Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Η υπόθεση Πολκ ξανά στο προσκήνιο

Αίτηση επανεξέτασης της καταδίκης του Γρηγόρη Στακτόπουλου κατατέθηκε πρόσφατα στην Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης

Των John O. Iatrides - Edmund Keeley*

Είναι κατανοητό ότι η κρίση που μαστίζει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει στρέψει την προσοχή του κοινού στην οδυνηρή πραγματικότητα του σήμερα. Αλλά ενώ η χώρα αγωνίζεται να απαλλαγεί από την τρομερή κατάσταση στην οποία βρίσκεται, συγκεκριμένα τραγικά λάθη και αδικίες του παρελθόντος, ειδικά αν υπονομεύουν δημοκρατικές αρχές και αποδυναμώνουν τα θεμέλια μιας δίκαιης και φιλάνθρωπης κοινωνίας, οφείλουν να μην ξεχαστούν. Εξήντα πέντε χρόνια μετά, μία δικαστική υπόθεση που έμεινε στην Ιστορία, επιστρέφει στο προσκήνιο, με την ελπίδα ότι ένα σοβαρό σφάλμα της Δικαιοσύνης επιτέλους θα διορθωθεί.
Ο Τζορτζ Πολκ

Στις 15 Μαΐου 2013, στην Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης κατατέθηκε αίτηση επανεξέτασης της καταδίκης του Γρηγόρη Στακτόπουλου το 1949 από το Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης, ως συνένοχου στη δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ. Ο Στακτόπουλος καταδικάστηκε σε ισόβια, ενώ δύο γνωστοί κομμουνιστές καταδικάστηκαν ερήμην εις θάνατον. Την αίτηση επανεξέτασης της καταδίκης του Στακτόπουλου έχουν καταθέσει από κοινού ο Αγγελος Σιδεράτος, εκδότης του οίκου «Προσκήνιο», και ο Αθανάσιος Καφίρης, διακεκριμένος νομικός, συνταξιούχος εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και συγγραφέας ενός έγκυρου βιβλίου για την υπόθεση Πολκ/Στακτόπουλου. Η πρωτοβουλία τους έρχεται έπειτα από τέσσερις εφέσεις στον Αρειο Πάγο, πρώτα από τον ίδιο τον Στακτόπουλο και στη συνέχεια από τη χήρα του. Ολες απορρίφθηκαν. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, μετά τον θάνατο ενός καταδικασμένου εγκληματία, οι εισαγγελείς του δικαστηρίου που επέβαλε την καταδίκη, μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο να επανεξετάσει την υπόθεση. Το ζήτημα τώρα βρίσκεται στα χέρια του εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης.

Οι δολοφόνοι σήμερα παραμένουν άγνωστοι και ατιμώρητοι

Η υπόθεση Πολκ/Στακτόπουλου προσείλκυσε την παγκόσμια προσοχή κατά την πρώιμη φάση του Ψυχρού Πολέμου, ενώ πολυάριθμα βιβλία και άρθρα έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Από τις ελληνικές εκδόσεις, ιδιαίτερα πολύτιμα για την ειδική νομική τους ανάλυση είναι το βιβλίο του επιφανούς δικηγόρου Ελευθέριου Βούρβαχη «Ποιος σκότωσε τον Πολκ; Μία πολιτική δολοφονία και δικαστική πλάνη» (Προσκήνιο, 2003) και αυτό του Αθανάσιου Καφίρη, «Η υπόθεση Πολκ/Στακτόπουλου. Μία ανθρώπινη και δικαστική τραγωδία» (Προσκήνιο, 2008, 2010). Το 2002, με την ιδιότητά του ως αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Αθ. Καφίρης συνέστησε στο δικαστήριο να εγκρίνει την έφεση της κ. Στακτοπούλου. Οταν το δικαστήριο αρνήθηκε να το πράξει, ο κ. Καφίρης παραιτήθηκε. Η δική μας έρευνα και ανάλυση της υπόθεσης εκδόθηκε στα ελληνικά ως «Φόνος στον Θερμαϊκό, Υπόθεση Πολκ» του Edmund Keeley (Ελληνικά Γράμματα, 2010).

Οι περισσότεροι μελετητές του θέματος συμφωνούν ότι ουδέποτε εξακριβώθηκε η ταυτότητα των δολοφόνων του Πολκ και ότι το έγκλημα μένει άλυτο. Διάφορες θεωρίες αποδίδουν τον φόνο στους κομμουνιστές, σε ακροδεξιούς πολιτικούς ή εξτρεμιστές στις δυνάμεις ασφαλείας, σε εγκληματικά στοιχεία του υποκόσμου της Θεσσαλονίκης, ή στις αμερικανικές ή σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες. Μια σκιά υποψίας πλανάται πάνω από έναν Βρετανό αξιωματικό της υπηρεσίας Πληροφοριών, για τον οποίον, τον καιρό που βρισκόταν τοποθετημένος στη Θεσσαλονίκη, είναι γνωστό ότι προσφέρθηκε να βοηθήσει ξένους δημοσιογράφους να πάρουν συνέντευξη από τον Μάρκο Βαφειάδη, τον αρχηγό του αντάρτικου Δημοκρατικού Στρατού, κάτι που ο Πολκ επιχειρούσε να κάνει όταν βρήκε τον θάνατο. Καμία από αυτές τις θεωρίες δεν έχει στηριχθεί σε πειστικές αποδείξεις, και ενώ η αναζήτηση απαντήσεων συνεχίζεται, η ελπίδα ότι νέα και πειστικά στοιχεία θα έρθουν ποτέ στο φως, είναι μικρή. Αντί αυτού, το περίβλεπτο Βραβείο Τζορτζ Πολκ, που το απονέμει κάθε χρόνο το Πανεπιστήμιο του Λονγκ Αϊλαντ στη Νέα Υόρκη προκειμένου να τιμήσει εξαιρετικά επιτεύγματα στον τομέα της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αποτελεί οδυνηρή υπενθύμιση της στυγερής δολοφονίας ενός επιφανούς ανταποκριτή του οποίου οι φονιάδες έχουν παραμείνει άγνωστοι και ατιμώρητοι.

Υπερβολικές εικασίες

Μπορεί η δολοφονία του Πολκ να παραμένει ένα μυστήριο, όμως αυτοί που έχουν παρακολουθήσει στενά την υπόθεση, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Στακτόπουλος ήταν αθώος των κατηγοριών βάσει των οποίων καταδικάστηκε (ότι δηλαδή υπήρξε συνεργός σε μία κομμουνιστική συνωμοσία δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου). Οταν η αστυνομική έρευνα του εγκλήματος απέτυχε να αναγνωρίσει τους ενόχους ή να προσκομίσει αξιόπιστα εγκληματολογικά στοιχεία, οι Αρχές κατέφυγαν σε υπερβολικές εικασίες και πολιτικά υποκινούμενες υποθέσεις, οι οποίες εκ των υστέρων φαίνονται τόσο γελοίες όσο και τα πρακτικά τους αποτελέσματα ήταν τραγικά. Ενώ οι Αμερικανοί παρενέβαιναν ανοιχτά και πίεζαν για μία σύλληψη και καταδίκη, οι ελληνικές Αρχές αναζητούσαν απεγνωσμένα έναν πειστικό ύποπτο και κατάφεραν να εξυφάνουν μία φανταστική συνωμοσία και ένα σενάριο που θα μπορούσαν να καταδικάσουν το άτυχο θύμα της μηχανορραφίας τους. Αφού εξέτασαν διάφορους πιθανούς υπόπτους, κατέληξαν στον Γρηγόρη Στακτόπουλο, έναν σκληρά εργαζόμενο αλλά άσημο δημοσιογράφο στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος είχε έναν σύντομο δεσμό με τοπικούς κομμουνιστές και καμία οικογενειακή, πολιτική ή κοινωνική διασύνδεση που θα μπορούσε να τον προστατέψει από την κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της αστυνομίας και υπαλλήλων του υπουργείου Δικαιοσύνης, απελπισμένων να κλείσουν την υπόθεση Πολκ.

Τρομερή δοκιμασία υπό άθλιες συνθήκες

Μετά τη σύλληψή του και τη μακρά κράτηση στο υπόγειο της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, όπου είναι σχεδόν βέβαιο ότι υποβλήθηκε σε σωματικά και ψυχικά βασανιστήρια, ο Στακτόπουλος δικάστηκε και καταδικάστηκε με βάση τις δικές του ασυναρτησίες και συγκεχυμένη ομολογία, την οποία υποχρεώθηκε να αναθεωρήσει προκειμένου να ταιριάξει με την αυτοσχέδια υπόθεση της κατηγορούσας Αρχής εναντίον του. Τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν στη δίκη απέτυχαν να συνδέσουν τον κατηγορούμενο με το έγκλημα, δεν επιβεβαιώνονταν από γεγονότα, και η υπεράσπιση δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια να αμφισβητήσει την υπόθεση της κατηγορούσας Αρχής αλλά περιόρισε τον ρόλο της σε εφέσεις για επιείκεια.

Επειτα από έντεκα χρόνια στη φυλακή, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων σε ένα κελί της Ασφάλειας, η ποινή του Στακτόπουλου μειώθηκε, και ο ίδιος αποφυλακίστηκε το 1960. Με πικρία αποκήρυξε τις ομολογίες του, και σε ένα βιβλίο, «Υπόθεση Πολκ. Η προσωπική μου μαρτυρία» (Γνώση, 1984), διακήρυξε την αθωότητά του και περιέγραψε λεπτομερώς την τρομερή του δοκιμασία. Το 1977 αιτήθηκε στον Αρειο Πάγο την ανατροπή της καταδίκης του αλλά η έφεσή του απορρίφθηκε. Τσακισμένος και πάμπτωχος, πέθανε το 1998. Τρεις ακόμη εφέσεις από τη χήρα του, το 1999, το 2002 και το 2006, κάθε μία εκ των οποίων παρουσίαζε νέα αποδεικτικά στοιχεία που αμφισβητούσαν την υπόθεση της κατηγορούσας Αρχής, παρομοίως απορρίφθηκαν.

Συντεχνιακό πνεύμα

Στο βιβλίο του «Η υπόθεση Πολκ/Στακτόπουλου», έχοντας πρώτα επανεξετάσει σε βάθος τις τέσσερις εφέσεις και τις απορρίψεις τους, ο κ. Καφίρης υποστηρίζει ότι οι δικαστές του Αρείου Πάγου παρακινούνταν από «συντεχνιακό πνεύμα» και «συναδελφική αλληλεγγύη» που τους εμπόδιζαν από το να υποβάλλουν τις αποφάσεις των προκατόχων τους σε αυστηρό και αμερόληπτο έλεγχο. Η λογική αυτού του σημαντικού επιχειρήματος τοποθετεί το μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης για τις απορρίψεις μεταγενέστερων εφέσεων, στη σύνθεση των δικαστών που απέρριψαν την αρχική αίτηση του Στακτόπουλου το 1977. Σύμφωνα με τον κ. Καφίρη, εκείνη η σύνθεση συμπεριελάμβανε δικαστές που είχαν διοριστεί στον Αρειο Πάγο τα χρόνια της χούντας και οι οποίοι ήταν απίθανο να δώσουν βάση σε ισχυρισμούς ότι η ομολογία του Στακτόπουλου ήταν το αποτέλεσμα βασανιστηρίων ή ότι νέα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην έφεση, έρχονταν σε αντίθεση με την υπόθεση της κατηγορούσας Αρχής.

Μια μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική Δικαιοσύνη

Η γνώση ότι πιθανώς ποτέ δεν θα μάθουμε ποιος σκότωσε τον Τζορτζ Πολκ, και ότι οι δολοφόνοι του έχουν διαφύγει της Δικαιοσύνης, είναι από μόνη της αρκετά ενοχλητική. Εξήντα πέντε χρόνια μετά, μας ταράσσει ακόμη περισσότερο που γνωρίζουμε ότι ο Γρηγόρης Στακτόπουλος, αν και αθώος των κατηγοριών, παραμένει αδίκως καταδικασμένος και το θύμα μιας επίσημης πλεκτάνης. Οι διαδοχικές αρνήσεις της ανώτατης δικαστικής Αρχής να διορθώσει μία τόσο μεγάλη αδικία, διαιωνίζουν μία μελανή κηλίδα στο ελληνικό δικαστικό σύστημα, η οποία δεν μπορεί πλέον να αποδίδεται σε ξένες πιέσεις και στην ανάγκη υπεράσπισης της χώρας από τους εγχώριους και εξωτερικούς εχθρούς της. Στη συνείδηση του Εθνους, η προστασία του αθώου πολίτη από πολιτικές σκοπιμότητες και υπαλληλικά παραπτώματα έχει σήμερα μεγαλύτερη σημασία από ποτέ. Στις δικαστικές Αρχές της Θεσσαλονίκης έχει δοθεί αυτό που κάλλιστα μπορεί να είναι η τελευταία τους ευκαιρία να αθωώσουν τον Στακτόπουλο και να σώσουν την τιμή της ελληνικής Δικαιοσύνης. Αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί.

* Ο κ. John O. Iatrides είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Southern Connecticut State University. Ο κ. Edmund Keeley είναι ομότιμος καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας και Δημιουργικής Γραφής, και ομότιμος διευθυντής του Προγράμματος Ελληνικών Σπουδών στο Princeton University.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_14/07/2013_526731

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου