνάμεων.

Σε αρκετές περιπτώσεις αντιτορπιλικά μας, μετά από αίτηση του Στρατού, βομβάρδισαν συγκεντρώσεις ανταρτών σε παραθαλάσσιες περιοχές. Οι πρώτοι βομβαρδισμοί έγιναν την άνοιξη του 1946 στη περιοχή του Πηλίου και η κατανάλωση πυρομαχικών υπήρξε τόση, ώστε αν επαναλαμβάνονταν συχνά σύντομα οι πυριτιδαποθήκες των πλοίων μας θα άδειαζαν. Τα αποτελέσματα των βομβαρδισμών αυτών ήταν μοιραία φτωχά διότι οι μεν αντάρτες με τη πρώτη  βολή διασκορπίζονταν, τα δε πυρομαχικά των πλοίων δεν ήταν κατάλληλα για τέτοιες επιχειρήσεις. Επί πλέον έπρεπε να πείσουμε και τον υπεύθυνο για τον ανεφοδιασμό μας Βρετανό Ναύαρχο για την σκοπιμότητα της ανάλωσης των πυρομαχικών, που είχε προκαλέσει τις έντονες διαμαρτυρίες του. Αναγκάστηκα λοιπόν να εκδώσω διαταγές για να ζητείται η έγκρισή μου για τη εκτέλεση τέτοιων βομβαρδισμών. Με την έγκριση ορίζονταν και ο επιτρεπόμενος αριθμός βολών.

Από τα πλοία που είχαν διατεθεί για τις επιχειρήσεις αυτές, μερικά είχαν τεθεί υπό τις διαταγές των Ναυτικών Διοικήσεων Βορείου Αιγαίου, Νοτίου Αιγαίου, Δυτικής Ελλάδος και Κέρκυρας που ήταν υπεύθυνες για τη ρύθμιση των κινήσεών τους. Οι αποστολές των υπολοίπων πλοίων διατάσσονταν από το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.). Απαιτήθηκε η αρμόδια για τις επιχειρήσεις Διεύθυνση του Γ.Ε.Ν. να οργανωθεί όπως σε καιρό πολέμου. Δεν υπήρξαν ώρες ανάπαυσης τα χρόνια αυτά για τους αξιωματικούς που υπηρέτησαν στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων και τον Αρχηγό του Γ.Ε.Ν.

Όταν τον Απρίλιο του 1947 αποφασίστηκε η μεγάλη εξόρμηση του Στρατού μας που τελικά κατέληξε σε αποτυχία, μετά από υπόδειξη της Βρετανικής Αποστολής, τέθηκε υπό τις διαταγές του Διοικητού της Στρατιάς στον Βόλο σημαντικό τμήμα των ναυτικών μας δυνάμεων με επί κεφαλής έναν από τους πιο δραστήριους Πλοιάρχους. Οι δυνάμεις αυτές παρέμεναν μόνιμα στον Βόλο και οι κινήσεις τους ρυθμίζονταν σύμφωνα με τις εντολές του Διοικητού της Στρατιάς, χωρίς ανάμειξη του Γ.Ε.Ν.  Αυτή η κατανομή των δυνάμεων δυσκόλευε πολύ το έργο του Γ.Ε.Ν. διότι ο Διοικητής της Στρατιάς ήταν υπεύθυνος για τις επιχειρήσεις σε ορισμένη μόνο περιοχή, ενώ οι αντάρτες εμφανίζονταν και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδος.  Το Γ.Ε.Ν. ήταν υπεύθυνο για πλήθος άλλων αποστολών και ήταν αδύνατο να τις φέρει εις πέρας με τα λίγα μέσα που παρέμεναν στη διάθεσή του, ενώ πολλές φορές παρέμεναν στον Βόλο πλοία που δεν ήταν απασχολημένα σε αποστολές.  Αναγκάστηκα λοιπόν, παρά τις διαμαρτυρίες που προκάλεσε το μέτρο, να ελαττώσω βαθμιαία τις ναυτικές δυνάμεις που ήταν μόνιμα αποσπασμένες στην Στρατιά, για να καλυφθούν και οι υπόλοιπες ανάγκες.

Αυτό όμως που υπήρξε ιδιαίτερα ανησυχητικό ήταν ότι αναφέρθηκαν από μερικά πλοία ορισμένες απόπειρες δολιοφθορών, ευτυχώς χωρίς δυσάρεστα αποτελέσματα. Αποδεικνύονταν έτσι ότι, παρά τις επανειλημμένες εκκαθαρίσεις και τα έκτακτα μέτρα που είχαν ληφθεί κατά την επιλογή των νέου προσωπικού,  ορισμένα κακοποιά στοιχεία είχαν κατορθώσει να διαφύγουν τον έλεγχο. Επανειλημμένα διατάχθηκαν αυστηρές ανακρίσεις και απομακρύνθηκαν από τα πλοία εκείνοι που μπορούσαν να θεωρηθούν ύποπτοι, χωρίς να προκύψουν σοβαρά στοιχεία για τους ενόχους. Μόνο όταν γύρω στα μέσα του 1947 βρεθήκαμε στα ίχνη κομουνιστικού δικτύου, αποκαλύφθηκαν τελικά οι υπεύθυνοι αυτών των δολιοφθορών. Η δίκη που έγινε αργότερα και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν απάλλαξαν τελικά το Ναυτικό από αυτό το μίασμα.

Αντιδράσεις, παράπονα , δυσαρέσκειες

 1946, ο Ναύαρχος Μεζεβίρης (3ος από δεξιά) και η Ηγεσία του Ναυτικού
Απ’ όσα σας διηγήθηκα σε πολύ γενικές γραμμές, αντιλαμβάνεστε το μέγεθος και τις δυσκολίες του έργου που αναλάβαμε τα πρώτα μετά την απελευθέρωση χρόνια οι υπεύθυνοι για την ανασυγκρότηση και τη μεταπολεμική οργάνωση του Ναυτικού. Για να έρθει σε αίσιο πέρας ένα τόσο μεγάλο έργο χρειάζονταν προπαντός ψυχική ηρεμία. Κι αυτή η ηρεμία έλειψε ιδιαίτερα σ’ αυτόν που  βρέθηκε επί κεφαλής του Ναυτικού και που δέχτηκε τον κύριο όγκο των επιθέσεων φανερών ή αφανών.  Δεν είμαι ο κατάλληλος για να κρίνω το έργο αυτό και αφήνω τις κρίσεις στους μόνους αλάθητους  κριτές, εκείνους που υπηρέτησαν στο Ναυτικό την εποχή εκείνη.  Αν όμως όσα πετύχαμε έχουν κάποια αξία, αυτή συνίσταται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι απαιτήθηκε εξαιρετική επιμονή και υπομονή για να πραγματοποιηθούν, παρά τους σκοπέλους που παρεμβάλλονταν σε κάθε βήμα.

Οι λόγοι που προκάλεσαν τις αντιδράσεις είναι πολλοί, ενδοναυτικοί και εξωναυτικοί και ως συνήθως οφείλονται κυρίως σε προσωπικά ζητήματα.  Αυτοί που βρέθηκαν εκτός του Ναυτικού είχαν, όπως ήταν φυσικό, ένα αίσθημα πικρίας που από ορισμένους στρέφονταν ιδιαίτερα εναντίον μου, αν και οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονταν από πολυμελή Συμβούλια. Το περίεργο δε είναι ότι και αυτοί ακόμα που απομακρύνθηκαν σε εποχή που δεν είχα απολύτως καμιά σχέση με τα προσωπικά ζητήματα του Ναυτικού, εκδήλωναν απροκάλυπτη εχθρότητα εναντίον μου, ενώ αγκάλιαζαν αυτούς που συντέλεσαν στην απομάκρυνσή τους! Αντίθετα, ενώ για τη διευκόλυνση της σταδιοδρομίας των νεοτέρων που είχαν μακράν πολεμική υπηρεσία επί των πλοίων η αποσυμφόρηση περιέλαβε και αξιωματικούς χρήσιμους αλλά στους οποίους δεν είχε δοθεί η ευκαιρία πολεμικής δράσης στη θάλασσα, μερικοί εκφράζανε το παράπονο ότι η αποσυμφόρηση δεν είχε πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις.  Στη πραγματικότητα, η πλειοψηφία των στελεχών δεν είχε προσωπικές επιδιώξεις, πέρα από τις νόμιμες φιλοδοξίες κάθε αξιωματικού. Υπάρχουν όμως πάντοτε εκείνοι που επιδιώκουν την ικανοποίηση προσωπικών βλέψεων και που εμφανίζονται ως δήθεν φορείς των αντιλήψεων του Σώματος και τους οποίους οι πολιτικοί άκουγαν με μεγάλη προσοχή.

Εκτός όμως από τα προσωπικά ζητήματα και το ναυτικό πρόγραμμα έδινε την ευκαιρία για φτηνή δημοκοπία, καθώς γίνονταν εκμετάλλευση της κοινής επιθυμίας όλων των αξιωματικών και όλων των εποχών να δουν το Ναυτικό μας ισχυρό. Δεν είχε δε τη δυνατότητα η Διοίκηση του Ναυτικού να αναπτύξει σε ευρύ κύκλο πώς κατόρθωσε και μετά από πόσους αγώνες και προσπάθειες να  διατηρήσει αυτή την ασθενή σύνθεση του Ναυτικού, όταν οι οικονομικές συνθήκες μας ανάγκαζαν να ζητάμε όλα από την ξένη βοήθεια.

Τέλος, η Διοίκησης του Ναυτικού ήταν υποχρεωμένη να πάρει ορισμένα μέτρα οικονομιών που πάντοτε δημιουργούν δυσαρέσκειες. Έκανα ότι ήταν δυνατό για να βρω πιστώσεις για την ανασυγκρότηση των ναυτικών εγκαταστάσεων, αλλά δίνονταν έγκριση μόνο για τα απολύτως απαραίτητα έργα και απορρίπτονταν κάθε δαπάνη που αφορούσε στη πολυτελή εμφάνιση των κτιρίων. Ήταν πολύ δύσκολο να πειστούν γι αυτό οι Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών, μερικοί μάλιστα είχαν καταληφθεί από ένα είδος μεγαλομανίας. Ζητούσαν πολυτέλεια ακόμα και στα κτίρια των Σχολών, τους ναυτώνες κλπ των οποίων το χαρακτηριστικό πρέπει να είναι η στέρεα κατασκευή και το απέριττο, όπως ήταν και οι ανάλογες εγκαταστάσεις του Βρετανικού Ναυαρχείου.  Θα έπρεπε σε ένα φτωχό κράτος σαν το δικό μας τα μέτρα αυτά να αποτελούν γενικό κανόνα που να επιβάλλεται από την πολιτική ηγεσία, γιατί αλλιώς η μεμονωμένη εφαρμογή τους εμφανίζεται σαν δυστροπία εκείνου που τα επιβάλλει. Παρόμοιο ήταν και το ζήτημα των ατομικών αυτοκινήτων. Μετά την απελευθέρωση η πληθώρα των ξένων αξιωματικών στην Ελλάδα διέθετε ατομικό αυτοκίνητο και ακόμα και οι κατώτεροι αξιωματικοί είχαν στη διάθεσή τους τζιπ. Το παράδειγμα αυτό δημιουργούσε ανάλογες αξιώσεις και στους δικούς μας που ήταν πολύ δύσκολο να χαλιναγωγηθούν, μέχρι τη στιγμή που κάτω από τη γενική κατακραυγή λήφθηκαν περιοριστικά μέτρα που ίσως έφθασαν στο άλλο άκρο της υπερβολής.

Πέραν όμως από αυτές τις ενδοναυτικές αντιδράσεις που έβρισκαν υποστήριξη και στις πολιτικές παρατάξεις, ο πολιτικός κόσμος της χώρας είχε εξεγερθεί και κατά του θεσμού του Ναυαρχείου διότι θεωρούσε ότι καταργούσε δικαιώματα της πολιτικής εξουσίας.

Το συμπέρασμα είναι ότι η Διοίκηση του Ναυτικού υπήρξε ο συνδυασμένος στόχος των επιθέσεων εκείνων που είχαν οποιονδήποτε λόγο δυσαρέσκειας. Η γενική επίθεση στρέφονταν κατά δυο κυρίως κατευθύνσεις, τον θεσμό του Ναυαρχείου και την αποσυμφόρηση του 1944. Παράλληλα όμως μερικοί έκαναν και προσωπικές επιθέσεις.

Αυτές ήταν οι ενοχλήσεις που είχαμε από τις δυο πολιτικές Κυβερνήσεις, που κυβέρνησαν από τις αρχές του 1945 μέχρι τις εκλογές του 1946 και που αντιμετωπίσαμε με σχετική ευχέρεια, διότι οι Κυβερνήσεις αυτές μη έχοντας κοινοβουλευτικό έρεισμα, δεν επέμειναν στις απαιτήσεις τους πέρα από ένα όριο.  Έναντι της δεύτερης Κυβέρνησης, άλλωστε, στην αντιμετώπιση των αξιώσεων του Πολιτικού Γραφείου είχαμε και την υποστήριξη του Υπουργού Ναυτικών Γκότση, παλιού κοινοβουλευτικού πολιτικού που παρά την προχωρημένη ηλικία ήξερε να υποστηρίζει το σωστό και το δίκαιο. Μόνο όμως κατά τη διακυβέρνηση της Χώρας από τον Ναύαρχο Βούλγαρη, στη περίοδο που μεσολάβησε μεταξύ των δυο αυτών πολιτικών Κυβερνήσεων, μπορέσαμε απερίσπαστοι να συνεχίσουμε το έργο μας. Δεν υπήρχε βέβαια πάντοτε ταυτότητα αντιλήψεων, ιδιαίτερα σε ορισμένα προσωπικά ζητήματα, αλλά δεν εμφανίζονταν διαφωνίες στα γενικά ζητήματα.

Η αποσυμφόρηση ξαναγίνεται κεντρικό ζήτημα

1947-49, Αντιναύαρχος Γρ. Μεζεβίρης Γενικός Επιθεωρητής
Η Πρώτη κοινοβουλευτική Κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του Μαρτίου 1946 έθεσε επί τάπητος και όλα τα ζητήματα του Ναυτικού. Φανταζόμουν ότι θα δίνονταν προτεραιότητα στο ζήτημα που είχε προκαλέσει τόση κατακραυγή, στο θεσμό του Ναυαρχείου.  Ίσως όμως επειδή η Βρετανική Αποστολή συνιστούσε μεν την τροποποίησή του αλλά δεν επιθυμούσε και την κατάργηση, η νέα Κυβέρνηση δεν ασχολήθηκε αμέσως με το θέμα αυτό. Το ζήτημα λύθηκε στα τέλη του 1947 με Νόμο που καταργούσε μεν την ονομασία και μερικές διατάξεις, διατηρούσε όμως άλλες με τροποποιήσεις και πολλές συμπληρώσεις.  Η προσοχή στράφηκε κυρίως στη τακτοποίηση ζητημάτων του προσωπικού και αναθεωρήθηκαν όλα τα μέτρα που είχαν ληφθεί μέχρι τότε. Άλλωστε, πολλοί από εκείνους που είχαν απομακρυνθεί είχαν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αναμένονταν ότι θα εκδοθεί ευνοϊκή γι αυτούς απόφαση, διότι στη σχετική απόφαση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου δεν αναφέρονταν ο λόγος της απομάκρυνσης. Δεν ήταν όμως και δυνατόν να αναφερθεί για τους περισσότερους, διότι δεν απομακρύνονταν για κάποιον ειδικό λόγο αλλά ως πλεονάζοντες. Είχε δε τότε κριθεί ότι εφόσον η αποσυμφόρηση ήταν ένα γενικό μέτρο, ήταν προτιμότερο και εκεί που υπήρχαν ειδικοί λόγοι να μην αναγραφούν για χάρη των ίδιων. Είχε όμως ληφθεί πρόνοια να μην μπουν όλοι στην ίδια κατηγορία και εκείνοι που αποστρατεύονταν επειδή είχαν θεωρηθεί απλά πλεονάζοντες προάγονταν στον ανώτερο βαθμό.

Η Διοίκηση του Ναυτικού κρίνεται

Η σύνταξη του σχετικού νομοσχεδίου καθυστέρησε πολύ και δημοσιεύτηκε στο τέλος Αυγούστου 
1946. Το νομοσχέδιο προέβλεπε Συμβούλιο ειδικής σύνθεσης από 4 απόστρατους Αντιναυάρχους, 2 Ανώτατους Δικαστικούς και τον Υπουργό που θα έκρινε όλους τους Υποναυάρχους και Πλοιάρχους που υπηρέτησαν από την κήρυξη του πολέμου μέχρι την απελευθέρωση. Στη συνέχεια θα γίνονταν νέα σύνθεση του Ναυαρχείου που θα έκρινε τους αξιωματικούς των υπόλοιπων βαθμών.  Με το νομοσχέδιο επαναφέρονταν και μια τελείως πρωτότυπη διάταξη του προπολεμικού Νόμου, που ασφαλώς δεν υπήρχε σε κανένα άλλο Ναυτικό.  Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή για την προαγωγή στο βαθμό του Υποναυάρχου, εκτός από τα άλλα προσόντων και της θαλάσσιας υπηρεσίας που απαιτείτο σε κάθε βαθμό, απαιτείτο και συνολική υπηρεσία ορισμένων ετών από το βαθμό του Σημαιοφόρου μέχρι και εκείνου του Πλοιάρχου. Από τους 5 εν ενεργεία Υποναυάρχους, μόνο ένας είχε τη συνολική αυτή υπηρεσία. Προβλέπονταν όμως ότι θα μπορούσε να παραμείνει στα μόνιμα στελέχη και αξιωματικός που δεν είχε την απαιτούμενη θαλάσσια υπηρεσία, αν το Συμβούλιο με 5 ψήφους στους 7 αποφάσιζε ότι αυτός έχει «όλως εξαιρετικά προσόντα».  Δεν γνωρίζω ποιος συνέταξε αυτό το νομοσχέδιο, διότι δεν συντάχθηκε από τα αρμόδια υπηρεσιακά όργανα.  Πριν όμως κατατεθεί μου δόθηκε από τον Υπουργό για να του γνωρίσω τις προσωπικές μου απόψεις. Στο υπόμνημα που υπέβαλλα επικεντρωνόμουνα σε δυο κυρίως σημεία: Θεωρούσα ότι το αρμόδιο όργανο για να κρίνει την ηγεσία του Ναυτικού ήταν το Ανώτερο Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας (Α.Σ.Ε.Α.), από το οποίο έπρεπε να επιλεγούν οι 4 αρχαιότεροι αξιωματικοί και αυτοί με τον Υπουργό να κρίνουν τους υπολοίπους.  Αφετέρου εύρισκα τελείως άδικη τη διάταξη για συνολική θαλάσσια υπηρεσία που έδινε πρωταρχική σημασία σε ένα τύπο, ενώ είναι πολλαπλά τα ουσιαστικά προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι ηγέτες ενός Σώματος. Αυτές οι αντιρρήσεις δεν έγιναν αποδεκτές, λήφθηκαν όμως υπόψη κάποιες άλλες υποδείξεις μου.

Σύμφωνα με τη κρίση αυτού του ειδικού Συμβουλίου, από τους πέντε Υποναυάρχους παρέμειναν δυο, ο Π. Αντωνόπουλος που είχε την απαιτούμενη συνολική θαλάσσια υπηρεσία και εγώ που θεωρήθηκε ότι  διέθετα «όλως εξαιρετικά προσόντα», καθώς μου έλειπαν 6 μήνες από την απαιτούμενη συνολική θαλάσσια υπηρεσία!  Από εκείνους που είχαν προηγουμένως απομακρυνθεί το Συμβούλιο επανέφερε  στα μόνιμα στελέχη ένα Πλοίαρχο που προήχθη σε Υποναύαρχο και έναν άλλο που τέθηκε σε ειδική μονιμότητα.  Μετά όμως από διαφωνίες ορισμένων μελών και την παραίτηση του Υπουργού, το Συμβούλιο διέκοψε και δεν ολοκλήρωσε τις εργασίες του.  Μεσολάβησε ένα εξάμηνο εκκρεμότητας κατά το οποίο άλλαξαν 3 Υπουργοί, χωρίς να προωθηθεί το ζήτημα της αποσυμφόρησης.  Έτσι, από τον βαθμό του Πλοιάρχου και κάτω αρκετοί αμφέβαλλαν αν θα παραμείνουν στα μόνιμα στελέχη και αυτό δεν απέβαινε βέβαια προς όφελος της λειτουργίας των υπηρεσιών.

Και ο ίδιος βρέθηκα σε πολύ περίεργη κατάσταση. Αφού έληξε η αποσυμφόρηση των Ναυάρχων και παρέμεινα, ο Υπουργός Π. Μαυρομιχάλης μου ανακοίνωσε γύρω στα μέσα Οκτωβρίου 1946 ότι θα καταργούνταν η θέση του Ναυάρχου Αρχηγού, θα προαγόμουνα σε Αντιναύαρχο και θα αναλάμβανα τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή του Ναυτικού. Η απόφαση αυτή λήφθηκε λίγους μήνες μετά τη συζήτηση που είχα για τη σύνθεση του Ναυτικού με τον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου και έχω την εντύπωση ότι την εξέλιξη αυτή επηρέασε ο Αρχηγός της Βρετανικής  Ναυτικής Αποστολής Ναύαρχος Talbot. Είναι χαρακτηριστικό ότι αφού παρέδωσα τα καθήκοντα του Ναυάρχου Αρχηγού, ο Αρχηγός της Βρετανικής  Ναυτικής Αποστολής εγκαταστάθηκε στο Υπουργείο Ναυτικών και άρχισε να αναμειγνύεται ενεργά και σε ζητήματα που δεν θα έπρεπε  να είναι της αρμοδιότητάς του. Ως Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. προορίζονταν ο Υποναύαρχος που είχε ανακληθεί στην ενεργό υπηρεσία από το Συμβούλιο αποσυμφορήσεως. Ο Υπουργός επιθυμούσε οι μεταβολές αυτές να πραγματοποιηθούν αμέσως. Αυτό όμως ήταν τυπικά αδύνατο χωρίς νέο Νόμο γιατί σύμφωνα με τον Νόμο που ίσχυε Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. έπρεπε να είναι ο αρχαιότερος από τους Ναυάρχους. Με παρεκάλεσε λοιπόν για να διευκολύνω τη κατάσταση να πάρω ένα μήνα άδεια, στο διάστημα της οποίας θα με αντικαθιστούσε ο προοριζόμενος για τη θέση αυτή, αφού πρώτα θα είχε τοποθετηθεί ως Υπαρχηγός.  Θεώρησα υποχρέωσή μου να συμμορφωθώ προς την παράκληση του Υπουργού, διότι πίστευα ότι η Κυβέρνηση έπρεπε να έχει το δικαίωμα επιλογής του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν.  Η μηνιαία άδεια παρατάθηκε σε τρίμηνη διότι ανέλαβε νέος Υπουργός, ο οποίος δεν πέτυχε την ψήφιση Νόμου για τη ρύθμιση του θέματος.  Κατά το διάστημα αυτό είχα την έδρα μου εις Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητού στο Υπουργείο, χωρίς όμως να εκτελώ τα σχετικά καθήκοντα, και έπαιρνα μέρος στις συνεδριάσεις του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου με την ιδιότητα του Ναύαρχου Αρχηγού!

Η αποσυμφόρηση ολοκληρώνεται

Η τραγελαφική αυτή κατάσταση έληξε στο τέλος Ιανουαρίου του 1947 με την ανάληψη του  Υπουργείου από νέο Υπουργό. Κλήθηκα και πάλι να αναλάβω τα καθήκοντα του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν. και ο προσωρινός αντικαταστάτης μου τοποθετήθηκε σε άλλη θέση.  Ο νέος Υπουργός παρέμεινε πολύ λίγο και αντικαταστάθηκε από τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Επί της Υπουργίας του λύθηκαν τα θέματα του Ναυτικού που εκκρεμούσαν.  Πολύ σωστά ο νέος Υπουργός θεώρησε ότι επιβάλλονταν το ταχύτερο να τεθεί τέρμα στο ζήτημα των στελεχών που εκκρεμούσε για να αποκατασταθεί ηρεμία στο Ναυτικό. Μου ανάθεσε να διατυπώσω ένα νομοσχέδιο που τροποποιούσε και αποσαφήνιζε πολλές από τις διατάξεις του Νόμου του 1946. Μου δόθηκε πλήρης πρωτοβουλία να διατυπώσω το νομοσχέδιο όπως έκρινα δίκαιο και λογικό, με ένα όμως όρο. Επειδή η Κυβέρνηση ήταν συμμαχική, η νέα διατύπωση έπρεπε να έχει την έγκριση και της άλλης παράταξης στη Κυβέρνηση από την οποία είχε συνταχθεί ο Νόμος του 1946. Αυτό επέβαλλε αφενός να μην απομακρυνθούμε πολύ από τις διατάξεις του παλιού Νόμου και αφετέρου να παραμείνουν σε ισχύ οι αποφάσεις που είχαν ληφθεί από το προηγούμενο Συμβούλιο αποσυμφόρησης. Τελικά πέτυχα διατύπωση που έγινε αποδεκτή από όλους και πήρε την ισχύ νόμου, που έδινε στο νέο Συμβούλιο την ευχέρεια επιλογής.  Το νέο αυτό Συμβούλιο υπό την Προεδρία του Υπουργού Ναυτικών περιλάμβανε 3 εν ενεργεία Ναυάρχους και 3 απόστρατους που επιλέχθηκαν από την Κυβέρνηση. Οι εργασίες του Συμβουλίου προχώρησαν γρήγορα και ομαλά και ολοκληρώθηκαν τον Μάιο του 1947.  Κανείς από εκείνους που είχαν απομακρυνθεί το 1944 δεν επανήλθε αλλά αντίθετα απομακρύνθηκαν άλλοι 30 μάχιμοι, οι περισσότεροι ανώτεροι και 14 από αυτούς Πλοίαρχοι. Δεν υπήρχαν πια υπεράριθμοι αλλά αντίθετα από τις προβλεπόμενες 4 θέσεις Ναυάρχων και 15 Πλοιάρχων παρέμειναν κενές 1 και 5 θέσεις αντίστοιχα, δημιουργώντας έτσι δυνατότητα προαγωγών πέραν από εκείνες που έγιναν σε μεγάλη κλίμακα κατά τα τελευταία έτη. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου αυτού δεν ακυρώθηκαν από το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Υπουργείο των Ναυτικών κοινοποίησε την νέα επετηρίδα του Σώματος γνωρίζοντας συγχρόνως ότι η σύνθεση των στελεχών ήταν τελειωτική.

Μάρτιος 1949, Αντιναύαρχος Μεζεβίρης (2ος από αριστερά) επισκέπτεται τον
Ναύαρχο Forrest P. Sherman (κέντρο) στη ναυαρχίδα του 6ου Στόλου "USS ALBANY"
Δυστυχώς η τάση για προώθηση των νεοτέρων στελεχών δεν είχε όρια. Οι πολύ βιαστικοί δεν περίμεναν ούτε να συμπληρώσουν τα 50 για να αρχίσουν να ζητούν τα γαλόνια του Γενικού αξιωματικού. Μάταια τους υποδεικνύονταν ότι η αρχή της προωθήσεως που ζητούσαν θα εφαρμόζονταν μια μέρα και σε βάρος τους. Αναζητούσαν παραδείγματα εξαιρετικών προσωπικοτήτων ξένων Μεγάλων Ναυτικών που είχαν ταχεία σταδιοδρομία και ζητούσαν αυτά να αποτελέσουν τον κανόνα και σε μας.  Έτσι δυο χρόνια αφότου το Υπουργείο είχε γνωρίσει ότι η επετηρίδα ήταν πια οριστική και μετά τη ψήφιση Νόμου που προέβλεπε την κατ’ απόλυτο εκλογή προαγωγή των Πλοιάρχων και την αυτεπάγγελτη αποστρατεία των παραλειπόμενων, από τους 10 Πλοιάρχους που είχαν παραμείνει απομακρύνθη 4. 

Ο θεσμός της κατ’ απόλυτο εκλογή προαγωγής στους ανώτατους βαθμούς είναι κατ’ αρχήν σωστός αλλά η εφαρμογή του πολύ δύσκολη γιατί εκτός από τα επαγγελματικά προσόντα υπάρχουν και πολλά άλλα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.»

                                                                Η ολοκλήρωση μιας μακράς 
                                                                και λαμπρής σταδιοδρομίας:
                                                                             1947- 1949

«.. Κατά την μακρόχρονη υπηρεσία του στο Β.Ν., στις πιο δύσκολες στιγμές, είτε στον πόλεμο, είτε στην ειρήνη έκανε σε κάθε περίπτωση το καθήκον του, με την υποδειγματική ευσυνειδησία που τον 
χαρακτηρίζει και με ανωτερότητα κατανοήσεως των στιγμών…»

3 Σεπτεμβρίου 1947, Διαταγή του Υπουργού Ναυτικών Γ.Βασιλειάδη για την αποστρατεία του Αντιναυάρχου Μεζεβίρη


«Τον Μάιο του 1947 προήχθην σε Αντιναύαρχο και με τον νέο βαθμό διατήρησα τα καθήκοντα του  Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.) μέχρι και τον Σεπτέμβριο. Τότε ανέλαβε το Υπουργείο των Ναυτικών ο Α. Σακελλαρίου, Αρχηγός του   Γ.Ε.Ν. κατά τη περίοδο του Πολέμου στην Ελλάδα, ο οποίος μου ανακοίνωσε ότι θα αναλάμβανα τα καθήκοντα του Γενικού Επιθεωρητή του Ναυτικού. Ο θεσμός αυτός επανιδρύονταν και σύμφωνα με όσα ίσχυαν προπολεμικά τη θέση αυτή αναλάμβανε ο αρχαιότερος αξιωματικός του Σώματος.  Ο τίτλος του Ναυάρχου Αρχηγού καταργούνταν με τον νέο νόμο και για τη θέση του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν. προορίζονταν ο Υποναύαρχος Π. Αντωνόπουλος και όχι ο αρχαιότερος του Α. Λεοντόπουλος, που με είχε αντικαταστήσει προσωρινά πριν από ένα χρόνο [βλέπε: "Το Ναυτικό κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο"].

Η πρόταση αυτή δεν μου ήταν βέβαια ευχάριστη.  Η θέση του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν. είναι κατ’ εξοχή θέση δράσης, ενώ τα καθήκοντα του Γενικού Επιθεωρητού είναι πολύ αόριστα και η θέση αυτή θεωρείτο μάλλον τιμητική, προορίζονταν για εκείνους που είχαν φθάσει στην κορυφή της ιεραρχίας μετά από μια μακριά σταδιοδρομία και ήταν η τελευταία πριν την αποστρατεία τους. Θεωρώ ότι ο Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. πρέπει να είναι της απόλυτης εμπιστοσύνης του Υπουργού και της Κυβέρνησης, διότι έτσι μόνο η συνεργασία είναι ομαλή για το καλό του Ναυτικού.  Έτσι δεν έφερα καμιά αντίρρηση και σαν μέλος του Ανώτατου Ναυτικού Συμβουλίου ψήφισα υπέρ της ανάθεσης των καθηκόντων του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν. στον αξιωματικό που είχε επιλεγεί και που άλλωστε διέθετε πολλά επαγγελματικά προσόντα.  Κατά την συνεδρίαση του Ανώτατου Ναυτικού Συμβουλίου κατά την οποία αποφασίστηκαν αυτές οι μεταβολές, ο Υπουργός των Ναυτικών και οι Αρχηγοί της Βρετανικής και Αμερικανικής Ναυτικής Αποστολής έπλεξαν το εγκώμιό μου για τον τρόπο που είχα εκτελέσει τα καθήκοντά μου ως Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού.

Δίνοντας περιεχόμενο σε μια τιμητική θέση

Εφόσον βρέθηκα στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή, ο μόνος τρόπος για να κάνω τη θέση λιγότερο ανεπιθύμητη ήταν να της δώσω μορφή ουσιαστική. Μου δόθηκε επιτελείο από αρχαίους αξιωματικούς από όλους τους κλάδους, αλλά είχα και την υποστήριξη του Υπουργού που έδινε μεγάλη σημασία στο νέο μου έργο.

Άρχισα τις επιθεωρήσεις από τις εγκαταστάσεις της Ναυτικής Διοίκησης Δυτικής Ελλάδος και τα πλοία της στον Κορινθιακό, που τους τελευταίους μήνες είχαν σημαντική δράση κατά των ανταρτών. Στη συνέχεια επιθεώρησα τις εγκαταστάσεις  της Ναυτικής Διοίκησης Κέρκυρας και επισκέφθηκα ακόμα και τα παρατηρητήρια που ήταν εγκαταστημένα σε απόκρημνες κορυφές. Το προσωπικό των παρατηρητηρίων αυτών έβλεπε με μεγάλη έκπληξη ένα Ναύαρχο να σκαρφαλώνει μέχρι αυτά. Στη συνέχεια επιθεώρησα λεπτομερώς όλες τις Υπηρεσίες του Ναυτικού και φρόντισα η κάθε Υπηρεσία να επιθεωρείται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο.

Στις επιθεωρήσεις αυτές δόθηκε μορφή πολύ πιο εκτεταμένη από συνήθως. Επιθεωρούσα το προσωπικό, άκουγα τα παράπονά του, έλεγχα λεπτομερώς κάθε είδους εγκαταστάσεις, τη συντήρηση του υλικού, τη τήρηση των βιβλίων και διέταζα την εκτέλεση γενικών γυμνασίων. Πέραν όμως από αυτά, μελετούσα την γενική οργάνωση των Υπηρεσιών και έκανα εισηγήσεις για τη μεταβολή του τρόπου λειτουργίας και των Οργανισμών που ίσχυαν, με στόχο τη βελτίωση της απόδοσής τους. Μετά από κάθε επιθεώρηση συντάσσονταν πολυσέλιδες παρατηρήσεις που υποβάλλονταν στον Υπουργό και κοινοποιούνταν στους ενδιαφερόμενους, στους προϊστάμενούς τους και σε όλες τις Υπηρεσίες του Κέντρου. Στις παρατηρήσεις αυτές αναφέρονταν οι ελλείψεις που είχαν παρατηρηθεί, καθορίζονταν αν αυτές οφείλονταν σε υπαιτιότητα της ίδιας της Υπηρεσίας ή στη μη λήψη από το Κέντρο των μέτρων που επιβάλλονταν και υποδεικνύονταν ο τρόπος διορθώσεώς των. Συγχρόνως όμως τονίζονταν και όσα ήταν άξια συγχαρητηρίων που, κατά γενικό κανόνα, ήταν πολύ περισσότερα από τα κακώς κείμενα. Για τον τελευταίο αυτόν λόγο, αν και οι επιθεωρήσεις του είδους αυτού αποτελούν μεγάλη όχληση για τις Υπηρεσίες, πολλοί Προϊστάμενοι με παρακαλούσαν να επισπεύσω τη σειρά επιθεώρησής τους.  Επωφελούνταν αυτής της ευκαιρίας για να δείξουν τα αποτελέσματα της εργασίας τους, τη πρόοδο που πέτυχαν και συγχρόνως να εκφράσουν τα παράπονά τους για την μη ικανοποίηση από το Κέντρο των αιτήσεών τους, καθώς γνώριζαν ότι ο Υπουργός μελετούσε πάντοτε με μεγάλη προσοχή τις εκθέσεις μου.  Με εγκύκλιό του είχε απαιτήσει ο Υπουργός όπως οι αρμόδιοι, μετά από προσεκτική μελέτη των εκθέσεων αυτών, να εισηγούνται χωρίς αναβολή τη λήψη μέτρων για εφαρμογή των όσων προτείνονταν. Δεν ξέρω αν οι Υπουργοί που ανέλαβαν το Υπουργείο Ναυτικών κατά το δεύτερο έτος της θητείας μου ως Γενικού Επιθεωρητού έκαναν τον κόπο να μελετήσουν τις εκθέσεις μου, όμως οι Υπηρεσίες είχαν ήδη συνηθίσει να τις λαμβάνουν σοβαρά υπόψη.

Παράλληλα με το έργο των επιθεωρήσεων, ο Υπουργός μου ανέθετε την Προεδρία πολυμελών Επιτροπών στις οποίες συμμετείχαν και αξιωματικοί των ξένων Αποστολών, για την μελέτη γενικών ζητημάτων που αφορούσαν στην οργάνωση των ναυτικών υπηρεσιών. Μεταξύ άλλων μου ανατέθηκε και η σύνταξη μελέτης για τον περιορισμό του αριθμού και της χρήσης των αυτοκινήτων. Υπέδειξα μέτρα με τα οποία θα είχαμε σοβαρές οικονομίες και θα σταματούσε η ασυδοσία, χωρίς να λείψουν τα απαραίτητα μέσα για την ομαλή λειτουργία των υπηρεσιών και την  υπηρεσιακή εμφάνιση των ανωτέρων αξιωματικών.  Ο Υπουργός συμφώνησα απόλυτα με τα μέτρα αυτά και επιχείρησε να τα εφαρμόσει σταδιακά. Βρήκε όμως τέτοιες αντιδράσεις ώστε τα άφησε να ατονήσουν. Ήταν πολύ δύσκολο να τεθούν σε εφαρμογή, εφόσον δεν γενικεύονταν σε όλες τις ένοπλες δυνάμεις και στις πολιτικές υπηρεσίες.

Κατόρθωσα έτσι και στη θέση αυτή που θεωρούνταν ότι στερείται δράσης, να βρω σοβαρή και ενδιαφέρουσα απασχόληση.

Η ολοκλήρωση της σταδιοδρομίας στο Ναυτικό

Σεπτ.1949, Αντιναύαρχος Γρ. Μεζεβίρης ε.α. παραδίδει καθήκοντα
Τον Σεπτέμβριο του 1949 ήρθε η ώρα να τελειώσει η σταδιοδρομία μου. Με μεταβατική διάταξη ενός νέου Νόμου που εφαρμόστηκε την επομένη μέρα από την δημοσίευσή του, το Πολεμικό Συμβούλιο θα αποφάσιζε αν οι όσοι συμπλήρωσαν έξι χρόνια στον βαθμό του Ναυάρχου θα παρέμεναν μέχρι τη συμπλήρωση του κανονικού ορίου της οκταετίας ή θα αποστρατεύονταν. Όταν την τελευταία στιγμή έμπαινε στον Νόμο η μεταβατική αυτή διάταξη, είχε ήδη αποφασιστεί το αποτέλεσμα από τους πολιτικούς αρχηγούς και μέλη της Κυβέρνησης που συμμετείχαν στο Πολεμικό Συμβούλιο.  Θα ήταν πολύ πιο ειλικρινές αν είχε παραληφθεί αυτή η «διαδικασία» κρίσεως και την αποστρατεία επέβαλλε ο ίδιος ο Νόμος.

Το Πολεμικό Συμβούλιο εκφράστηκε πολύ ευνοϊκά για μένα και κατέληξε στην απόφαση αποστρατείας μου «για να επιτραπεί η εξέλιξη των νεοτέρων».  Ο Υπουργός των Ναυτικών Γ. Βασιλειάδης έχοντας σχετική εξουσιοδότηση από το Πολεμικό Συμβούλιο εξέδωσε στις 3 Σεπτεμβρίου την εξής εγκύκλιο διαταγή που διαβάστηκε εν επιθεωρήσει σε όλες τις Υπηρεσίες:

 ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
                                                                                  ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ

Αριθμ. 33430/4/49
                                                                                Αθήναι τη 3η Σεπτεμβρίου 1949
                                              ΔΙΑΤΑΓΗ

1. Εις τον αποστρατευθέντα Αντιναύαρχον Γ. ΜΕΖΕΒΙΡΗΝ εκφράζω την πλήρην μου
  ευαρέσκειαν δια τας εξαιρετικάς υπηρεσίας άς προσέφερεν επί τεσσαράκοντα και τρία
  έτη εις το Β. ΝΑΥΤΙΚΟΝ κατά τον πλέον έντιμον, υποδειγματικόν και αξιοπρεπή
  τρόπον.
2. Κατά την μακροετή εν τω Β.Ν. υπηρεσίαν του, εις τας πλέον δυσκόλους στιγμάς, είτε εν
  πολέμω, είτε εν ειρήνη έκαμε εις κάθε περίπτωσιν το καθήκον του, με την χαρακτηρί-
  ζουσαν αυτόν υποδειγματικήν ευσυνειδησίαν και ανωτερότητα κατανοήσεως των
  στιγμών.
3. Προσωπικώς, τόσον εγώ, όσον και οι εκ του σύνεγγυς συνεργασθέντες μετ’αυτού,
  αισθανόμεθα θλίψιν διότι υπό την φυσικήν και μοιραίαν του χρόνου εξέλιξιν
  στερούμεθα ενός εκλεκτού συνεργάτου, όστις απέρχεται του Β.Ν. δια να δώση την
  ευκαιρίαν εις νεώτερους, όπως μιμούμενοι και ούτοι τα υψηλά παραδείγματα  και τον
  πατριωτισμόν του απερχομένου, συνεχίσουν την μακραίωνα παράδοσιν του Β.Ν.
4. Η παρούσα να αναγνωσθή εν επιθεωρήσει.

                                                                                              Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

                                                                                              Γ. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

ΑΠΟΔΕΚΤΑΙ
Αντιναύαρχος Γ. ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ ε.α.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΙΣ
Β.ΠΛΟΙΑ και Ν. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Σε απάντηση στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά μου προς τους Αρχηγούς των Υπηρεσιών, έλαβα από πολλούς από αυτούς απαντήσεις που με συγκίνησαν ιδιαίτερα και που φυλάω σαν το πολυτιμότερο ενθύμιο της σταδιοδρομίας μου. Παραθέτω μερικές από αυτές:

                                              ΣΗΜΑ
                                                                                              ΕΠΕΙΓΟΝ
Προς: ΓΕΒΝ ΑΝΤΙΝ/ΧΟΝ ΜΕΖΕΒΙΡΗΝ
Από :  ΑΔΠΑΔ (Πλοίαρχον Ι. Τούμπαν)                                                                                         

Κ.Υ.Ν. ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΝΙΚΟΝ ΠΛΟΙΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΔΠΑΔ.

Μετά συγκινήσεως έλαβον γνώσιν σήματός σας 021035/5. Επιθυμώ να θέσω υπ’ όψιν σας ότι 
πάντοτε θα αναμιμνήσκομαι των ημερών καθ’ ας είχον την τιμήν να υπηρετήσω υπό τας Δ/γας 
σας και ιδιατέρως των σκληρών ημερών του ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941 καθ’ ας το παράδειγμά σας 
ενεψύχωσε πλείστους όσους και είχε σημαντικήν επίδρασιν επί της οδού της Τιμής και του 
Καθήκοντος ήν ο Στόλος ηκολούθησεν. Παρακαλώ επιτραπήτω μοι να υποβάλλω τας θερμότερας 
ευχάς εμού και των υπ’ εμέ δια την προσωπικήν σας ευτυχίαν.
Ο Θεός μαζί σας κύριε ΝΑΥΑΡΧΕ.

                                                                                                        ΩΠ 021320/9/49

                                               ΣΗΜΑ
                                                                                             
Προς: ΓΕΒΝ Αντιναύαρχον ΜΕΖΕΒΙΡΗΝ
Από :  ΑΝΕ                                                                                                                                              

Κ.Υ.Ν. Γραφείον Υπουργού.

Μετά συγκινήσεως έλαβον αποχαιρετιστήριον μήνυμά σας. Πράγματι τόσον εγώ όσον και οι υπ’ 
εμέ αξ/κοί αισθανόμεθα μεγάλην λύπην διότι δια της αποχωρήσεώς σας το 
Β.Ν. στερείται ενός ευγενούς συναδέλφου και ηγέτου, όστις κατά τον λήξαντα Πόλεμον εδείχθη 
άξιος των μακραιώνων παραδόσεων του Β.Ν.
Ευχόμεθα καλλίστην τύχην.


Πλοίαρχος ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ  
                          ΩΠ 041315/9/49

                       
                                             ΝΑΥΤΙΚΟΝ ΣΗΜΑ
                                                                                             
Προς: ΑΝΤΙΝΑΥΑΡΧΟΝ ΜΕΖΕΒΙΡΗΝ (Κ) Α.Δ.Υ.
Από :  Α.Β.Ν. (Υποναύαρχον Ε. Φλώκαν)                                                                                     

Ευχαί σας ευρίσκουν πλήρη απήχησιν εις Αξιωματικούς, Υπαξιωματικούς και Ναύτας των 
Υπηρεσιών Ναυστάθμου ιδιαιτέρως δε διότι προέρχονται από Αρχηγόν του οποίου η 
σταδιοδρομία υπήρξεν μία συνεχής προσπάθεια δια το μεγαλείον και την πρόοδον του Ναυτικού 
μας.

ΩΠ 041055/9/49


Αποχώρησα από το Ναυτικό μετά σαράντα τρία χρόνια συνεχούς υπηρεσίας και αφού ανέλαβα τα ανώτερα αξιώματα, ενάμιση έτος πριν από το φυσιολογικό τέρμα της σταδιοδρομίας μου. Με την αστάθεια που επικρατεί στην σταδιοδρομία των αξιωματικών μας, ελάχιστοι υπήρξαν εκείνοι που εξ’ ίσου ευνοήθηκαν από την τύχη.

Ελπίζω οι μεταγενέστεροι να συναντήσουν λιγότερους σκοπέλους στην σταδιοδρομία τους. Παρά τις πικρίες που δοκίμασα, αν επρόκειτο να αρχίσω και πάλι έστω και με τις ίδιες συνθήκες θα το έκανα ευχαρίστως. Το Ναυτικό είναι ωραίο όπλο και από το προσωπικό του εξαρτάται να το καταστήσει ακόμα ωραιότερο, παραιτούμενο από ορισμένες κακώς εννοούμενες και πρόωρες φιλοδοξίες.»

Αναδημοσίευση από http://www.mezeviris.gr/4decades.html

1 σχόλιο:

  1. Με πολυ μεγαλη συγκινηση διαβασα τις αναμνησεις του Ναυαρχου Μεζεβιρη.Ενα μεγαλο μερος των γεγονοτων, μου το ειχε διηγηθει ο αειμνηστος πατερας μου Διονυσιος Μιχαλακης Πλωταρχης Δυτης,ε,α, ο οποιος ελαβε μερος στο δυσκολο εργο του <> καθαρισμου του Ναυσταθμου απο τα βυθισμενα πλοια, μεταξυ των οποιων το θωρηκτο ΚΙΛΚΙΣ. οπως αναφερει ο Ναυαρχος,ο οποιος για το εργο αυτο παρα σημοφορησε τον πατερα μου. ΜΙΧΑΗΛ ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή